«Είναι πολύ νωρίς για να υπογράψουμε αν βρίσκεται σε εξέλιξη ύφεση»
Η ραγδαία πτώση στις παγκόσμιες αγορές αύξησαν τις ανησυχίες για μία επανάληψη της κρίσης του 2008, ειδικά σε μία εποχή που η γεωπολιτική αβεβαιότητα έχει εκτοξευθεί.
Οικονομολόγοι και αναλυτές εμφανίζοται διχασμένοι: υπάρχουν αυτοί που συνεχίζουν να προβλέπουν μία κατάρρευση, αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν και οι καθησυχαστικοί που δεν «βλέπουν», προς το παρόν, μία παγκόσμια οικονομικη/χρηματοπιστωτική κρίση.
«Μπορούμε να δούμε σαφείς τάσεις, δηλαδή ότι οι συστηματικοί κίνδυνοι στο τρέχον χρηματοπιστωτικό και νομισματικό σύστημα αυξάνονται και ένα σενάριο του 2008 θα μπορούσε να επαναληφθεί ανά πάσα στιγμή», δήλωσε στο Sputnik ο Claudio Grass, ένας Ελβετός οικονομολόγος. «Γίνουμε ήδη μάρτυρες ενός μαζικού αποδεκατισμού της μεσαίας τάξης, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία, τους τελευταίους 18 μήνες».
Από την πλευρά του, ο Fabrizio Carmignani, καθηγητής οικονομικών στο αυστραλιανό πανεπιστήμιο του Southern Queensland, ανέφερε ότι αν και φαίνεται ότι η κατάσταση δεν μπορεί να συγκριθεί με προηγούμενες παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές κρίσεις προς το παρόν, «υπάρχει φυσικά μια γενική αποδυνάμωση της παγκόσμιας οικονομικής κατάστασης».
«Είναι πολύ νωρίς για να υπογράψουμε αν βρίσκεται σε εξέλιξη ύφεση», δηλώνει στο Sputnik ο Suranjali Tandon, επίκουρος καθηγητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Δημόσιων Οικονομικών και Πολιτικής της Ινδίας. «Αν και αυτό μπορεί να μειώσει τη ζήτηση για μετοχές, μπορεί να μην είναι κρίση εκτός και αν υπάρξει σημαντική ανατροπή στις μετοχές εταιρειών που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη», προσθέτει.
Ο Πανίκος Δημητριάδης, πρώην διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, σημειώνει ότι οι αγορές κατρακύλησαν εν μέρει λόγω των απογοητευτικών στοιχείων για την οικονομία στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Οι συμμετέχοντες στην αγορά ανησυχούν ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορεί -για άλλη μια φορά- να βρίσκονται πίσω από στη μείωση των επιτοκίων εν μέσω αποδυνάμωσης των οικονομικών συνθηκών και αυξημένης γεωπολιτικής αβεβαιότητας», είπε.
Όταν ρωτήθηκε εάν ο κόσμος αντιμετωπίζει μια παγκόσμια ύφεση, ο Marc Ostwald, επικεφαλής οικονομολόγος της ADM Investor Services International, απάντησε: «Λοιπόν, έχουμε πάντα αυτόν τον μόνιμο κίνδυνο από τις εμπορικές εντάσεις και τις γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή και μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας. Αλλά αυτή τη στιγμή, αν το κοιτάξετε απλώς από τον οικονομικό κύκλο στην ΗΠΑ, δεν έχουμε (σσ: κρίση)».
«Οι αγορές είχαν φτάσει ούτως ή άλλως σε ιστορικά υψηλά, οπότε κάθε αρνητική είδηση θα μπορούσε ίσως να πυροδοτήσει την αντίδραση που είδαμε τη Δευτέρα και στα τέλη της περασμένης εβδομάδας» δήλωσε στη Deutsche Welle ο Antonio Fatas, καθηγητής Οικονομικών στη σχολή INSEAD της Σιγκαπούρης. «Ωστόσο, δεν βλέπω μία συμπαγή τάση (στα στοιχεία για την αγορά εργασίας στις ΗΠΑ) που να μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα απαισιόδοξοι». Ο καθηγητής θεωρεί ότι η ευμετάβλητη συμπεριφορά των αγορών τις τελευταίες ημέρες θυμίζει το φαινόμενο του «taper tantrum» που παρατηρήθηκε το 2013, όταν ο τότε επικεφαλής της Federal Reserve, Ben Berkake, είχε ανακοινώσει αιφνιδιαστικά τον τερματισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στις ΗΠΑ προκαλώντας εκροές ίσες με το 10% του όγκου συναλλαγών και πλήττοντας πολλά εθνικά νομίσματα στις αναδυόμενες αγορές. Όμως η ανάκαμψη ήρθε πολύ γρήγορα.
Ένας αλλος παράγοντας που συνέβαλε στο παγκόσμιο sell-off των τελευταίων ημερών είναι η επίκληση του αποκαλούμενου «κανόνα Σαμ» (Sahm rule). Πρόκειται για μία φόρμουλα που έχει πάρει το όνομά της από την Αμερικανίδα οικονομολόγο Claudia Sahm και προβλέπει ότι η ύφεση είναι απλώς θέμα χρόνου, όταν ο μέσος όρος του ποσοστού ανεργίας για τρεις διαδοχικούς μήνες υπερβαίνει κατά τουλάχιστον 0,5% το χαμηλό των προηγούμενων 12 μηνών. Πρακτικά, ο «κανόνας Σαμ» έχει προβλέψει κάθε ύφεση από την δεκαετία του ´70 μέχρι σήμερα και ασφαλώς λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από τους επενδυτές.
Μέχρι στιγμής πάντως, η αμερικανική οικονομία φαίνεται να στέλνει ενθαρρυντικά μηνύματα. Ο δείκτης ανάπτυξης φτάνει το 2,8% σε ετήσια βάση και ο πληθωρισμός μπορεί να παραμένει πάνω από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η Fed, αλλά έχει μειωθεί αισθητά σε σχέση με το 9,2% του 2022. Οι καταναλωτικές δαπάνες και ο δείκτης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης αυξήθηκαν στο β´ τρίμηνο της χρονιάς. Διατηρούνται λοιπόν οι ελπίδες ότι η αμερικανική οικονομία θα επιτύχει το επιθυμητό soft landing χωρίς να κυλήσει σε ύφεση, παρότι τα επιτόκια παραμένουν σε υψηλά εικοσαετίας.
Από την άλλη πλευρά, τα στοιχεία για την απασχόληση, αλλά και εκείνα για τη μεταποιητική δραστηριότητα που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα, υποδαυλίζουν την ανησυχία ότι η Fed θα έπρεπε να είχε κινηθεί νωρίτερα. Σήμερα οι αναλυτές της JP Morgan θεωρούν ότι οι πιθανότητες για ύφεση φτάνουν πλέον το 50%. Για την Goldman Sachs πάντως δεν υπερβαίνουν το 25%. Κάποιοι πιστεύουν ότι ο επικεφαλής της Fed, Jerome Powell, θα υποχρεωθεί από τις εξελίξεις να προχωρήσει σε νέα μείωση επιτοκίων ως τα τέλη Αυγούστου.
Το τέλος του carry trade;
Tο ράλι των τεχνολογικών κολοσσών οφειλόταν σε κάποιον βαθμό και στα αποκαλούμενα carry trades. Σε αυτή την περίπτωση ο ενδιαφερόμενος δανείζεται στο νόμισμα μίας χώρας με χαμηλά επιτόκια, όπως η Ιαπωνία, για να επενδύσει σε νόμισμα χώρας με υψηλά επιτόκια, ώστε να επωφεληθεί και από τη διαφορά των επιτοκίων.
Σύμφωνα με την Wall Street Journal, στις αρχές Ιουλίου κερδοσκοπικοί επενδυτές κατείχαν περισσότερα από 180.000 συμβόλαια, συνολικής αξίας 14 δισεκ. δολαρίων, που στοιχημάτιζαν στο ασθενέστερο γιεν. Από τη στιγμή που οι περισσότεροι έσπευσαν να κλείσουν τις θέσεις τους, η αξία των συμβολαίων αυτών περιορίστηκε στα 6 δις ευρώ την περασμένη εβδομάδα.
«Το carry trade είναι μία μορφή κερδοσκοπίας, λειτουργεί καλά μέχρι να σταματήσει να λειτουργεί» αναφέρει στη DW ο Antonio Fatas. Παράλληλα εκφράζει την έκπληξή του για το ότι, όπως δείχνουν τα πράγματα, «μερικοί επενδυτές δεν μπορούν να απορροφήσουν ούτε καν ένα επιτόκιο 0,25%». Κατά τα λοιπά, σημειώνει ο οικονομολόγος του INSEAD, «η ιαπωνική οικονομία φαίνεται να ενισχύεται και εκτιμάται ότι ο δείκτης ανάπτυξης για το β´ τρίμηνο του έτους κινείται άνω του 2%».
www.bankingnews.gr
Οικονομολόγοι και αναλυτές εμφανίζοται διχασμένοι: υπάρχουν αυτοί που συνεχίζουν να προβλέπουν μία κατάρρευση, αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν και οι καθησυχαστικοί που δεν «βλέπουν», προς το παρόν, μία παγκόσμια οικονομικη/χρηματοπιστωτική κρίση.
«Μπορούμε να δούμε σαφείς τάσεις, δηλαδή ότι οι συστηματικοί κίνδυνοι στο τρέχον χρηματοπιστωτικό και νομισματικό σύστημα αυξάνονται και ένα σενάριο του 2008 θα μπορούσε να επαναληφθεί ανά πάσα στιγμή», δήλωσε στο Sputnik ο Claudio Grass, ένας Ελβετός οικονομολόγος. «Γίνουμε ήδη μάρτυρες ενός μαζικού αποδεκατισμού της μεσαίας τάξης, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία, τους τελευταίους 18 μήνες».
Από την πλευρά του, ο Fabrizio Carmignani, καθηγητής οικονομικών στο αυστραλιανό πανεπιστήμιο του Southern Queensland, ανέφερε ότι αν και φαίνεται ότι η κατάσταση δεν μπορεί να συγκριθεί με προηγούμενες παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές κρίσεις προς το παρόν, «υπάρχει φυσικά μια γενική αποδυνάμωση της παγκόσμιας οικονομικής κατάστασης».
«Είναι πολύ νωρίς για να υπογράψουμε αν βρίσκεται σε εξέλιξη ύφεση», δηλώνει στο Sputnik ο Suranjali Tandon, επίκουρος καθηγητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Δημόσιων Οικονομικών και Πολιτικής της Ινδίας. «Αν και αυτό μπορεί να μειώσει τη ζήτηση για μετοχές, μπορεί να μην είναι κρίση εκτός και αν υπάρξει σημαντική ανατροπή στις μετοχές εταιρειών που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη», προσθέτει.
Ο Πανίκος Δημητριάδης, πρώην διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, σημειώνει ότι οι αγορές κατρακύλησαν εν μέρει λόγω των απογοητευτικών στοιχείων για την οικονομία στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Οι συμμετέχοντες στην αγορά ανησυχούν ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορεί -για άλλη μια φορά- να βρίσκονται πίσω από στη μείωση των επιτοκίων εν μέσω αποδυνάμωσης των οικονομικών συνθηκών και αυξημένης γεωπολιτικής αβεβαιότητας», είπε.
Όταν ρωτήθηκε εάν ο κόσμος αντιμετωπίζει μια παγκόσμια ύφεση, ο Marc Ostwald, επικεφαλής οικονομολόγος της ADM Investor Services International, απάντησε: «Λοιπόν, έχουμε πάντα αυτόν τον μόνιμο κίνδυνο από τις εμπορικές εντάσεις και τις γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή και μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας. Αλλά αυτή τη στιγμή, αν το κοιτάξετε απλώς από τον οικονομικό κύκλο στην ΗΠΑ, δεν έχουμε (σσ: κρίση)».
«Οι αγορές είχαν φτάσει ούτως ή άλλως σε ιστορικά υψηλά, οπότε κάθε αρνητική είδηση θα μπορούσε ίσως να πυροδοτήσει την αντίδραση που είδαμε τη Δευτέρα και στα τέλη της περασμένης εβδομάδας» δήλωσε στη Deutsche Welle ο Antonio Fatas, καθηγητής Οικονομικών στη σχολή INSEAD της Σιγκαπούρης. «Ωστόσο, δεν βλέπω μία συμπαγή τάση (στα στοιχεία για την αγορά εργασίας στις ΗΠΑ) που να μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα απαισιόδοξοι». Ο καθηγητής θεωρεί ότι η ευμετάβλητη συμπεριφορά των αγορών τις τελευταίες ημέρες θυμίζει το φαινόμενο του «taper tantrum» που παρατηρήθηκε το 2013, όταν ο τότε επικεφαλής της Federal Reserve, Ben Berkake, είχε ανακοινώσει αιφνιδιαστικά τον τερματισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στις ΗΠΑ προκαλώντας εκροές ίσες με το 10% του όγκου συναλλαγών και πλήττοντας πολλά εθνικά νομίσματα στις αναδυόμενες αγορές. Όμως η ανάκαμψη ήρθε πολύ γρήγορα.
Ένας αλλος παράγοντας που συνέβαλε στο παγκόσμιο sell-off των τελευταίων ημερών είναι η επίκληση του αποκαλούμενου «κανόνα Σαμ» (Sahm rule). Πρόκειται για μία φόρμουλα που έχει πάρει το όνομά της από την Αμερικανίδα οικονομολόγο Claudia Sahm και προβλέπει ότι η ύφεση είναι απλώς θέμα χρόνου, όταν ο μέσος όρος του ποσοστού ανεργίας για τρεις διαδοχικούς μήνες υπερβαίνει κατά τουλάχιστον 0,5% το χαμηλό των προηγούμενων 12 μηνών. Πρακτικά, ο «κανόνας Σαμ» έχει προβλέψει κάθε ύφεση από την δεκαετία του ´70 μέχρι σήμερα και ασφαλώς λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από τους επενδυτές.
Μέχρι στιγμής πάντως, η αμερικανική οικονομία φαίνεται να στέλνει ενθαρρυντικά μηνύματα. Ο δείκτης ανάπτυξης φτάνει το 2,8% σε ετήσια βάση και ο πληθωρισμός μπορεί να παραμένει πάνω από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η Fed, αλλά έχει μειωθεί αισθητά σε σχέση με το 9,2% του 2022. Οι καταναλωτικές δαπάνες και ο δείκτης επιχειρηματικής εμπιστοσύνης αυξήθηκαν στο β´ τρίμηνο της χρονιάς. Διατηρούνται λοιπόν οι ελπίδες ότι η αμερικανική οικονομία θα επιτύχει το επιθυμητό soft landing χωρίς να κυλήσει σε ύφεση, παρότι τα επιτόκια παραμένουν σε υψηλά εικοσαετίας.
Από την άλλη πλευρά, τα στοιχεία για την απασχόληση, αλλά και εκείνα για τη μεταποιητική δραστηριότητα που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα, υποδαυλίζουν την ανησυχία ότι η Fed θα έπρεπε να είχε κινηθεί νωρίτερα. Σήμερα οι αναλυτές της JP Morgan θεωρούν ότι οι πιθανότητες για ύφεση φτάνουν πλέον το 50%. Για την Goldman Sachs πάντως δεν υπερβαίνουν το 25%. Κάποιοι πιστεύουν ότι ο επικεφαλής της Fed, Jerome Powell, θα υποχρεωθεί από τις εξελίξεις να προχωρήσει σε νέα μείωση επιτοκίων ως τα τέλη Αυγούστου.
Το τέλος του carry trade;
Tο ράλι των τεχνολογικών κολοσσών οφειλόταν σε κάποιον βαθμό και στα αποκαλούμενα carry trades. Σε αυτή την περίπτωση ο ενδιαφερόμενος δανείζεται στο νόμισμα μίας χώρας με χαμηλά επιτόκια, όπως η Ιαπωνία, για να επενδύσει σε νόμισμα χώρας με υψηλά επιτόκια, ώστε να επωφεληθεί και από τη διαφορά των επιτοκίων.
Σύμφωνα με την Wall Street Journal, στις αρχές Ιουλίου κερδοσκοπικοί επενδυτές κατείχαν περισσότερα από 180.000 συμβόλαια, συνολικής αξίας 14 δισεκ. δολαρίων, που στοιχημάτιζαν στο ασθενέστερο γιεν. Από τη στιγμή που οι περισσότεροι έσπευσαν να κλείσουν τις θέσεις τους, η αξία των συμβολαίων αυτών περιορίστηκε στα 6 δις ευρώ την περασμένη εβδομάδα.
«Το carry trade είναι μία μορφή κερδοσκοπίας, λειτουργεί καλά μέχρι να σταματήσει να λειτουργεί» αναφέρει στη DW ο Antonio Fatas. Παράλληλα εκφράζει την έκπληξή του για το ότι, όπως δείχνουν τα πράγματα, «μερικοί επενδυτές δεν μπορούν να απορροφήσουν ούτε καν ένα επιτόκιο 0,25%». Κατά τα λοιπά, σημειώνει ο οικονομολόγος του INSEAD, «η ιαπωνική οικονομία φαίνεται να ενισχύεται και εκτιμάται ότι ο δείκτης ανάπτυξης για το β´ τρίμηνο του έτους κινείται άνω του 2%».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών