Το έξυπνο χρήμα βγαίνει από ομόλογα και εγκολπώνεται πραγματικά περιουσιακά στοιχεία που παρέχουν αντιστάθμιση στις πληθωριστικές πιέσεις…
Λιγότερο από μία εβδομάδα έχει απομείνει από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές (5 Νοεμβρίου), και ο διχαστικός λόγος μεταξύ των ανθυποψηφίων χτυπά… κόκκινο.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τη Rabobank, σε επίπεδο οικονομίας, οι Αμερικανοί καλούνται να απαντήσουν αν θέλουν -ή όχι- μια απομονωτική προσέγγιση στο εμπόριο και την εξωτερική πολιτική ωθώντας τους συχνά απείθαρχους συμμάχους τους να επωμιστούν το βάρος της παγκόσμιας ασφάλειας.
Αυτό δε που είναι πλέον ξεκάθαρο είναι ότι η αγορά ομολόγων και ο δείκτης δολαρίου έχουν αρχίσει να ευαισθητοποιούνται στις πιθανές επιπτώσεις άλλης μιας νίκης Trump.
Η απόδοση του δεκαετούς yield έχει αυξηθεί κατά 55 μ.β. μετά τη μείωση των επιτοκίων εκ μέρους της Federal Reserve στα μέσα Σεπτεμβρίου.
Οι δε Αμερικανοί που ανυπομονούσαν για μειώσεις επιτοκίων μάχονται και πάλι με τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων τους που ξεκινούν με το ψηφίο «7», δεδομένου ότι, όπως λέει η ολλανδική τράπεζα, τείνουν να αποτιμώνται βάσει του μακροπρόθεσμου τέλους της καμπύλης απόδοσης.
Το σχήμα της καμπύλης είναι ενδεικτικό. Ενώ η λωρίδα των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωση OIS (Overnight Index Swap) περιορίζει τις προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων από τη Fed φέτος, το spread μεταξύ της απόδοσης των 2τών έναντι των 10ετών ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου τείνει να αυξάνεται.
Σημειωτέον, στις αρχές Σεπτεμβρίου η καμπύλη απόδοσης ήταν ακόμη αντεστραμμένη, ενώ τώρα καταγράφει θετική κλίση 15,5 μ.β. – αν και η καμπύλη έχει μετατοπιστεί υψηλότερα.
Περιέργως, παρατηρεί η Rabobank, το spread των 10ετών έναντι των 30ετών δεν έχει αυξηθεί καθόλου από τότε που η Fed μείωσε τα επιτόκια.
Τι μας λέει αυτό; Εν ολίγοις, οι αγορές προσδοκούν λιγότερες μειώσεις επιτοκίων βραχυπρόθεσμα, με τον πληθωρισμό να είναι υψηλότερος σε σχέση με ό,τι έχουμε συνηθίσει στο πρόσφατο παρελθόν.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Δεδομένου ότι οι πιθανότητες του Donald Trump βελτιώνονται, οι αγορές ανατιμολογούν τα περιουσιακά στοιχεία ώστε να αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο των πολιτικών του Trump.
Ο ίδιος ο Trump δεν είναι δημοσιονομικά πειθαρχημένος: τάσσεται υπέρ των σαρωτικών μειώσεων φόρων και των δασμών, που οι περισσότεροι οικονομολόγοι θα σας πουν ότι είναι πληθωριστικοί, αλλά η νίκη Trump δεν είναι το μοναδικό που απασχολεί την αγορά ομολόγων.
Η υποψήφια των Δημοκρατικών Harris δεν είναι δημοσιονομικό «γεράκι», ενώ ανησυχητικό είναι το γεγονός πως το παγκόσμιο χρέος έχει αυξηθεί σε δυσθεώρητα ύψη καθώς τα κράτη θα έρχονται αντιμέτωπα με ολοένα περισσότερες προκλήσεις (δαπάνες για τόκους, δημογραφικό, υγεία, εθνική άμυνα).
Θεωρία ορθολογικών προσδοκιών
Σύμφωνα με τη Rabobank, η δράση των τιμών μοιάζει με νίκη για τη Θεωρία των Ορθολογικών Προσδοκιών.
Η έννοια των χαμηλών αλλά σταθερών στόχων για τον πληθωρισμό βασίζεται στην ιδέα των «ονομαστικών ακαμψιών».
Ουσιαστικά, υποστηρίζεται ότι ορισμένες τιμές στην οικονομία είναι «κολλώδεις» και ότι οι αγορές δεν αυτοεξισορροπούνται με τον τρόπο που προτείνουν οι κλασικοί οικονομολόγοι.
Παράδειγμα αυτού μπορεί να είναι η μείωση του όγκου των πωλήσεων κατοικιών στις ΗΠΑ, καθώς οι πωλητές αρνούνται να προσαρμόσουν τις προσδοκίες για τις τιμές ώστε να αντικατοπτρίζουν τις επικρατούσες οικονομικές συνθήκες.
Ένα άλλο παράδειγμα μπορεί να είναι η προτεινόμενη μείωση κατά 10% στους μισθούς των εργαζομένων της Volkswagen στη Γερμανία, η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι η Ευρώπη χάνει τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι προσφορές της αγοράς (για σπίτια και εργασία) παρέμειναν σταθερές και μη προσαρμοσμένες στην ψυχρή οικονομική πραγματικότητα.
Η διαφορά προσφοράς/ζήτησης διευρύνεται και η δραστηριότητα συναλλαγών σταματά.
Πώς λύνουν ένα τέτοιο πρόβλημα οι νεοκεϋνσιανοί οικονομολόγοι που κυριαρχούν στις κεντρικές τράπεζες και τα εθνικά ταμεία;
Λιπαίνουν τους τροχούς της οικονομικής μηχανής δημιουργώντας αρκετό πληθωρισμό ώστε οι τιμές της προσφοράς να αυξηθούν τόσο ώστε να ανταποκριθούν στην τιμές πώλησης.
Μπορεί να λάβουμε τέτοιους είδους σκέψεις, όταν η Καγκελάριος του Ηνωμένου Βασιλείου Rachel Reeves θα παραδώσει τον πρώτο της προϋπολογισμό.
Σε ένα έγγραφο που πιθανότατα δεν θα έχει εκπλήξεις, η Reeves πρόκειται να επαναπροσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο μετρά το χρέος ώστε να μπορεί να δανειστεί περισσότερα για να «επενδύσει».
Το χρέος του Ηνωμένου Βασιλείου προς το ΑΕΠ υπερβαίνει ήδη το 90% - κατώφλι που η Carmen Reinhart και ο Ken Rogoff υπολόγισαν ότι είναι το σημείο στο οποίο ο κεϋνσιανός πολλαπλασιαστής πέφτει κάτω από το ένα.
Με απλούς όρους, αυτό σημαίνει ότι για κάθε επιπλέον δολάριο που ξοδεύει η κυβέρνηση το ΑΕΠ αυξάνεται κατά λιγότερο από ένα δολάριο, καθιστώντας έτσι τα μέτρα τόνωσης του δανεισμού και των δαπανών αυτοκαταστροφικά καθώς το χρέος αυξάνεται ταχύτερα από το ΑΕΠ.
Κύκλος καταστροφής
Πώς μπορεί να ξεφύγει ένα κράτος από αυτό τον κύκλο καταστροφής;
Οι επιλογές είναι χρεοκοπία ή λιτότητα. Σύμφωνα με τη Rabobank, «μπορούμε να αποκλείσουμε τη λιτότητα ως κάτι που καμία κυβέρνηση δεν είναι αρκετά γενναία (ή ανόητη) για να προτείνει στα σοβαρά, αφού προηγούμενες προσπάθειες του George Osborne και του Wolfgang Schaeuble ήταν καταστροφικές.
Στην περίπτωση της χρεοκοπίας, οι χώρες που δεν μπορούν να εκδώσουν δικό τους νόμισμα υφίστανται σκληρή χρεοκοπία (σκεφτείτε την Ελλάδα), ενώ οι κυβερνήσεις που εκδίδουν κρατικά νομίσματα έχουν την πολυτέλεια να χρεοκοπούν κρυφά υποτιμώντας τα νομίσματά τους.
Αυτό είναι το σενάριο χρηματοπιστωτικής καταστολής βάσει του οποίου οι ομολογιούχοι αυτοί που χρηματοδοτούν τη δημοσιονομική σπατάλη διατηρώντας στο χαρτοφυλάκιό τους τίτλους που αποφέρουν αρνητικές πραγματικές αποδόσεις.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το έξυπνο χρήμα βγαίνει από ομόλογα και εγκολπώνεται πραγματικά περιουσιακά στοιχεία που παρέχουν αντιστάθμιση στις πληθωριστικές πιέσεις.
(Την εποχή της ελληνικής χρεοκοπίας, οι ελληνικοί τίτλοι αποκαλούνταν στις χρηματοπιστωτικές αγορές χλευαστικά «ομόλογα ούζου» - κάτι το οποίο αποτελούσε ξεκάθαρα υπαινιγμό για την απόδοση των ομολόγων, η οποία, ούσα στο 40%, προσομοίαζε αριθμητικά με την περιεκτικότητα του ελληνικού εθνικού ποτού σε αλκοόλ.)
Δεδομένου ότι ο δείκτης S&P500 αυξάνεται περισσότερο από 22% YTD και τα μακροχρόνια yields βαίνουν την ανηφόρα, αυτό είναι το μέλλον που οραματίζονται τώρα οι αγορές σε κάτι που αρχίζει να μοιάζει με κρίση χρέους;
www.bankingnews.gr
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τη Rabobank, σε επίπεδο οικονομίας, οι Αμερικανοί καλούνται να απαντήσουν αν θέλουν -ή όχι- μια απομονωτική προσέγγιση στο εμπόριο και την εξωτερική πολιτική ωθώντας τους συχνά απείθαρχους συμμάχους τους να επωμιστούν το βάρος της παγκόσμιας ασφάλειας.
Αυτό δε που είναι πλέον ξεκάθαρο είναι ότι η αγορά ομολόγων και ο δείκτης δολαρίου έχουν αρχίσει να ευαισθητοποιούνται στις πιθανές επιπτώσεις άλλης μιας νίκης Trump.
Η απόδοση του δεκαετούς yield έχει αυξηθεί κατά 55 μ.β. μετά τη μείωση των επιτοκίων εκ μέρους της Federal Reserve στα μέσα Σεπτεμβρίου.
Οι δε Αμερικανοί που ανυπομονούσαν για μειώσεις επιτοκίων μάχονται και πάλι με τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων τους που ξεκινούν με το ψηφίο «7», δεδομένου ότι, όπως λέει η ολλανδική τράπεζα, τείνουν να αποτιμώνται βάσει του μακροπρόθεσμου τέλους της καμπύλης απόδοσης.
Το σχήμα της καμπύλης είναι ενδεικτικό. Ενώ η λωρίδα των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωση OIS (Overnight Index Swap) περιορίζει τις προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων από τη Fed φέτος, το spread μεταξύ της απόδοσης των 2τών έναντι των 10ετών ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου τείνει να αυξάνεται.
Σημειωτέον, στις αρχές Σεπτεμβρίου η καμπύλη απόδοσης ήταν ακόμη αντεστραμμένη, ενώ τώρα καταγράφει θετική κλίση 15,5 μ.β. – αν και η καμπύλη έχει μετατοπιστεί υψηλότερα.
Περιέργως, παρατηρεί η Rabobank, το spread των 10ετών έναντι των 30ετών δεν έχει αυξηθεί καθόλου από τότε που η Fed μείωσε τα επιτόκια.
Τι μας λέει αυτό; Εν ολίγοις, οι αγορές προσδοκούν λιγότερες μειώσεις επιτοκίων βραχυπρόθεσμα, με τον πληθωρισμό να είναι υψηλότερος σε σχέση με ό,τι έχουμε συνηθίσει στο πρόσφατο παρελθόν.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Δεδομένου ότι οι πιθανότητες του Donald Trump βελτιώνονται, οι αγορές ανατιμολογούν τα περιουσιακά στοιχεία ώστε να αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατεί στον κόσμο των πολιτικών του Trump.
Ο ίδιος ο Trump δεν είναι δημοσιονομικά πειθαρχημένος: τάσσεται υπέρ των σαρωτικών μειώσεων φόρων και των δασμών, που οι περισσότεροι οικονομολόγοι θα σας πουν ότι είναι πληθωριστικοί, αλλά η νίκη Trump δεν είναι το μοναδικό που απασχολεί την αγορά ομολόγων.
Η υποψήφια των Δημοκρατικών Harris δεν είναι δημοσιονομικό «γεράκι», ενώ ανησυχητικό είναι το γεγονός πως το παγκόσμιο χρέος έχει αυξηθεί σε δυσθεώρητα ύψη καθώς τα κράτη θα έρχονται αντιμέτωπα με ολοένα περισσότερες προκλήσεις (δαπάνες για τόκους, δημογραφικό, υγεία, εθνική άμυνα).
Θεωρία ορθολογικών προσδοκιών
Σύμφωνα με τη Rabobank, η δράση των τιμών μοιάζει με νίκη για τη Θεωρία των Ορθολογικών Προσδοκιών.
Η έννοια των χαμηλών αλλά σταθερών στόχων για τον πληθωρισμό βασίζεται στην ιδέα των «ονομαστικών ακαμψιών».
Ουσιαστικά, υποστηρίζεται ότι ορισμένες τιμές στην οικονομία είναι «κολλώδεις» και ότι οι αγορές δεν αυτοεξισορροπούνται με τον τρόπο που προτείνουν οι κλασικοί οικονομολόγοι.
Παράδειγμα αυτού μπορεί να είναι η μείωση του όγκου των πωλήσεων κατοικιών στις ΗΠΑ, καθώς οι πωλητές αρνούνται να προσαρμόσουν τις προσδοκίες για τις τιμές ώστε να αντικατοπτρίζουν τις επικρατούσες οικονομικές συνθήκες.
Ένα άλλο παράδειγμα μπορεί να είναι η προτεινόμενη μείωση κατά 10% στους μισθούς των εργαζομένων της Volkswagen στη Γερμανία, η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι η Ευρώπη χάνει τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι προσφορές της αγοράς (για σπίτια και εργασία) παρέμειναν σταθερές και μη προσαρμοσμένες στην ψυχρή οικονομική πραγματικότητα.
Η διαφορά προσφοράς/ζήτησης διευρύνεται και η δραστηριότητα συναλλαγών σταματά.
Πώς λύνουν ένα τέτοιο πρόβλημα οι νεοκεϋνσιανοί οικονομολόγοι που κυριαρχούν στις κεντρικές τράπεζες και τα εθνικά ταμεία;
Λιπαίνουν τους τροχούς της οικονομικής μηχανής δημιουργώντας αρκετό πληθωρισμό ώστε οι τιμές της προσφοράς να αυξηθούν τόσο ώστε να ανταποκριθούν στην τιμές πώλησης.
Μπορεί να λάβουμε τέτοιους είδους σκέψεις, όταν η Καγκελάριος του Ηνωμένου Βασιλείου Rachel Reeves θα παραδώσει τον πρώτο της προϋπολογισμό.
Σε ένα έγγραφο που πιθανότατα δεν θα έχει εκπλήξεις, η Reeves πρόκειται να επαναπροσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο μετρά το χρέος ώστε να μπορεί να δανειστεί περισσότερα για να «επενδύσει».
Το χρέος του Ηνωμένου Βασιλείου προς το ΑΕΠ υπερβαίνει ήδη το 90% - κατώφλι που η Carmen Reinhart και ο Ken Rogoff υπολόγισαν ότι είναι το σημείο στο οποίο ο κεϋνσιανός πολλαπλασιαστής πέφτει κάτω από το ένα.
Με απλούς όρους, αυτό σημαίνει ότι για κάθε επιπλέον δολάριο που ξοδεύει η κυβέρνηση το ΑΕΠ αυξάνεται κατά λιγότερο από ένα δολάριο, καθιστώντας έτσι τα μέτρα τόνωσης του δανεισμού και των δαπανών αυτοκαταστροφικά καθώς το χρέος αυξάνεται ταχύτερα από το ΑΕΠ.
Κύκλος καταστροφής
Πώς μπορεί να ξεφύγει ένα κράτος από αυτό τον κύκλο καταστροφής;
Οι επιλογές είναι χρεοκοπία ή λιτότητα. Σύμφωνα με τη Rabobank, «μπορούμε να αποκλείσουμε τη λιτότητα ως κάτι που καμία κυβέρνηση δεν είναι αρκετά γενναία (ή ανόητη) για να προτείνει στα σοβαρά, αφού προηγούμενες προσπάθειες του George Osborne και του Wolfgang Schaeuble ήταν καταστροφικές.
Στην περίπτωση της χρεοκοπίας, οι χώρες που δεν μπορούν να εκδώσουν δικό τους νόμισμα υφίστανται σκληρή χρεοκοπία (σκεφτείτε την Ελλάδα), ενώ οι κυβερνήσεις που εκδίδουν κρατικά νομίσματα έχουν την πολυτέλεια να χρεοκοπούν κρυφά υποτιμώντας τα νομίσματά τους.
Αυτό είναι το σενάριο χρηματοπιστωτικής καταστολής βάσει του οποίου οι ομολογιούχοι αυτοί που χρηματοδοτούν τη δημοσιονομική σπατάλη διατηρώντας στο χαρτοφυλάκιό τους τίτλους που αποφέρουν αρνητικές πραγματικές αποδόσεις.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, το έξυπνο χρήμα βγαίνει από ομόλογα και εγκολπώνεται πραγματικά περιουσιακά στοιχεία που παρέχουν αντιστάθμιση στις πληθωριστικές πιέσεις.
(Την εποχή της ελληνικής χρεοκοπίας, οι ελληνικοί τίτλοι αποκαλούνταν στις χρηματοπιστωτικές αγορές χλευαστικά «ομόλογα ούζου» - κάτι το οποίο αποτελούσε ξεκάθαρα υπαινιγμό για την απόδοση των ομολόγων, η οποία, ούσα στο 40%, προσομοίαζε αριθμητικά με την περιεκτικότητα του ελληνικού εθνικού ποτού σε αλκοόλ.)
Δεδομένου ότι ο δείκτης S&P500 αυξάνεται περισσότερο από 22% YTD και τα μακροχρόνια yields βαίνουν την ανηφόρα, αυτό είναι το μέλλον που οραματίζονται τώρα οι αγορές σε κάτι που αρχίζει να μοιάζει με κρίση χρέους;
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών