Έκθεση του αμερικανικού οικου αξιολόγησης
Σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης, το συλλογικό ιστορικό συμμόρφωσης του ΣΣΑ στα κράτη-μέλη ήταν αδύναμο πριν από την αναστολή του, το 2020-2023 -λόγω της πανδημίας Covid-19 και του πολέμου στην Ουκρανία. Ενδεικτικά, οι υπάρχουσες κυρώσεις για μη συμμόρφωση δεν εφαρμόστηκαν ποτέ και το ΣΣΑ δεν οδήγησε σε επαρκή αναδόμηση των δημοσιονομικών αποθεμάτων ασφαλείας μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση της Ευρωζώνης για να αποτραπούν εκτεταμένες μακροπρόθεσμες αυξήσεις στους δείκτες του δημόσιου χρέους (το ενοποιημένο δημόσιο χρέος της Ευρωζώνης προς το ΑΕΠ, ήταν 84,1% στο τέλος του 2019).
«Πιστεύουμε ότι το ΣΣΑ, συμπεριλαμβανομένου του διορθωτικού του σκέλους, της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ), έχει ασκήσει γενική επιρροή στις δημοσιονομικές επιλογές των κρατών-μελών της ΕΕ μέσω της πίεσης και σε συνδυασμό με την απειλή απώλειας της εμπιστοσύνης της αγοράς. Το πόσο αυτό έχει μεταφραστεί σε συνεπή, συνετή χάραξη πολιτικής ποικίλλει ανά χώρα και με την πάροδο του χρόνου. Το όριο του ελλείμματος 3% του ΑΕΠ ήταν ένας σημαντικός στόχος για το ονομαστικό έλλειμμα για ορισμένα κράτη, ιδίως στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, για παράδειγμα. Αντίθετα, οι κανόνες για την επιστροφή των δεικτών χρέους των υπερχρεωμένων κρατών κάτω από το 60% συχνά δεν τηρούνταν από τα κράτη με τους υψηλότερους δείκτες χρέους.
Δεν είναι σαφές εάν η πρόταση μεταρρύθμισης που συμφωνήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2023 θα βελτιώσει τη συμμόρφωση και τελικά θα συμβάλει στην ενίσχυση των πρωτογενών ισορροπιών των κρατών-μελών της ΕΕ, οι οποίες, μαζί με την οικονομική ανάπτυξη, αποτελούν τους κύριους μεσοπρόθεσμους μοχλούς βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.
Οι δηλωμένοι στόχοι περιλαμβάνουν την αύξηση της ικανότητας των κρατών-μελών να ακολουθούν περισσότερα σχέδια προσαρμογής ειδικά για κάθε χώρα ως απάντηση στην αξιολόγηση βιωσιμότητας του χρέους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DSA). (...)
Δεν είναι σαφές πώς οι σχετικές διατάξεις θα αλλάξουν τον τρόπο λειτουργίας του ΣΣΑ. (...)
Μια νέα «διασφάλιση βιωσιμότητας του χρέους» απαιτεί ετήσια ελάχιστη μείωση του χρέους κατά 1 π.μ. του ΑΕΠ όταν το χρέος υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ και 0,5% όταν το χρέος είναι μεταξύ 90% και 60%, πιο αργά από ό,τι βάσει των προηγούμενων κανόνων. Μένει να δούμε αν αυτό θα βελτιώσει τη συμμόρφωση και θα επιφέρει σταθερές μειώσεις του δείκτη χρέους όταν η οικονομική ανάπτυξη είναι πάνω ή κοντά στην τάση. (...)
Η επανενεργοποίηση έρχεται καθώς πολλά κράτη της ΕΕ, που αντιμετωπίζουν σημαντικές πιέσεις δαπανών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, την άμυνα, τη γήρανση του πληθυσμού και τις πιέσεις στο κόστος ζωής, αγωνίζονται να επαναφέρουν τα χρέη στα προ πανδημίας επίπεδα. Δεδομένων αυτών των αβεβαιοτήτων, η Fitch δεν υποθέτει ότι ο επανασχεδιασμός θα βελτιώσει τη συμμόρφωση και δεν έχει συνυπολογίσει μια τέτοια υπόθεση στις δημοσιονομικές της προβλέψεις».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών