H αναδιαμόρφωση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού με τρόπους που ελαχιστοποιούν το ρίσκο δεν θα είναι εύκολη - Οι περίπλοκες εμπορικές σχέσεις είναι δύσκολο και δαπανηρό να αντιγραφούν
Στις 14 Μαΐου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, απείλησε να διακόψει την οικονομική σχέση των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα και σε συνέντευξή του στο Fox Business δήλωσε πως, «υπάρχουν πολλά πράγματα που θα μπορούσαμε να κάνουμε... Θα μπορούσαμε να διακόψουμε ολόκληρη την σχέση.
Τώρα αν το έκανες αυτό, τι θα συνέβαινε;
Θα εξοικονομούσες 500 δισεκατομμύρια δολάρια».
Ήταν η πιο ακραία ρητορική του Trump μέχρι σήμερα, αλλά δεν ήταν έξω από το κλίμα που επικρατεί στην Ουάσινγκτον τονίζει σε ανάλυσή του το Foreign Affairs.
Τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί συμφωνούν ότι η Κίνα έχει μετατραπεί από έναν ανταγωνιστή σε αντίπαλο, και ίσως ακόμη και σε εχθρό.
Καθώς οι εντάσεις έχουν αυξηθεί ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορωνοϊού, η οποία προήλθε από την Κίνα και που το Πεκίνο προσπάθησε αρχικά να κρύψει, η κυβέρνηση Trump έχει λάβει μέτρα για να περιορίσει τις οικονομικές σχέσεις.
Τον περασμένο μήνα, καθοδήγησε το Συμβούλιο Επενδύσεων του Ομοσπονδιακό Συνταξιοδοτικού Ταμείου (Federal Retirement Thrift Investment Board), το οποίο διαχειρίζεται εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια από κρατικές αποταμιεύσεις συνταξιοδότησης, να σταματήσει τις επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες.
Επίσης, εμπόδισε τον κινεζικό κατασκευαστή τηλεπικοινωνιών Huawei να χρησιμοποιήσει αμερικανική τεχνολογία για τον σχεδιασμό ή την παραγωγή τσιπ ημιαγωγών.
Και αφότου η Κίνα επέβαλε νέους νόμους περί εθνικής ασφάλειας στο Χονγκ Κονγκ, ο Trump ανακοίνωσε ότι θα ανακαλέσει τα ειδικά εμπορικά προνόμια της περιοχής.
Η Ουάσιγκτον έχει αποκτήσει εμμονή με την «αποσύνδεση» (decoupling) -την ιδέα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα πρέπει να διακόψουν τις πολύπλοκες αλυσίδες εφοδιασμού που τις συνδέουν.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν «επαναπατρίσουν» (“re-shore”) αυτές τις αλυσίδες εφοδιασμού μετά την πανδημία, ο εμπορικός σύμβουλος του Trump, Peter Navarro (ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Death by China), προειδοποίησε πρόσφατα ότι «θα βυθιστούν στην άβυσσο».
Όμως, παρ’ όλο τον επίσημο ενθουσιασμό για την αποσύνδεση, υπάρχει μικρή συμφωνία για το τι θα συνεπαγόταν πραγματικά.
Η αποσύνδεση σημαίνει μείωση των οικονομικών αδυναμιών των ΗΠΑ;
Το να γίνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες λιγότερο εξαρτημένες από την Κίνα;
Να γίνει εκμετάλλευση της εξάρτησης της Κίνας από την τεχνολογία των ΗΠΑ;
Να αποσυρθούν γενικά από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου;
Η μετατροπή οποιασδήποτε από αυτές τις προτάσεις σε πραγματικές πολιτικές θα απαιτούσε ένα επίπεδο τεχνικών γνώσεων που ούτε η κυβέρνηση των ΗΠΑ ούτε ο ιδιωτικός τομέας έχουν αυτήν την στιγμή.
Το να γίνουν βήματα προς τα εμπρός στα τυφλά, επιπλέον, έχει τον κίνδυνο να βλάψει τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς και την Κίνα.
Οι βιαστικές προσπάθειες για τον περιορισμό των επικίνδυνων εξαρτήσεων από την Κίνα θα μπορούσαν να καταλήξουν σε διακοπή των υγιών και σημαντικών οικονομικών σχέσεων με όχι μόνο την χώρα αυτή αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο.
Για παράδειγμα, ο αποκλεισμός της πρόσβασης της Huawei στην τεχνολογία των ΗΠΑ ίσως απλώς να ενθαρρύνει ξένες εταιρείες να επανασχεδιάσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους γύρω από μη αμερικανικές τεχνολογίες.
Αντί για αποσύνδεση, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει συνεπώς να σκεφτούν να «επανασυνδέσουν» τις παγκόσμιες σχέσεις εφοδιασμού με τρόπους που θα κάνουν τις ΗΠΑ λιγότερο ευάλωτες σε ατυχήματα και επιθέσεις.
Για να γίνει αυτό, ωστόσο, θα απαιτηθεί από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ να αναπτύξουν ένα εντελώς νέο σώμα εξειδίκευσης.
Διασυνδεδεμένες Οικονομίες
Η αποσύνδεση των χωρών με πολύπλοκες οικονομικές σχέσεις είναι σαν να μια δύσκολη χειρουργική επέμβαση.
Και καλό θα είναι κάποιος να έχει μια καλή ιδέα για το πού βρίσκονται τα ζωτικά όργανα του ασθενούς πριν αρχίσει να κόβει.
Η κυβέρνηση Trump το έμαθε με τον σκληρό τρόπο τον Απρίλιο του 2018, όταν επέβαλε κυρώσεις στον ρωσικό γίγαντα αλουμινίου United Company Rusal ως αντίποινα για την παρέμβαση της Μόσχας στις εκλογές των ΗΠΑ το 2016. Προέκυψε ότι η Rusal φτιάχνει ένα εξειδικευμένο προϊόν αλουμινίου που είναι ζωτικής σημασίας για τους ευρωπαϊκούς κατασκευαστές αυτοκινήτων, οι οποίοι ξαφνικά έπρεπε να ανησυχούν για την καταβολή τεράστιων προστίμων εάν συνέχιζαν να συνεργάζονται με την ρωσική εταιρεία.
Η αντίδραση της αυτοκινητοβιομηχανίας πίεσε τελικά την κυβέρνηση Trump να υποχωρήσει και να άρει τις κυρώσεις.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ κάνουν τώρα μια παρόμοια ανακάλυψη για την Κίνα: η οικονομία της δεν είναι ένας διακριτός οργανισμός που μπορεί εύκολα να διαχωριστεί από την παγκόσμια οικονομία αλλά μάλλον πρόκειται για ένα σιαμαίο δίδυμο, που συνδέεται με νευρικό ιστό, κοινά όργανα και ένα κοινό κυκλοφορικό σύστημα.
Η πανδημία του κορωνοϊού αποκάλυψε τις κρυμμένες ευπάθειες αυτού του διασυνδεδεμένου συστήματος αλυσίδων εφοδιασμού, ειδικά σχετικά με τον ιατρικό εξοπλισμό.
Οι αυξανόμενες εντάσεις στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας έχουν αποκαλύψει παρόμοιες κρυμμένες ευπάθειες στον τομέα της τεχνολογίας, μεταξύ άλλων τομέων.
Αλλά το να διακοπεί η λάθος αλυσίδα εφοδιασμού μπορεί να έχει απρόσμενα αποτελέσματα, όπως συνέβη στην περίπτωση της Rusal.
Και η απλή διακοπή είναι ανεπαρκής: είναι επίσης απαραίτητο να επανασυνδεθούν οι αλυσίδες εφοδιασμού με τρόπους που να τις καθιστούν πιο ανθεκτικές.
Η παγκόσμια οικονομία έχει γίνει πολύ πιο περίπλοκη και πολύ πιο διασυνδεδεμένη τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά η εξειδίκευση στην εξωτερική πολιτική έχει μείνει πίσω.
Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής που εργάζονταν για την πυρηνική στρατηγική μιλούσαν τακτικά με πυρηνικούς επιστήμονες που κατανοούσαν την λειτουργία των όπλων που αναπτύσσονταν.
Οι αλυσίδες εφοδιασμού είναι σχεδόν τόσο περίπλοκες όσο η πυρηνική φυσική, αλλά όσοι τις μελετούν σπάνια έρχονται σε επαφή με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν τώρα ένα δίλημμα παρόμοιο με εκείνο που αντιμετώπιζαν οι χειρουργοί στην αυγή της εποχής της σύγχρονης ιατρικής: πιεστική ζήτηση για την επίλυση προβλημάτων, αλλά περιορισμένη γνώση για το πώς μπορεί να γίνει αυτό.
Οι σημερινοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να καταλάβουν αόριστα ότι ορισμένες οικονομικές σχέσεις που φαίνονται υγιείς έχουν γίνει επικίνδυνες και μερικές μέχρι και γαγγραινώδεις.
Αλλά δεν ξέρουν ποιες σχέσεις πρέπει να σωθούν, ποιες θα πρέπει να αποκοπούν, και ποιες θα πρέπει να αναδιαταχθούν -και εργάζονται με λίγα περισσότερα από προσευχές και στιγματισμένα από αίμα πριόνια.
Ο ορθός δρόμος
Για να προσδιοριστεί το πού και το πώς πρέπει να επανασχεδιαστούν οι αλυσίδες εφοδιασμού των ΗΠΑ, η αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να βελτιώσει σε μεγάλο βαθμό την κατανόησή της για την φυσική οικονομία -τις σχέσεις εφοδιασμού που κρατούν συνεκτική την οικονομία αλλά τις οποίες οι περισσότεροι οικονομολόγοι αγνοούν. Πράττοντας έτσι, μπορεί να οικοδομήσει επί ορισμένων θυλάκων αριστείας.
Το Υπουργείο Άμυνας έχει άτομα που κατανοούν τις αλυσίδες εφοδιασμού, αν και [κυρίως] στο εξειδικευμένο πλαίσιο των στρατιωτικών δαπανών.
Το Γραφείο Ελέγχου Εξωτερικών Περιουσιακών Στοιχείων (Office of Foreign Assets Control) του Υπουργείου Οικονομικών έχει επίσης συσσωρεύσει εξειδικευμένες γνώσεις σχετικά με τις αλυσίδες εφοδιασμού, προκειμένου να διαχειριστεί την πολιτική κυρώσεων των ΗΠΑ.
Εξακολουθεί μερικές φορές να αντιλαμβάνεται τα πράγματα λανθασμένα -δεν προείδε ότι οι κυρώσεις στο ρωσικό αλουμίνιο θα κατέστρεφαν την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία- αλλά αναπτύσσει μια βαθιά κατανόηση του πώς λειτουργεί πραγματικά η παγκόσμια οικονομία.
Το Διεθνές Κέντρο Εμπορίου (International Trade Centre) άρχισε επίσης να χαρτογραφεί αλυσίδες εφοδιασμού χρησιμοποιώντας στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο κοινό.
Όλες αυτές οι υπηρεσίες θα πρέπει να συντονίσουν τις προσπάθειές τους για να σχεδιάσουν τις σχέσεις εφοδιασμού πιο επισταμένα, ίσως μέσω μιας νέας θεσμικής ρύθμισης που θα εποπτεύεται από ένα αναζωογονημένο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας.
Αλλά ακόμη και μια καλύτερα συντονισμένη αμερικανική κυβέρνηση θα χρειαστεί να αξιοποιήσει εξωτερική εμπειρογνωμοσύνη.
Όπως έκαναν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να αρχίσουν να μιλούν με άτομα με βαθιά τεχνολογική γνώση -για αλυσίδες εφοδιασμού αυτή την φορά, αντί για αλυσιδωτές αντιδράσεις.
Μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους υπάρχουν στην βιομηχανία: οι διευθυντές αλυσίδων εφοδιασμού και εφοδιαστικής (supply chain and logistics managers).
Άλλοι είναι στον ακαδημαϊκό χώρο, όπου μελετούν τις σχέσεις καθώς και τις αγορές που αποτελούν την πραγματική οικονομία.
Μόνο όταν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συγκεντρώσουν την απαιτούμενη γνώση και εξειδίκευση, θα είναι σε θέση να εντοπίσουν τρωτά σημεία -τις εταιρείες και τις σχέσεις που δημιουργούν σημεία συμφόρησης και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να θέσουν κινδύνους για την ασφάλεια των ΗΠΑ εάν αποσυρθούν από τις αλυσίδες εφοδιασμού.
Οι οικονομολόγοι του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ, Vasco Carvalho, Matthew Elliott και John Spray, έχουν αρχίσει να χαρτογραφούν αυτές τις σχέσεις εφοδιασμού.
Υποστηρίζουν ότι είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί ένας συνδυασμός αλγορίθμων μηχανικής μάθησης και ομαδοποίησης για τον προσδιορισμό των σχέσεων εφοδιασμού και των «εταιρειών συμφόρησης» (“bottleneck firms”) που δεν μπορούν να αποκοπούν χωρίς να δημιουργήσουν ευρύτερες οικονομικές συνέπειες.
Όταν τέτοιες σχέσεις ή εταιρείες βρίσκονται σε δυνητικά εχθρικές δικαιοδοσίες [χώρες] ή είναι ευάλωτες σε εχθρικούς παράγοντες, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να αποφασίσουν ότι είναι απαραίτητες οι προσαρμογές της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Αυτές οι προσαρμογές δεν θα ισοδυναμούν με συνολική «αποσύνδεση» αλλά μάλλον με στοχευμένες προσπάθειες «επανασύνδεσης» που κατευθύνονται στην ενσωμάτωση αλυσίδων εφοδιασμού μέσα σε βιώσιμα πλαίσια που εξισορροπούν την ανάγκη για αποτελεσματικότητα έναντι των πρόσφατα ορατών κινδύνων ασφαλείας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να σημαίνει μείωση της εξάρτησης από βασικές εταιρείες.
Σε άλλες, μπορεί να περιλαμβάνει την προώθηση νέων σχέσεων εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων εταιρειών σε άλλες δικαιοδοσίες.
Το κρίσιμο σημείο είναι ότι δεν έχουν το ίδιο ρίσκο όλες οι επιχειρήσεις, οι προμηθευτές ή οι χώρες και ότι μπορεί να είναι καλύτερο να δημιουργηθεί ένα πλεόνασμα έναντι πιθανών σημείων συμφόρησης παρά να αποκοπούν εντελώς.
Η αναδιαμόρφωση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού με τρόπους που ελαχιστοποιούν το ρίσκο δεν θα είναι εύκολη. Οι περίπλοκες εμπορικές σχέσεις είναι δύσκολο και δαπανηρό να αντιγραφούν.
Ως αποτέλεσμα, οι βιομήχανοι είναι απίθανο να διαφοροποιήσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους, εκτός εάν είναι υποχρεωμένοι να το πράξουν και θα προσθέσουν το κόστος των πλεονασμάτων [στμ: περίσσεια εμπορευμάτων που θα είναι αναγκασμένοι να δημιουργήσουν] στα τελικά προϊόντα τους.
Η καλύτερη προσέγγιση μπορεί επομένως να είναι αυτό που η Susan Helper, η οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο Case Western Reserve, αποκαλεί την προσέγγιση «high road» [ορθού δρόμου] στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Οι εταιρείες προσπαθούν συχνά να μειώσουν το κόστος χρησιμοποιώντας προμηθευτές σε χαλαρές δικαιοδοσίες, αλλά με αυτόν τον τρόπο, υποστηρίζει η Helper, αποδυναμώνουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους.
Η βελτίωση των κανονισμών μπορεί να αποτρέψει τέτοια αποτελέσματα.
Η Helper προσφέρει ένα παράδειγμα από την φαρμακευτική βιομηχανία.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες απαιτούσαν καλύτερη επισήμανση [labeling] (που να εξηγεί ποια συστατικά κατασκευάζονται και πού), και πραγματοποιούσαν αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις σε υπερπόντιες εγκαταστάσεις, οι κατασκευαστές φαρμάκων ενδέχεται να ήταν λιγότερο διατεθειμένοι να παράγουν ζωτικά φάρμακα σε περιοχές χαμηλού κόστους με τον φόβο ότι οι πελάτες θα σταματήσουν να τα αγοράζουν και οι ρυθμιστικές Αρχές θα αναλάμβαναν δράση.
Ως αποτέλεσμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μείωναν την εξάρτησή τους από ξένους κατασκευαστές φαρμακευτικών προϊόντων.
Δράση και αντίδραση
Ανεξάρτητα από το τι λέει ο Trump, θα είναι αδύνατο να διαχωριστούν πλήρως οι οικονομίες των ΗΠΑ και της Κίνας -και ακόμη περισσότερο να αποκοπεί η οικονομία των ΗΠΑ από τον κόσμο.
Κάθε δράση των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα -επιθετική ή αμυντική- θα συνεχίσει επομένως να παράγει μια κινεζική αντίδραση την οποία θα αισθάνονται οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Τα οφέλη του αποκλεισμού της πρόσβασης της Huawei στην τεχνολογία των ΗΠΑ, για παράδειγμα, είναι ήδη σαφώς αδιαχώριστα από τους κινδύνους.
Η Κίνα μπορεί να προβεί σε αντίποινα.
Σίγουρα θα διπλασιάσει τις προσπάθειές της για την ανάπτυξη εξελιγμένων ημιαγωγών.
Ξένες επιχειρήσεις και χώρες ίσως να αποφασίσουν ότι μπορούν να ελαχιστοποιήσουν καλύτερα τον κίνδυνο περιορίζοντας τις επαφές τους με την οικονομία των ΗΠΑ.
Με άλλα λόγια, η αποκοπή της Κίνας από το αμερικανικό σύστημα καινοτομίας πιθανότατα θα ωθήσει την Κίνα να αποκόψει τις Ηνωμένες Πολιτείες από το δικό της σύστημα καινοτομίας -και θα μπορούσε να κάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες να χάσουν την πρόσβαση και σε άλλα συστήματα καινοτομίας, επίσης.
Καθώς η αντιπαλότητα ΗΠΑ-Κίνας εντείνεται, θα πρέπει να τύχει διαχείρισης, όπως ακριβώς κι ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-Σοβιετικής Ένωσης, μέσω της εξειδίκευσης, του risk management, και προσεκτικών προσπαθειών για την δημιουργία αμοιβαίας κατανόησης.
Αλλά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα πρέπει να στρατολογήσουν νέα είδη ειδικών για να αναπτύξουν τα δόγματα, τα στρατηγήματα, και τις τακτικές για την διαχείριση ενός συνδεδεμένου αντιπάλου.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να δημιουργήσουν νέα είδη γνώσεων και ειδίκευσης, προωθώντας μια κοινότητα ειδικών και επαγγελματιών που κατανοούν την εφοδιαστική (logistics) καθώς και την εθνική ασφάλεια.
Τέλος, θα πρέπει να ευθυγραμμίσουν την βιομηχανική στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών με εκείνες των συμμάχων των ΗΠΑ στην Ευρώπη και την Ασία που επεξεργάζονται τις δικές τους προτάσεις επαναπατρισμού [της βιομηχανικής παραγωγής].
Όλα αυτά σημαίνουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να επικεντρωθούν στην επανασύνδεση και όχι στην αποσύνδεση, στην επαναδιευθέτηση παρά στην υποχώρηση.
Για το Foreign Affairs, Henry Farrell και Abraham Newman
www.bankingnews.gr
Τώρα αν το έκανες αυτό, τι θα συνέβαινε;
Θα εξοικονομούσες 500 δισεκατομμύρια δολάρια».
Ήταν η πιο ακραία ρητορική του Trump μέχρι σήμερα, αλλά δεν ήταν έξω από το κλίμα που επικρατεί στην Ουάσινγκτον τονίζει σε ανάλυσή του το Foreign Affairs.
Τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί συμφωνούν ότι η Κίνα έχει μετατραπεί από έναν ανταγωνιστή σε αντίπαλο, και ίσως ακόμη και σε εχθρό.
Καθώς οι εντάσεις έχουν αυξηθεί ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορωνοϊού, η οποία προήλθε από την Κίνα και που το Πεκίνο προσπάθησε αρχικά να κρύψει, η κυβέρνηση Trump έχει λάβει μέτρα για να περιορίσει τις οικονομικές σχέσεις.
Τον περασμένο μήνα, καθοδήγησε το Συμβούλιο Επενδύσεων του Ομοσπονδιακό Συνταξιοδοτικού Ταμείου (Federal Retirement Thrift Investment Board), το οποίο διαχειρίζεται εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια από κρατικές αποταμιεύσεις συνταξιοδότησης, να σταματήσει τις επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες.
Επίσης, εμπόδισε τον κινεζικό κατασκευαστή τηλεπικοινωνιών Huawei να χρησιμοποιήσει αμερικανική τεχνολογία για τον σχεδιασμό ή την παραγωγή τσιπ ημιαγωγών.
Και αφότου η Κίνα επέβαλε νέους νόμους περί εθνικής ασφάλειας στο Χονγκ Κονγκ, ο Trump ανακοίνωσε ότι θα ανακαλέσει τα ειδικά εμπορικά προνόμια της περιοχής.
Η Ουάσιγκτον έχει αποκτήσει εμμονή με την «αποσύνδεση» (decoupling) -την ιδέα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα πρέπει να διακόψουν τις πολύπλοκες αλυσίδες εφοδιασμού που τις συνδέουν.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν «επαναπατρίσουν» (“re-shore”) αυτές τις αλυσίδες εφοδιασμού μετά την πανδημία, ο εμπορικός σύμβουλος του Trump, Peter Navarro (ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Death by China), προειδοποίησε πρόσφατα ότι «θα βυθιστούν στην άβυσσο».
Όμως, παρ’ όλο τον επίσημο ενθουσιασμό για την αποσύνδεση, υπάρχει μικρή συμφωνία για το τι θα συνεπαγόταν πραγματικά.
Η αποσύνδεση σημαίνει μείωση των οικονομικών αδυναμιών των ΗΠΑ;
Το να γίνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες λιγότερο εξαρτημένες από την Κίνα;
Να γίνει εκμετάλλευση της εξάρτησης της Κίνας από την τεχνολογία των ΗΠΑ;
Να αποσυρθούν γενικά από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου;
Η μετατροπή οποιασδήποτε από αυτές τις προτάσεις σε πραγματικές πολιτικές θα απαιτούσε ένα επίπεδο τεχνικών γνώσεων που ούτε η κυβέρνηση των ΗΠΑ ούτε ο ιδιωτικός τομέας έχουν αυτήν την στιγμή.
Το να γίνουν βήματα προς τα εμπρός στα τυφλά, επιπλέον, έχει τον κίνδυνο να βλάψει τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς και την Κίνα.
Οι βιαστικές προσπάθειες για τον περιορισμό των επικίνδυνων εξαρτήσεων από την Κίνα θα μπορούσαν να καταλήξουν σε διακοπή των υγιών και σημαντικών οικονομικών σχέσεων με όχι μόνο την χώρα αυτή αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο.
Για παράδειγμα, ο αποκλεισμός της πρόσβασης της Huawei στην τεχνολογία των ΗΠΑ ίσως απλώς να ενθαρρύνει ξένες εταιρείες να επανασχεδιάσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους γύρω από μη αμερικανικές τεχνολογίες.
Αντί για αποσύνδεση, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει συνεπώς να σκεφτούν να «επανασυνδέσουν» τις παγκόσμιες σχέσεις εφοδιασμού με τρόπους που θα κάνουν τις ΗΠΑ λιγότερο ευάλωτες σε ατυχήματα και επιθέσεις.
Για να γίνει αυτό, ωστόσο, θα απαιτηθεί από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ να αναπτύξουν ένα εντελώς νέο σώμα εξειδίκευσης.
Διασυνδεδεμένες Οικονομίες
Η αποσύνδεση των χωρών με πολύπλοκες οικονομικές σχέσεις είναι σαν να μια δύσκολη χειρουργική επέμβαση.
Και καλό θα είναι κάποιος να έχει μια καλή ιδέα για το πού βρίσκονται τα ζωτικά όργανα του ασθενούς πριν αρχίσει να κόβει.
Η κυβέρνηση Trump το έμαθε με τον σκληρό τρόπο τον Απρίλιο του 2018, όταν επέβαλε κυρώσεις στον ρωσικό γίγαντα αλουμινίου United Company Rusal ως αντίποινα για την παρέμβαση της Μόσχας στις εκλογές των ΗΠΑ το 2016. Προέκυψε ότι η Rusal φτιάχνει ένα εξειδικευμένο προϊόν αλουμινίου που είναι ζωτικής σημασίας για τους ευρωπαϊκούς κατασκευαστές αυτοκινήτων, οι οποίοι ξαφνικά έπρεπε να ανησυχούν για την καταβολή τεράστιων προστίμων εάν συνέχιζαν να συνεργάζονται με την ρωσική εταιρεία.
Η αντίδραση της αυτοκινητοβιομηχανίας πίεσε τελικά την κυβέρνηση Trump να υποχωρήσει και να άρει τις κυρώσεις.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ κάνουν τώρα μια παρόμοια ανακάλυψη για την Κίνα: η οικονομία της δεν είναι ένας διακριτός οργανισμός που μπορεί εύκολα να διαχωριστεί από την παγκόσμια οικονομία αλλά μάλλον πρόκειται για ένα σιαμαίο δίδυμο, που συνδέεται με νευρικό ιστό, κοινά όργανα και ένα κοινό κυκλοφορικό σύστημα.
Η πανδημία του κορωνοϊού αποκάλυψε τις κρυμμένες ευπάθειες αυτού του διασυνδεδεμένου συστήματος αλυσίδων εφοδιασμού, ειδικά σχετικά με τον ιατρικό εξοπλισμό.
Οι αυξανόμενες εντάσεις στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας έχουν αποκαλύψει παρόμοιες κρυμμένες ευπάθειες στον τομέα της τεχνολογίας, μεταξύ άλλων τομέων.
Αλλά το να διακοπεί η λάθος αλυσίδα εφοδιασμού μπορεί να έχει απρόσμενα αποτελέσματα, όπως συνέβη στην περίπτωση της Rusal.
Και η απλή διακοπή είναι ανεπαρκής: είναι επίσης απαραίτητο να επανασυνδεθούν οι αλυσίδες εφοδιασμού με τρόπους που να τις καθιστούν πιο ανθεκτικές.
Η παγκόσμια οικονομία έχει γίνει πολύ πιο περίπλοκη και πολύ πιο διασυνδεδεμένη τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά η εξειδίκευση στην εξωτερική πολιτική έχει μείνει πίσω.
Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής που εργάζονταν για την πυρηνική στρατηγική μιλούσαν τακτικά με πυρηνικούς επιστήμονες που κατανοούσαν την λειτουργία των όπλων που αναπτύσσονταν.
Οι αλυσίδες εφοδιασμού είναι σχεδόν τόσο περίπλοκες όσο η πυρηνική φυσική, αλλά όσοι τις μελετούν σπάνια έρχονται σε επαφή με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν τώρα ένα δίλημμα παρόμοιο με εκείνο που αντιμετώπιζαν οι χειρουργοί στην αυγή της εποχής της σύγχρονης ιατρικής: πιεστική ζήτηση για την επίλυση προβλημάτων, αλλά περιορισμένη γνώση για το πώς μπορεί να γίνει αυτό.
Οι σημερινοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να καταλάβουν αόριστα ότι ορισμένες οικονομικές σχέσεις που φαίνονται υγιείς έχουν γίνει επικίνδυνες και μερικές μέχρι και γαγγραινώδεις.
Αλλά δεν ξέρουν ποιες σχέσεις πρέπει να σωθούν, ποιες θα πρέπει να αποκοπούν, και ποιες θα πρέπει να αναδιαταχθούν -και εργάζονται με λίγα περισσότερα από προσευχές και στιγματισμένα από αίμα πριόνια.
Ο ορθός δρόμος
Για να προσδιοριστεί το πού και το πώς πρέπει να επανασχεδιαστούν οι αλυσίδες εφοδιασμού των ΗΠΑ, η αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να βελτιώσει σε μεγάλο βαθμό την κατανόησή της για την φυσική οικονομία -τις σχέσεις εφοδιασμού που κρατούν συνεκτική την οικονομία αλλά τις οποίες οι περισσότεροι οικονομολόγοι αγνοούν. Πράττοντας έτσι, μπορεί να οικοδομήσει επί ορισμένων θυλάκων αριστείας.
Το Υπουργείο Άμυνας έχει άτομα που κατανοούν τις αλυσίδες εφοδιασμού, αν και [κυρίως] στο εξειδικευμένο πλαίσιο των στρατιωτικών δαπανών.
Το Γραφείο Ελέγχου Εξωτερικών Περιουσιακών Στοιχείων (Office of Foreign Assets Control) του Υπουργείου Οικονομικών έχει επίσης συσσωρεύσει εξειδικευμένες γνώσεις σχετικά με τις αλυσίδες εφοδιασμού, προκειμένου να διαχειριστεί την πολιτική κυρώσεων των ΗΠΑ.
Εξακολουθεί μερικές φορές να αντιλαμβάνεται τα πράγματα λανθασμένα -δεν προείδε ότι οι κυρώσεις στο ρωσικό αλουμίνιο θα κατέστρεφαν την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία- αλλά αναπτύσσει μια βαθιά κατανόηση του πώς λειτουργεί πραγματικά η παγκόσμια οικονομία.
Το Διεθνές Κέντρο Εμπορίου (International Trade Centre) άρχισε επίσης να χαρτογραφεί αλυσίδες εφοδιασμού χρησιμοποιώντας στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο κοινό.
Όλες αυτές οι υπηρεσίες θα πρέπει να συντονίσουν τις προσπάθειές τους για να σχεδιάσουν τις σχέσεις εφοδιασμού πιο επισταμένα, ίσως μέσω μιας νέας θεσμικής ρύθμισης που θα εποπτεύεται από ένα αναζωογονημένο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας.
Αλλά ακόμη και μια καλύτερα συντονισμένη αμερικανική κυβέρνηση θα χρειαστεί να αξιοποιήσει εξωτερική εμπειρογνωμοσύνη.
Όπως έκαναν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να αρχίσουν να μιλούν με άτομα με βαθιά τεχνολογική γνώση -για αλυσίδες εφοδιασμού αυτή την φορά, αντί για αλυσιδωτές αντιδράσεις.
Μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους υπάρχουν στην βιομηχανία: οι διευθυντές αλυσίδων εφοδιασμού και εφοδιαστικής (supply chain and logistics managers).
Άλλοι είναι στον ακαδημαϊκό χώρο, όπου μελετούν τις σχέσεις καθώς και τις αγορές που αποτελούν την πραγματική οικονομία.
Μόνο όταν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συγκεντρώσουν την απαιτούμενη γνώση και εξειδίκευση, θα είναι σε θέση να εντοπίσουν τρωτά σημεία -τις εταιρείες και τις σχέσεις που δημιουργούν σημεία συμφόρησης και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να θέσουν κινδύνους για την ασφάλεια των ΗΠΑ εάν αποσυρθούν από τις αλυσίδες εφοδιασμού.
Οι οικονομολόγοι του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ, Vasco Carvalho, Matthew Elliott και John Spray, έχουν αρχίσει να χαρτογραφούν αυτές τις σχέσεις εφοδιασμού.
Υποστηρίζουν ότι είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί ένας συνδυασμός αλγορίθμων μηχανικής μάθησης και ομαδοποίησης για τον προσδιορισμό των σχέσεων εφοδιασμού και των «εταιρειών συμφόρησης» (“bottleneck firms”) που δεν μπορούν να αποκοπούν χωρίς να δημιουργήσουν ευρύτερες οικονομικές συνέπειες.
Όταν τέτοιες σχέσεις ή εταιρείες βρίσκονται σε δυνητικά εχθρικές δικαιοδοσίες [χώρες] ή είναι ευάλωτες σε εχθρικούς παράγοντες, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να αποφασίσουν ότι είναι απαραίτητες οι προσαρμογές της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Αυτές οι προσαρμογές δεν θα ισοδυναμούν με συνολική «αποσύνδεση» αλλά μάλλον με στοχευμένες προσπάθειες «επανασύνδεσης» που κατευθύνονται στην ενσωμάτωση αλυσίδων εφοδιασμού μέσα σε βιώσιμα πλαίσια που εξισορροπούν την ανάγκη για αποτελεσματικότητα έναντι των πρόσφατα ορατών κινδύνων ασφαλείας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να σημαίνει μείωση της εξάρτησης από βασικές εταιρείες.
Σε άλλες, μπορεί να περιλαμβάνει την προώθηση νέων σχέσεων εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων εταιρειών σε άλλες δικαιοδοσίες.
Το κρίσιμο σημείο είναι ότι δεν έχουν το ίδιο ρίσκο όλες οι επιχειρήσεις, οι προμηθευτές ή οι χώρες και ότι μπορεί να είναι καλύτερο να δημιουργηθεί ένα πλεόνασμα έναντι πιθανών σημείων συμφόρησης παρά να αποκοπούν εντελώς.
Η αναδιαμόρφωση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού με τρόπους που ελαχιστοποιούν το ρίσκο δεν θα είναι εύκολη. Οι περίπλοκες εμπορικές σχέσεις είναι δύσκολο και δαπανηρό να αντιγραφούν.
Ως αποτέλεσμα, οι βιομήχανοι είναι απίθανο να διαφοροποιήσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους, εκτός εάν είναι υποχρεωμένοι να το πράξουν και θα προσθέσουν το κόστος των πλεονασμάτων [στμ: περίσσεια εμπορευμάτων που θα είναι αναγκασμένοι να δημιουργήσουν] στα τελικά προϊόντα τους.
Η καλύτερη προσέγγιση μπορεί επομένως να είναι αυτό που η Susan Helper, η οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο Case Western Reserve, αποκαλεί την προσέγγιση «high road» [ορθού δρόμου] στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Οι εταιρείες προσπαθούν συχνά να μειώσουν το κόστος χρησιμοποιώντας προμηθευτές σε χαλαρές δικαιοδοσίες, αλλά με αυτόν τον τρόπο, υποστηρίζει η Helper, αποδυναμώνουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους.
Η βελτίωση των κανονισμών μπορεί να αποτρέψει τέτοια αποτελέσματα.
Η Helper προσφέρει ένα παράδειγμα από την φαρμακευτική βιομηχανία.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες απαιτούσαν καλύτερη επισήμανση [labeling] (που να εξηγεί ποια συστατικά κατασκευάζονται και πού), και πραγματοποιούσαν αιφνιδιαστικές επιθεωρήσεις σε υπερπόντιες εγκαταστάσεις, οι κατασκευαστές φαρμάκων ενδέχεται να ήταν λιγότερο διατεθειμένοι να παράγουν ζωτικά φάρμακα σε περιοχές χαμηλού κόστους με τον φόβο ότι οι πελάτες θα σταματήσουν να τα αγοράζουν και οι ρυθμιστικές Αρχές θα αναλάμβαναν δράση.
Ως αποτέλεσμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μείωναν την εξάρτησή τους από ξένους κατασκευαστές φαρμακευτικών προϊόντων.
Δράση και αντίδραση
Ανεξάρτητα από το τι λέει ο Trump, θα είναι αδύνατο να διαχωριστούν πλήρως οι οικονομίες των ΗΠΑ και της Κίνας -και ακόμη περισσότερο να αποκοπεί η οικονομία των ΗΠΑ από τον κόσμο.
Κάθε δράση των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα -επιθετική ή αμυντική- θα συνεχίσει επομένως να παράγει μια κινεζική αντίδραση την οποία θα αισθάνονται οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Τα οφέλη του αποκλεισμού της πρόσβασης της Huawei στην τεχνολογία των ΗΠΑ, για παράδειγμα, είναι ήδη σαφώς αδιαχώριστα από τους κινδύνους.
Η Κίνα μπορεί να προβεί σε αντίποινα.
Σίγουρα θα διπλασιάσει τις προσπάθειές της για την ανάπτυξη εξελιγμένων ημιαγωγών.
Ξένες επιχειρήσεις και χώρες ίσως να αποφασίσουν ότι μπορούν να ελαχιστοποιήσουν καλύτερα τον κίνδυνο περιορίζοντας τις επαφές τους με την οικονομία των ΗΠΑ.
Με άλλα λόγια, η αποκοπή της Κίνας από το αμερικανικό σύστημα καινοτομίας πιθανότατα θα ωθήσει την Κίνα να αποκόψει τις Ηνωμένες Πολιτείες από το δικό της σύστημα καινοτομίας -και θα μπορούσε να κάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες να χάσουν την πρόσβαση και σε άλλα συστήματα καινοτομίας, επίσης.
Καθώς η αντιπαλότητα ΗΠΑ-Κίνας εντείνεται, θα πρέπει να τύχει διαχείρισης, όπως ακριβώς κι ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-Σοβιετικής Ένωσης, μέσω της εξειδίκευσης, του risk management, και προσεκτικών προσπαθειών για την δημιουργία αμοιβαίας κατανόησης.
Αλλά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα πρέπει να στρατολογήσουν νέα είδη ειδικών για να αναπτύξουν τα δόγματα, τα στρατηγήματα, και τις τακτικές για την διαχείριση ενός συνδεδεμένου αντιπάλου.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να δημιουργήσουν νέα είδη γνώσεων και ειδίκευσης, προωθώντας μια κοινότητα ειδικών και επαγγελματιών που κατανοούν την εφοδιαστική (logistics) καθώς και την εθνική ασφάλεια.
Τέλος, θα πρέπει να ευθυγραμμίσουν την βιομηχανική στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών με εκείνες των συμμάχων των ΗΠΑ στην Ευρώπη και την Ασία που επεξεργάζονται τις δικές τους προτάσεις επαναπατρισμού [της βιομηχανικής παραγωγής].
Όλα αυτά σημαίνουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να επικεντρωθούν στην επανασύνδεση και όχι στην αποσύνδεση, στην επαναδιευθέτηση παρά στην υποχώρηση.
Για το Foreign Affairs, Henry Farrell και Abraham Newman
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών