«Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες είναι ίδιες, κάθε δυστυχισμένη οικογένεια είναι δυστυχισμένη με τον δικό της τρόπο» έγραφε ο Leon Tolstoy
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας οικονομικής κρίσης, οι εγνωσμένοι κύρους οικονομολόγοι Carmen Reinhart και Kenneth Rogoff έγραψαν ένα ευχάριστα ευανάγνωστο βιβλίο, υπό τον τίτλο «This Time is Different (2009)», αποδεικνύοντας πως η έκρηξη του χρέους και οι κύκλοι των χρεοκοπιών διαφοροποιούνται ελάχιστα από τον Μεσαίωνα και εξής.
Η πιο διασκεδαστική από αυτές τις ομοιότητες είναι ότι εκείνοι που επωφελούνται περισσότερο από τη «φάση της φούσκας» κάθε τέτοιου κύκλου είναι όσοι είθισται να διαβεβαιώνουν τους ευκολόπιστους ότι, σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες, αυτή δεν θα τελειώσει άσχημα – ότι αυτήν τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά.
Η προειδοποίηση των Reinhart και Rogoff θυμίζει «ατάκες» από το έργο του Leon Tolstoy, «Άννα Καρένινα»…
«Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες είναι ίδιες, κάθε δυστυχισμένη οικογένεια είναι δυστυχισμένη με τον δικό της τρόπο» ανέφερε ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας.
Αν και όλες οι φούσκες χρέους, δυστυχώς, σκάνε, οι χαρούμενες σκέψεις που επιστρατεύονται για να διαβεβαιώσουν τα θύματα κάθε φούσκας ότι δεν θα τελειώσουν διαφέρουν αρκετά - τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τους ευκολόπιστους της αγοράς.
Εάν υπάρξει οικονομική κρίση το 2024, αυτή θα συμβεί με συγκεκριμένους τρόπους.
Σύμφωνα με το τελευταίο αφήγημα, αυτή θα πραγματοποιηθεί ηλεκτρονικά.
Ο φόβος ότι οι γρήγορες συναλλαγές μέσω του Διαδικτύου και η «παραπληροφόρηση» από ανεπαρκώς λογοκριμένα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, ενδέχεται να προκαλέσουν ταχεία εξάπλωση των τραπεζικών κρίσεων προβληματίζουν τις ελίτ τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη.
Λιγότερο πολυσυζητημένο είναι το ενδεχόμενο η αποξένωση των πελατών από την αυξανόμενη ηλεκτρονική αυτοματοποίηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να επιδεινώσει μια οικονομική κρίση.
Κατά την τελευταία δεκαετία, τραπεζίτες και brokers κρύβονται από τους καταθέτες μέσω ιστοτόπων, που συχνά λειτουργούν ανεπαρκώς, και υπηρεσίες τηλεφωνητή, που συχνά έχουν μεγάλους χρόνους αναμονής και κακώς εκπαιδευμένο προσωπικό.
Αυτή η κατάσταση συμπίπτει με το κλείσιμο πολλών υποκαταστημάτων, γεγονός που έφερε στην επιφάνεια έναν νέο χρηματοοικονομικό όρο, «banking desert»… (τραπεζική ερημοποίηση)
Αυτός ο όρος περιγράφει τις ολοένα περισσότερες περιοχές χωρίς φυσικές τραπεζικές υπηρεσίες στις οποίες ζουν κυρίως χαμηλότερου εισοδήματος πολίτες.
Όπως παρατήρησε πρόσφατα στέλεχος μιας εταιρείας ψηφιακών υπηρεσιών με έδρα τις ΗΠΑ, συζητώντας τα όρια του τραπεζικού αυτοματισμού, η ανθρώπινη επαφή με το προσωπικό προσφέρει στους καταθέτες μιας τράπεζας μεγαλύτερη πίστη.
Πώς μπορεί ένας καταθέτης να εμπιστευτεί τραπεζίτες που κρύβονται πίσω από τη νέα τεχνολογία πληροφοριών και τους οποίους δεν συναντά ποτέ προσωπικά;
Και πώς μπορεί ένας κάτοικος της τραπεζικής ερήμου να ξεχωρίσει μια τράπεζα σε πτώχευση από μια τράπεζα της οποίας ο ιστότοπος είναι δυσλειτουργικός ή της οποίας ο χρόνος αναμονής της τηλεφωνικής υπηρεσίας είναι απίστευτα μεγάλος.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, αν μη τι άλλο, σε επιδημία εξελίσσεται το κλείσιμο τραπεζικών καταστημάτων - και για αυτό η πίστη στο σύστημα μειώνεται.
Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις στις συνδικαλιστικές οργανώσεις των τραπεζών, στην ΟΤΟΕ αλλά και στην ΓΣΕΕ.
Η Γενική Συνομοσπονδία μιλάει για «συνεχιζόμενη βίαιη συρρίκνωση του δικτύου καταστημάτων των συστημικών Τραπεζών, κυρίως στην περιφέρεια».
Γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια εργασίας για πολίτες διάφορων περιοχών της χώρας.
Σημειώνεται πως οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με χρήματα των Ελλήνων φορολογούμενων» και ότι η συγκεκριμένη στρατηγική τους «δυσχεραίνει την πρόσβαση των πολιτών σε τραπεζικές υπηρεσίες, τόσο αναγκαίες για συναλλασσόμενους που κατά κανόνα στερούνται ψηφιακών δεξιοτήτων».
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Ένωσης Τραπεζών, το 2010 το δίκτυο των 19 τραπεζών που δραστηριοποιούνταν τότε στην ελληνική αγορά, αριθμούσε 4.000 καταστήματα και απασχολούσαν 64.000 εργαζόμενους.
Στο τέλος του 2020 ο αριθμός των καταστημάτων είχε μειωθεί στα 1.620 και ο αριθμός των εργαζομένων στις 32.000.
Να σημειωθεί ότι το 2021 οι τράπεζες έκλεισαν 155 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα και το 2022 ακόμη 120 καταστημάτα.
Σημειώνεται επίσης ότι το κλείσιμο των καταστημάτων συνοδεύεται με προγράμματα εθελούσιας εξόδου για τους εργαζόμενους.
Ελίτ
Δεν φαίνεται να έχει περάσει από το μυαλό ότι η αυτοματοποίηση των τραπεζικών εργασιών θα μπορούσε να επιδεινώσει μια τραπεζική κρίση.
Ίσως αυτό οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι που ζουν στις πιο πλούσιες πόλεις και γειτονιές όχι μόνο εξακολουθούν να έχουν υποκαταστήματα, αλλά όλο και περισσότερο αυτά επανασχεδιάζονται ώστε να περιλαμβάνουν καφέ μπαρ και σαλόνια.
Οι τραπεζίτες κρύβονται πίσω από ιστοσελίδες και τηλεφωνικές τράπεζες μόνο από την τάξη των μικροαστών μεροκαματιάρηδων.
Αλλά η κατάληξη μπορεί να μην είναι καλή... Το είχαμε δει και το 2008.
www.bankingnews.gr
Η πιο διασκεδαστική από αυτές τις ομοιότητες είναι ότι εκείνοι που επωφελούνται περισσότερο από τη «φάση της φούσκας» κάθε τέτοιου κύκλου είναι όσοι είθισται να διαβεβαιώνουν τους ευκολόπιστους ότι, σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες, αυτή δεν θα τελειώσει άσχημα – ότι αυτήν τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά.
Η προειδοποίηση των Reinhart και Rogoff θυμίζει «ατάκες» από το έργο του Leon Tolstoy, «Άννα Καρένινα»…
«Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες είναι ίδιες, κάθε δυστυχισμένη οικογένεια είναι δυστυχισμένη με τον δικό της τρόπο» ανέφερε ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας.
Αν και όλες οι φούσκες χρέους, δυστυχώς, σκάνε, οι χαρούμενες σκέψεις που επιστρατεύονται για να διαβεβαιώσουν τα θύματα κάθε φούσκας ότι δεν θα τελειώσουν διαφέρουν αρκετά - τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τους ευκολόπιστους της αγοράς.
Εάν υπάρξει οικονομική κρίση το 2024, αυτή θα συμβεί με συγκεκριμένους τρόπους.
Σύμφωνα με το τελευταίο αφήγημα, αυτή θα πραγματοποιηθεί ηλεκτρονικά.
Ο φόβος ότι οι γρήγορες συναλλαγές μέσω του Διαδικτύου και η «παραπληροφόρηση» από ανεπαρκώς λογοκριμένα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, ενδέχεται να προκαλέσουν ταχεία εξάπλωση των τραπεζικών κρίσεων προβληματίζουν τις ελίτ τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη.
Λιγότερο πολυσυζητημένο είναι το ενδεχόμενο η αποξένωση των πελατών από την αυξανόμενη ηλεκτρονική αυτοματοποίηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να επιδεινώσει μια οικονομική κρίση.
Κατά την τελευταία δεκαετία, τραπεζίτες και brokers κρύβονται από τους καταθέτες μέσω ιστοτόπων, που συχνά λειτουργούν ανεπαρκώς, και υπηρεσίες τηλεφωνητή, που συχνά έχουν μεγάλους χρόνους αναμονής και κακώς εκπαιδευμένο προσωπικό.
Αυτή η κατάσταση συμπίπτει με το κλείσιμο πολλών υποκαταστημάτων, γεγονός που έφερε στην επιφάνεια έναν νέο χρηματοοικονομικό όρο, «banking desert»… (τραπεζική ερημοποίηση)
Αυτός ο όρος περιγράφει τις ολοένα περισσότερες περιοχές χωρίς φυσικές τραπεζικές υπηρεσίες στις οποίες ζουν κυρίως χαμηλότερου εισοδήματος πολίτες.
Όπως παρατήρησε πρόσφατα στέλεχος μιας εταιρείας ψηφιακών υπηρεσιών με έδρα τις ΗΠΑ, συζητώντας τα όρια του τραπεζικού αυτοματισμού, η ανθρώπινη επαφή με το προσωπικό προσφέρει στους καταθέτες μιας τράπεζας μεγαλύτερη πίστη.
Πώς μπορεί ένας καταθέτης να εμπιστευτεί τραπεζίτες που κρύβονται πίσω από τη νέα τεχνολογία πληροφοριών και τους οποίους δεν συναντά ποτέ προσωπικά;
Και πώς μπορεί ένας κάτοικος της τραπεζικής ερήμου να ξεχωρίσει μια τράπεζα σε πτώχευση από μια τράπεζα της οποίας ο ιστότοπος είναι δυσλειτουργικός ή της οποίας ο χρόνος αναμονής της τηλεφωνικής υπηρεσίας είναι απίστευτα μεγάλος.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, αν μη τι άλλο, σε επιδημία εξελίσσεται το κλείσιμο τραπεζικών καταστημάτων - και για αυτό η πίστη στο σύστημα μειώνεται.
Το γεγονός αυτό έχει προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις στις συνδικαλιστικές οργανώσεις των τραπεζών, στην ΟΤΟΕ αλλά και στην ΓΣΕΕ.
Η Γενική Συνομοσπονδία μιλάει για «συνεχιζόμενη βίαιη συρρίκνωση του δικτύου καταστημάτων των συστημικών Τραπεζών, κυρίως στην περιφέρεια».
Γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια εργασίας για πολίτες διάφορων περιοχών της χώρας.
Σημειώνεται πως οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με χρήματα των Ελλήνων φορολογούμενων» και ότι η συγκεκριμένη στρατηγική τους «δυσχεραίνει την πρόσβαση των πολιτών σε τραπεζικές υπηρεσίες, τόσο αναγκαίες για συναλλασσόμενους που κατά κανόνα στερούνται ψηφιακών δεξιοτήτων».
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Ένωσης Τραπεζών, το 2010 το δίκτυο των 19 τραπεζών που δραστηριοποιούνταν τότε στην ελληνική αγορά, αριθμούσε 4.000 καταστήματα και απασχολούσαν 64.000 εργαζόμενους.
Στο τέλος του 2020 ο αριθμός των καταστημάτων είχε μειωθεί στα 1.620 και ο αριθμός των εργαζομένων στις 32.000.
Να σημειωθεί ότι το 2021 οι τράπεζες έκλεισαν 155 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα και το 2022 ακόμη 120 καταστημάτα.
Σημειώνεται επίσης ότι το κλείσιμο των καταστημάτων συνοδεύεται με προγράμματα εθελούσιας εξόδου για τους εργαζόμενους.
Ελίτ
Δεν φαίνεται να έχει περάσει από το μυαλό ότι η αυτοματοποίηση των τραπεζικών εργασιών θα μπορούσε να επιδεινώσει μια τραπεζική κρίση.
Ίσως αυτό οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι που ζουν στις πιο πλούσιες πόλεις και γειτονιές όχι μόνο εξακολουθούν να έχουν υποκαταστήματα, αλλά όλο και περισσότερο αυτά επανασχεδιάζονται ώστε να περιλαμβάνουν καφέ μπαρ και σαλόνια.
Οι τραπεζίτες κρύβονται πίσω από ιστοσελίδες και τηλεφωνικές τράπεζες μόνο από την τάξη των μικροαστών μεροκαματιάρηδων.
Αλλά η κατάληξη μπορεί να μην είναι καλή... Το είχαμε δει και το 2008.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών