Η ΕΚΤ, όπως επισημαίνουν τα «γεράκια» που δικαιώθηκαν, άργησε να αυξήσει τα επιτόκια, ενώ το 70% των επιχειρήσεων ετοιμάζονται να προχωρήσουν σε αυξήσεις
Παγιδευμένη ανάμεσα σε δύο προβλήματα, από την μία πλευρά τις κλιμακούμενες πληθωριστικές πιέσεις και από την άλλη την επιβράδυνση της ανάπτυξης (με στις δημοσιονομικές περιπλοκές που ενδέχεται να έχει) βρίσκεται, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (EKT) η οποία φαίνεται να χάνει τη μάχη .
Μόλις λίγες εβδομάδες προτού η ΕΚΤ αυξήσει τα επιτόκια για πρώτη φορά εδώ και μία δεκαετία και οι οικονομολόγοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: δεδομένου ότι το μπλοκ κινείται κατά πάσα πιθανότητα προς την ύφεση, η Τράπεζα ίσως υποχρεωθεί να αλλάξει ξανά τακτική.
«Οι κεντρικές τράπεζες ντρέπονται να παραδεχθούν πως διαχειρίστηκαν λάθος τον πληθωρισμό…και τώρα θέλουν να δείξουν πόσο στοχευμένα κινούνται», σχολίασε χαρακτηριστικά μέσω Twitter ο οικονομολόγος της ελβετικής EFG, Stefan Gerlach, συμφωνώντας με τα «γεράκια» τα οποία φαίνεται να δικαιώνονται.
Την ίδια στιγμή, η κατάσταση στις αγορές εμπορευμάτων σε συνδυασμό με τα προβλήματα στη εφοδιαστική αλυσίδα και την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους πάνω από το 70% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, όλων των μεγεθών και κλάδων, δήλωσαν ότι ετοιμάζουν μεγάλες ή μέτριες αυξήσεις τιμών τους προσεχείς μήνες, λόγω των ισχυρών πληθωριστικών προσδοκιών από την πλευρά των προμηθευτών και των πελατών στην ετήσια έρευνα ττης ΕΚΤ.
Διόρθωση
Πράγματι, οι κινήσεις της ΕΚΤ είναι κατά κάποιον τρόπο μία διόρθωση στις αδιαμφισβήτητα καθυστερημένες αυξήσεις επιτοκίων το 2008 και το 2011 εν μέσω της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης χρέους
Τώρα, αντίστοιχα, η κεντρική Τράπεζα της Ευρωζώνης βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Ενδεικτικά, η Τράπεζα της Αγγλίας έχει αυξήσει τα επιτόκια ήδη πέντε φορές, ενώ η Fed τρεις, συμπεριλαμβανομένης της πολύ επιθετικής αύξησης κατά 75 μονάδες βάσης τον Ιούνιο.
Τα επιτόκια στην Ευρωζώνη απεναντίας έχουν παραμείνει σε αρνητικό έδαφος και έπεται αύξηση 25 μονάδων βάσης στο τέλος Ιουλίου.
Νέα κρίση χρέους;
Εν τω μεταξύ, όμως, το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF) προειδοποίησε τις πρώτες ημέρες του Ιουνίου ότι η αύξηση των επιτοκίων και η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής ενδέχεται να πυροδοτήσουν μια νέα κρίση χρέους και πρότεινε να εγκαταλειφθούν τα σχέδια καθώς με τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής τα κράτη με υψηλό χρέος θα αντιμετωπίσουν δημοσιονομικά προβληματτα.
Σε εκείνη την περίοδο, η ΕΚΤ εξακολουθούσε να προβλέπει σίγουρη ανάπτυξη, με ρυθμό 2,8% φέτος και 2,1% το 2023 και το 2024.
Οι προβλέψεις αυτές όμως, δεδομένου μεταξύ άλλων ότι η τιμή του φυσικού αερίου έχει εκτοξευθεί ιδίως την τελευταία εβδομάδα, φαίνεται πως είναι υπερβολικά αισιόδοξες.
Μάλιστα, o αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Luis de Guindos παραδέχθηκε νωρίτερα μέσα την πρηγούμενη εβδομάδα ότι «το χείριστο σενάριο στις προβλέψεις Ιουνίου δείχνει αυτό το ρίσκο και περιλαμβάνει μία συρρίκνωση της δραστηριότητας το 2023, ακολουθώντας μία αδύναμη αλλά θετική ανάπτυξη το 2022».
Απαισιοδοξία
Οι προοπτικές της Ευρωζώνης γίνονται συνεχώς πιο απαισιόδοξες, το ευρώ βράθηκε σε χαμηλό 20ετίας έναντι του δολαρίου την προηγούμενη εβδομάδα.
Επίσης, ο μεταποιητικός κλάδος συρρικνώθηκε για πρώτη φορά εδώ και δύο χρόνια, ενώ οι παραγγελίες κατά μήκος του μπλοκ δείχνουν ότι τα χειρότερα έπονται. Μέχρι στιγμής, η οικονομία στηρίζεται στον κλάδο των υπηρεσιών, ο οποίος όμως επίσης έχει αρχίσει να δείχνει σημάδια επιβράδυνσης.
Ενεργειακή κρίση
Παράλληλα, τα προβλήματα στον ενεργειακό εφοδιασμό αναμένεται να ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στην οικονομία, όπως προειδοποιούν οι οικονομολόγοι. Ενδεικτικά, ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, Roberτ Hableck δήλωσε ότι η μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ ενδέχεται να δει πλήρη διακοπή των ροών φυσικού αερίου μέχρι τα μέσα Ιουλίου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις από την κεντρική τράπεζα τς χώρας, ένα τέτοιο σενάριο θα οδηγούσε σε συρρίκνωση του εθνικού ΑΕΠ κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες.
Η βασική αρμοδιότητα της ΕΚΤ παραμένει βέβαια να διατηρήσει σταθερότητα των τιμών, το οποίο σημαίνει ότι η προτεραιότητα δίνεται στον πληθωρισμό έναντι των ανησυχιών για την ανάπτυξη.
Αν ωστόσο εάν η οικονομία της Ευρωζώνης διολισθήσει σε ύφεση, ο κίνδυνος διείσδυσης του υψηλού πληθωρισμού στην οικονομία μέσω αιτημάτων για αύξηση των μισθών θα μειωθεί ενώ θα παραμείνουν υψηλές οι τιμές των προϊόντων.
Μέχρι στιγμής, όμως, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη παραμένει σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα, αγγίζοντας το 8,6% τον Ιούνιο, και η ΕΚΤ φαίνεται αποφασισμένη να προχωρήσει σε περαιτέρω αυξήσεις το φθινόπωρο.
Αυξήσεις τιμών απο τις επιχερήσεις
Την πιο πρόσφατη Έρευνα για την πρόσβαση στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων στη ζώνη του ευρώ (SAFE) από τους Nicola Benatti, Renate Dreiskena, Annalisa Ferrando, Juan Ángel García and Carolina Miguel περιλαμβάνεται μια σημαντικές έρευνα για τις πρόσφατες (τους τελευταίους 12 μήνες) και τις αναμενόμενες (τους επόμενους 12 μήνες) αλλαγές τιμών σε επίπεδο επιχείρησης – δηλαδή μια εξέταση των πληθωρθστικών προσδοκιών όσον αφορά τις επιχειρήσεις
Περιλάμβανε επίσης ερωτήσεις σχετικά με τη σημασία των διαφορετικών καθοριστικών παραγόντων αυτών των προσδοκιών τιμών κατά τους επόμενους 12 μήνες.
Η άνοδος του κόστους
Σύμφωνα με την πρόσφατη αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων, οι εταιρείες της ζώνης του ευρώ ανέφεραν συνολικά αύξηση στις τιμές πώλησης το περασμένο έτος.
Περίπου τα τρία τέταρτα των επιχειρήσεων της ζώνης του ευρώ ανέφεραν ότι οι τιμές πώλησής τους αυξήθηκαν «λίγο» (46%) ή «πολύ» (26%).
Εν τω μεταξύ, το ποσοστό των επιχειρήσεων των οποίων οι τιμές παρέμειναν αμετάβλητες ήταν πιο περιορισμένο (22%) και μόνο πολύ λίγες εταιρείες ανέφεραν χαμηλότερες τιμές (4%).
Οι εταιρείες αναμένουν ότι οι ανοδικές πιέσεις θα συνεχιστούν στο εγγύς μέλλον
Η μεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων της ζώνης του ευρώ αναμένει επίσης ότι οι τιμές τους θα αυξηθούν στ
ο μέλλον (47% κατά «λίγο» και 28% κατά «πολύ»), ενώ ένα μικρότερο ποσοστό αναμένει ότι οι τιμές τους θα παραμείνουν αμετάβλητες (18%) ή θα μειωθούν λίγο (3%). Οι προσδοκίες για συνολικά υψηλότερες τιμές πώλησης είναι κοινές σε εταιρείες όλων των μεγεθών, επισημαίνεταισ τη έρευνα.
Ανά χώρα - Εκτροχιασμός της γερμανικής ατμομηχανής
Μεταξύ των τεσσάρων μεγαλύτερων οικονομιών της ζώνης του ευρώ, οι επιχειρήσεις στη Γερμανία αναμένουν ισχυρότερες ανοδικές πιέσεις στις τιμές από τις εταιρείες στις άλλες τρεις χώρες. Πάνω από το ένα τρίτο των γερμανικών επιχειρήσεων αναμένουν ότι οι τιμές τους θα αυξηθούν κατά «πολύ» (36%), ενώ για τις άλλες μεγάλες χώρες το ποσοστό κυμαίνεται μεταξύ 21% (Ισπανία και Ιταλία) και 26% (Γαλλία).
Και στις τέσσερις χώρες, οι εταιρείες που αναμένουν ότι οι τιμές θα αυξηθούν κατά «λίγο» αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα (από 44% στη Γερμανία έως 49% στη Γαλλία και την Ιταλία), ενώ μόνο το ένα τέταρτο περίπου των επιχειρήσεων αναμένει αμετάβλητες ή μειούμενες τιμές (κυμαίνονται μεταξύ 18% στη Γερμανία και 30% στην Ισπανία).
Κατά κλάδο
Σε κλαδικό επίπεδο, υψηλότερες τιμές πώλησης αναμένονται κατά κύριο λόγο από εταιρείες στον κλάδο της βιομηχανίας, των κατασκευών και του εμπορίου, ενώ αναμένονται πιο μέτριες αυξήσεις στον τομέα των υπηρεσιών.
Περίπου το 35% των επιχειρήσεων στον κλάδο της βιομηχανίας, των κατασκευών και του εμπορίου αναμένει ότι οι τιμές τους θα αυξηθούν «πολύ», σε σύγκριση με μόνο το 20% των επιχειρήσεων στον τομέα των υπηρεσιών.
Επιπλέον, ενώ το 25% των επιχειρήσεων στον τομέα των υπηρεσιών δηλώνει ότι δεν έχει προσδοκίες για αύξηση των τιμών τους το επόμενο έτος, το ποσοστό είναι σημαντικά χαμηλότερο στους άλλους τομείς.
Αν και δεν είναι δυνατό να χαρτογραφηθεί επακριβώς η σχέση μεταξύ των τιμών των επιχειρήσεων και των κύριων επιμέρους συνιστωσών του Ενσρμονισμένου Δείκτη Τιμων Καταναλωτή, τα αποτελέσματα της έρευνας υποδηλώνουν την παρουσία ισχυρότερων πιέσεων στις τιμές στη συνιστώσα των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών, ενώ η επιμέρους συνιστώσα των υπηρεσιών θα μπορούσε να βοηθήσει στην άμβλυνση της συνολικής ανόδου του πληθωρισμού.
Ο ρόλος της αγοράς εμπορευμάτων
Το κόστος των εισροών (τόσο για υλικά όσο και για εργασία) και ο προσδοκώμενος πληθωρισμός είναι οι κύριοι παράγοντες πίσω από τις υψηλότερες αναμενόμενες τιμές πώλησης μεταξύ των εταιρειών της ζώνης του ευρώ, ακολουθούμενες από την ίδια ζήτηση.
Για να κατανοηθούν περαιτέρω οι δυνάμεις πίσω από τις αναμενόμενες μεταβολές των τιμών, ζητήθηκε επίσης από τις εταιρείες να υποδείξουν τους κύριους καθοριστικούς παράγοντες των προσδοκιών τους για τις τιμές πώλησης τους επόμενους δώδεκα μήνες
Σύμφωνα με την παρατηρούμενη αύξηση στις παγκόσμιες τιμές των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών, το κόστος των εισροών παραγωγής είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει επί του παρόντος τις προσδοκίες για τις τιμές πώλησης (αναφέρεται ως «πολύ σημαντικό» από το 74% των επιχειρήσεων), ακολουθούμενο από το κόστος εργασίας (60 %), αναμενόμενος πληθωρισμός (58%) και ίδια ζήτηση (55%).
Αντίθετα, παράγοντες όπως τα μερίδια αγοράς/ οι τιμές των ανταγωνιστών, η συναλλαγματική ισοτιμία και το κόστος χρηματοδότησης και η διαθεσιμότητα διαδραματίζουν πολύ πιο περιορισμένο ρόλο.[
Holzmann (ΕΚΤ): Επιθετική αύξηση των επιτοκίων 125 μονάδες βάσης έως τον Σεπτέμβριο
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να αυξήσει τα επιτόκια έως και 125 μονάδες βάσης έως τον Σεπτέμβριο, εάν οι προοπτικές του πληθωρισμού δεν βελτιωθούν, σύμφωνα με το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Robert Holzmann, αναφέρει το Bloomberg, σε δημοσίευμά του το Σάββατο 9 Ιουλίου 2022.
Μια αρχική αύξηση τον Ιούλιο θα πρέπει να είναι 50 μονάδες βάσης και μια ακόμη μεγαλύτερη κίνηση θα πρέπει να εξεταστεί τον Σεπτέμβριο για να κατευθυνθεί προληπτικά η οικονομία προς πιο ήρεμα νερά, δήλωσε ο Holzmann στην εφημερίδα Kronen Zeitung σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε το Σάββατο.
"Όταν η κατάσταση δεν βελτιώνεται, μια αύξηση κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες μπορεί τελικά να καταστεί αναγκαία", αναφέρθηκε χαρακτηριστικά.
«Τώρα έχει έρθει η ώρα για σαφή βήματα στο επιτόκιο, διαφορετικά ο πληθωρισμός θα παγιωθεί».
Οι απόψεις του Holzmann έρχονται σε αντίθεση με την επίσημη καθοδήγηση της ΕΚΤ που υποδεικνύει μια αρχική αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης αυτόν τον μήνα, ακολουθούμενη από άλλη μια αύξηση τον Σεπτέμβριο.
Το μέγεθος της δεύτερης κίνησης θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις στον πληθωρισμό και μπορεί να είναι μεγαλύτερο από την πρώτη, σύμφωνα με την Lagarde
Οι πιέσεις
Άλλοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν επίσης πιέσει ώστε να εξεταστεί τουλάχιστον το ενδεχόμενο μιας πιο απότομης αύξησης τον Ιούλιο.
Παρόλα αυτά, η έκκληση του Holzmann για τρία τέταρτα της μονάδας αποτελεί απόκλιση από τα σχέδια για "σταδιακή" ομαλοποίηση της πολιτικής τα οποία επισήμως υποστηρίζει η ΕΚΤ.
Περίπου 40 κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, έχουν αυξήσει τα επιτόκια κατά τουλάχιστον αυτό το ποσό με τη μία φέτος.
Η επιστροφή στον στόχο του 2% για τον πληθωρισμό της ζώνης του ευρώ θα εξαρτηθεί από τα μέτρα που θα ληφθούν και μπορεί να διαρκέσει μέχρι το 2024, σύμφωνα με τον Holzmann.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών