Τελευταία Νέα
Διεθνή

Ευρωπαϊκό veto στις κινεζικές επενδύσεις στη Γερμανία – Το ρήγμα στον κυβερνητικό συνασπισμό και οι οικονομικές συνέπειες

Ευρωπαϊκό veto στις κινεζικές επενδύσεις στη Γερμανία – Το ρήγμα στον κυβερνητικό συνασπισμό και οι οικονομικές συνέπειες
Η επένδυση της COsco, h προστασία των στρατηγικών υποδομών και η απώλεια του μεγαλύτερου οικονομικού εταίρου
Σχετικά Άρθρα

Σημαντική είναι η ζημία που θα υποστεί η γερμανική οικονομία από το ευρωπαϊκό veto στην επένδυση της κινεζικής Cosco στο λιμάνι του Αμβούργου – μία συμφωνία εξαιρετικής σημασίας όπως έχει χαρακτηρισθεί εξαιτίας του ότι βελτιώνει τη θέση της ισχυρότερης οικονομίας στην Ευρωζώνη όσον αφορά την εφοδιαστική αλυσίδα – την κρισιμότητα την αντιλαμβανόμαστε εάν σκεφτούμε τις συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία από το πανδημικό «έμφραγμα» στις μεταφορές, μια από τα πρώτες αιτίες εκτόξευσης του πληθωρισμού.
Δεύτερον, τίθεται φραγμός στις σχέσεις της Γερμανίας με τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο καθώς το οικονομικό θαύμα της Κίνας στηρίχθηκε στις γερμανικές εισαγωγές για τη διαμόρφωση των υποδομών.

Η προειδοποίηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποίησε την γερμανική κυβέρνηση από την περασμένη άνοιξη να μην παραχωρήσει μερίδιο σε έναν τερματικό σταθμό του λιμανιού του Αμβούργου στην Κίνα, δήλωσε το Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022 στο AFP πηγή με γνώση του θέματος, επιβεβαιώνοντας το χθεσινό δημοσίευμα της Handelsblatt.
Ο καγκελάριος Olaf Scholz έγινε την εβδομάδα αυτή αντικείμενο επικρίσεων, και εκ μέρους των εταίρων του στον κυβερνητικό συνασπισμό, εξαιτίας του σχεδίου παραχώρησης στην κινεζική Cosco μεριδίου σε τερματικό σταθμό του λιμανιού του Αμβούργου, πόλης στην οποία έχει χρηματίσει δήμαρχος.
Η Κομισιόν εξέτασε το σχέδιο και έδωσε αρνητική γνωμοδότηση την άνοιξη με το επιχείρημα ότι ευαίσθητες πληροφορίες για τις λιμενικές δραστηριότητες θα περάσουν στα χέρια της Κίνας,όπως  αποκάλυψε η Handelsblatt.
Η γνωμοδότηση αυτή έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα και η τελική απόφαση παραμένει στα χέρια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης της Γερμανίας.
Το λιμάνι του Αμβούργου είναι το πρώτο σε μέγεθος εμπορικό λιμάνι της Γερμανίας και το τρίτο της Ευρώπης μετά το Ρότερνταμ (Ολλανδία) και την Αμβέρσα (Βέλγιο).
Σύμφωνα με πληροφορίες των μέσων ενημέρωσης, ο Olaf Scholz σχεδίαζε να επιτρέψει την παραχώρηση αυτή παρά την αντίθετη γνώμη έξι ομοσπονδιακών υπουργείων -Οικονομίας, Εσωτερικών, Αμυνας, Οικονομικών, Μεταφορών και Εξωτερικών.

Τι προβλέπει το deal

Με την έγκριση του Βερολίνου θα ολοκληρωθεί η συμφωνία η οποία επιτεύχθηκε πριν από έναν χρόνο ανάμεσα στην διαχειρίστρια εταιρεία του λιμανιού του Αμβούργου (HHLA) και την Cosco, η οποία προβλέπει ότι ο κινεζικός κολοσσός θα αποκτήσει το 35% στην εκμετάλλευση του τερματικού σταθμού εμπορευματοκιβωτίων Tollerort (CTT).
Αν η γερμανική κυβέρνηση δεν εναντιωθεί στο εγχείρημα μέχρι το τέλος του Οκτωβρίου, η απόφαση θα επικυρωθεί.

Και σε άλλα λιμάνια

«Τίποτε δεν έχει αποφασισθεί.
Πολλά ερωτήματα παραμένουν αδιευκρίνιστα», δήλωσε από τις Βρυξέλλες ο Olaf Scholz την Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2022 απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων μετά την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής συνόδου κορυφής.
Και τόνισε ότι η απόκτηση μεριδίων από κινεζικές εταιρείες «υπάρχει ήδη σε άλλα λιμάνια της δυτικής Ευρώπης».
Η Αμβέρσα και το Ρότερνταμ, μεταξύ άλλων, έχουν συνομολογήσει κατά το παρελθόν τέτοιες συμφωνίες, γεγονός που δημιουργεί φόβους στο Αμβούργο ότι μειονεκτεί ως προς τους όρους του ανταγωνισμού.
Column: Europe eats into China's lead as top EV growth market | Reuters
Προστασία των στρατηγικών υποδομών

Ομως στις Βρυξέλλες θεωρούν ότι οι καιροί έχουν αλλάξει.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση αποδίδει μεγαλύτερη σημασία στην προστασία στρατηγικών υποδομών μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η Γερμανία ειδικότερα επικρίνεται για το γεγονός ότι εκώφευσε στις προειδοποιήσεις σχετικά με την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Οι υπηρεσίες Πληροφοριών και Αντικατασκοπείας της Γερμανίας είναι επίσης αρνητικές απέναντι στην προοπτική πώλησης στρατηγικών υποδομών, σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης WDR και NRD.
Μια εξαγορά τερματικού σταθμού στο Αμβούργο έχει προκαλέσει τριβές και διενέξεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία.
Ο υπουργός Οικονομικών Christian Lindner έχει ήδη προσπαθήσει να μπλοκάρει την εξαγορά επικαλούμενος τη «στρατηγική σημασία» της εν λόγω υποδομής που, όπως τονίζει, δεν μπορεί να ανήκει σε άλλη χώρα και μάλιστα ανταγωνίστρια, αν όχι αντιπάλου, της Γερμανίας.
Εχουν συστρατευθεί μαζί του άλλα υπουργεία, όπως το Αμυνας, το Εξωτερικών και το Εσωτερικών.
Στο αντίπαλο στρατόπεδο βρίσκεται, όμως, ο Γερμανός καγκελάριος, Olaf Scholz , που θέλει να προχωρήσει η εξαγορά.
German Trade and the Eurozone: A Matter of Inequality
Ενδοκυβερνητικοί τριγμοί

Γερμανικά ΜΜΕ αναφέρουν πως η καγκελαρία κάλεσε τους υπουργούς να επιδιώξουν μια συμβιβαστική λύση, που θα επιτρέψει την ολοκλήρωση της συμφωνίας.
Η στάση του Scholz , όμως, προκαλεί εντάσεις με τους εταίρους του στον κυβερνητικό συνασπισμό, τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες.
«Το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα δεν πρέπει να έχει προσβάσεις σε κρίσιμης σημασίας υποδομές της χώρας μας», τόνισε ο γενικός γραμματέας των Ελεύθερων Δημοκρατών, και προσέθεσε πως «δεν μπορούμε να είμαστε αφελείς σχετικά με την κινεζική ηγεσία, που προωθεί συμφέροντα αντίθετα με τα δικά μας».
Στο ίδιο πνεύμα και οι αντιδράσεις της Katarina Dregue, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Πρασίνων, που τόνισε πως «δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα σφάλματα του παρελθόντος και να καταστήσουμε τη χώρα μας εξαρτημένη από μια χώρα που μπορεί να μας εκβιάζει».

Υπερβολική έκθεση...

Οπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, η ένταση σχετικά με τον τερματικό σταθμό στο Αμβούργο έρχεται σε μια στιγμή που το Βερολίνο επανεκτιμά συνολικά τις σχέσεις του με την Κίνα, καθώς έχουν ενταθεί οι ανησυχίες πως η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία είναι υπερβολικά εκτεθειμένη στον σημαντικότερο εμπορικό της εταίρο.
Η Volkswagen, για παράδειγμα, εξαρτάται από την Κίνα τουλάχιστον για το 50% των ετήσιων κερδών της.
Οι Πράσινοι έχουν, άλλωστε, εκφράσει επανειλημμένως ανησυχία για την αυταρχική στροφή που έχει πάρει η Κίνα με την ανάληψη της ηγεσίας από τον πρόεδρο Xi Jinping.
Τον περασμένο μήνα, μάλιστα, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Robert Habeck, που είναι μέλος του κόμματος των Πρασίνων, δήλωσε ότι τείνει προς το να προβάλει veto  στη συμφωνία με την Cosco και υπογράμμισε πως δεν μπορούμε «πλέον να είμαστε αφελείς» σε ό,τι αφορά την Κίνα.

Η νομική βάση των ενστάσεων

Σε ό,τι αφορά τον Olaf Scholz, όμως, είναι εντονότατες οι επιφυλάξεις του για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια πραγματική «αποσύνδεση» της Γερμανίας από την Κίνα.
Συχνά υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η κινεζική αγορά για τις γερμανικές επιχειρήσεις.
Παράλληλα, έχει ενθαρρύνει τις γερμανικές επιχειρήσεις να διαφοροποιήσουν τις αγορές στις οποίες απευθύνονται.
Πηγές προσκείμενες στον καγκελάριο δηλώνουν πάντως πως ο φόβος του Olaf Scholz επικεντρώνεται στο ενδεχόμενο να μην έχουν νομική βάση οι ενστάσεις των γερμανικών υπουργείων.
Εχει μάλιστα ζητήσει από τον υπουργό Οικονομικών να εξηγήσει διεξοδικώς τους λόγους των επιφυλάξεών του σχετικά με την εξαγορά.
Από την πλευρά της η εταιρεία που ελέγχει ακόμη τον επίμαχο τερματικό σταθμό, η HHLA, έχει δηλώσει πως δεν είχε γνώση του κύματος αντιδράσεων στη συμφωνία και τονίζει πως «η συνεργασία με την Cosco δεν δημιουργεί μονομερή εξάρτηση.
Αντιθέτως ενισχύει τις εφοδιαστικές αλυσίδες, διασφαλίζει θέσεις εργασίας και προωθεί τη δημιουργία πλούτου στη Γερμανία».

Οι κινεζικές εξαγορές

Σύμφωνα με το Ίδρυμα Hans Böckler, το οποίο συνδέεται με τη Γερμανική Συνομοσπονδία Συνδικάτων, περίπου 193 Κινέζοι επενδυτές απέκτησαν 243 γερμανικές επιχειρήσεις είτε εν μέρει είτε πλήρως μεταξύ 2011 και 2020.
Πιο πρόσφατα στοιχεία που παρέχονται από την εταιρεία συμβούλων EY δείχνουν ότι από το 2016 έως το 2018, ο αριθμός των εξαγορών από κινεζικές εταιρείες μειώθηκε κατά 40%, αλλά επιταχύνθηκε εκ νέου το 2021 σε 35 εξαγορές, από 28 το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.
Ο επικεφαλής της Greater China Business Services της EY, Yi Sun, πιστεύει ότι τα σκαμπανεβάσματα στις υπερπόντιες επενδύσεις της Κίνας σε μεγάλες βιομηχανικές χώρες οφείλονται στις αυξημένες προσπάθειες των δυτικών κυβερνήσεων να αποφύγουν τη μελλοντική εξάρτηση από την Κίνα και γενικά να περιορίσουν την επιρροή ξένων εταιρειών στις εθνικές τους υποδομές και εσωτερική ασφάλεια.
China is now Germany's largest trading partner — Quartz
Η εξάρτηση

Όσον αφορά την Κίνα, τέτοιες ανησυχίες δεν είναι εντελώς αβάσιμες, σύμφωνα με μια μελέτη του τρέχοντος έτους από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η έρευνα της ΕΕ, που τέθηκε σε ισχύ μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, διαπίστωσε ότι, από τα 137 αγαθά και προϊόντα που θεωρούνται κρίσιμα, σχεδόν τα μισά προμηθεύονται από την Κίνα και μόνο το 3% από τη Ρωσία.
Τα αγαθά που ερευνήθηκαν αφορούσαν κυρίως τον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

«Εφησυχασμός απέναντι στην Κίνα»

Το 2016, η Γερμανία έμαθε με τον δύσκολο τρόπο ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις από την Κίνα δεν είναι πάντα μια θετική εξέλιξη.
Εκείνο το έτος, το υπουργείο Οικονομίας δεν μπόρεσε να αποτρέψει την πλήρη εξαγορά της γερμανικής ναυαρχίδας ρομποτικής εταιρείας, KuKa, από την κινεζική εταιρεία Midea, κατασκευαστή πλυντηρίων πιάτων και ψυγείων.

To νομοθετικό πλαίσιο

Ως αποτέλεσμα, οι νόμοι  εξαγορών και συγχωνεύσεων αναβαθμίστηκαν βιαστικά στη Γερμανία για να αποφευχθούν μελλοντικές επιθετικές προσφορές εξαγοράς από το εξωτερικό σε βασικούς οικονομικούς τομείς όπως η ιατρική τεχνολογία, η παροχή ενέργειας και οι τηλεπικοινωνίες. Αργότερα, η τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των προστατευόμενων τομέων.
Ο νέος κανονισμός δίνει πλέον στην κυβέρνηση δικαίωμα veto σε όλες τις κρίσιμες συγχωνεύσεις και εξαγορές.
«Η συνειδητοποίηση των πολιτικών κινδύνων που εμπεριέχονται έχει αυξηθεί», δήλωσε στη DW ο Christian Rusche, οικονομολόγος στο Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο.
Οι νέοι κανονισμοί μετά την εξεγορά της KuKa

After Kuka – Germany's Lessons Learned from Chinese Takeovers –  chinaobservers
www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης