Tο 2024 μπορεί να κάνει μεγάλη ζημιά στην οικονομία η γεωπολιτική στην οικονομία και μάλιστα με πολλούς τρόπους
Ωστόσο το 2024 μπορεί να κάνει μεγάλη ζημιά η γεωπολιτική στην οικονομία και μάλιστα με πολλούς τρόπους.
Προς το παρόν, ο πόλεμος Ρωσίας - Ουκρανίας φαίνεται να βρίσκεται σε αδιέξοδο, η σύγκρουση Ισραήλ-Hamas παραμένει ως επί το πλείστον περιορισμένη στη λωρίδα της Γάζας, (αν και αυτό μπορεί να αλλάξει σύντομα) και το θερμόμετρο του ανταγωνισμού ΗΠΑ - Κίνας ψύχεται κάπως, μετά τη συνάντηση Biden - Jinping.
Ωστόσο, όλες αυτές οι μεγάλες γεωπολιτικές δυναμικές μπορούν να αλλάξουν προς το χειρότερο το 2024, επηρεάζοντας αρνητικά τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας.
Ακόμη και στον τομέα της οικονομίας, το 2024 φέρνει μαζί του νέους κινδύνους.
Αν και σε μεγάλο βαθμό είχαν αποτέλεσμα στη μείωση του πληθωρισμού, οι επιθετικές εκστρατείες αύξησης των επιτοκίωn που ακολούθησαν οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να έχουν αντίκτυπο που δεν έχουμε καταλάβει ακόμη.
Είναι αμφισβητήσιμο ότι, εάν οι παγκόσμιοι ιθύνοντες χάραξης της νομισματικής πολιτικής δεν μειώσουν με τρόπο αποφασιστικό τα επιτόκια, η πολυαναμενόμενη «ήπια προσγείωση» της οικονομίας ίσως αποδειχτεί φενάκη.
Στις αβεβαιότητες αυτές προστίθεται το επόμενο έτος ο κυκεώνας εκλογών σε περισσότερες από 50 χώρες, που διαμορφώνουν τα κίνητρα των υπευθύνων χάραξης πολιτικής και των πολιτικών τους αντιπάλων.
Τα αποτελέσματα κάποιων εκλογών μάλιστα μπορούν να επηρεάσουν ριζικά τη γεωπολιτική και την παγκόσμια οικονομία.
Καθώς η Πρωτοχρονιά πλησιάζει με τους δείκτες του αμερικανικού Χρηματιστηρίου να βρίσκονται κοντά στα υψηλά όλων των εποχών και τη μάχη ενάντια στον πληθωρισμό κερδισμένη, αξίζει να δούμε τα πιθανά προβλήματα που θα μπορούσε να φέρει το 2024.
Το μέτωπο Ρωσίας - Ουκρανίας
Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία πλησιάζει τον τρίτο του χρόνο, το αδιέξοδο που έχει παγιωθεί στο μέτωπο μπορεί να οδηγήσει σε απρόβλεπτες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία.
Πράγματι, είναι πολύ πιθανό η δυτική πολιτική στην Ουκρανία να καταρρεύσει εντός του Ιανουαρίου.
Η αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία εξαντλείται καθώς οι Ρεπουμπλικάνοι απαιτούν νέους περιορισμούς για το άσυλο και σκληρότερα μέτρα για τους μετανάστες για να δώσουν την ψήφο τους υπέρ της συνέχισης της οικονομικής βοήθειας προς την Ουκρανία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τον δικό της αντίπαλο της βοήθειας προς στην Ουκρανία— τον Πρόεδρο Victor Orban της Ουγγαρίας—ο οποίος έχει θερμές σχέσεις με τον Vladimir Putin.
Μια κατάρρευση των ουκρανικών γραμμών, αν συμβεί, θα αποτελέσει ένα νέο σοκ που μπορεί να υπονομεύσει την παγκόσμια εμπιστοσύνη.
Το μέτωπο στη Μέση Ανατολή
Σχεδόν τρεις μήνες πολέμου στη Μέση Ανατολή έχουν οδηγήσει σε θάνατο 20.000 Παλαιστίνιους, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Γάζας ενώ οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι 1.200 Ισραηλινοί σκοτώθηκαν στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου που πυροδότησε τη σύγκρουση.
Αλλά τουλάχιστον δεν έχουμε ακόμη έναν περιφερειακό πόλεμο πλήρους κλίμακας στη Μέση Ανατολή.
Αυτό μπορεί κάλλιστα να αλλάξει τη νέα χρονιά.
Ορισμένοι υπουργοί της κυβέρνησης του Ισραήλ τάσσονται υπέρ της επέκτασης του πολέμου στον Λίβανο, προκειμένου να πληγεί η Hezbollah που υποστηρίζεται από το Ιράν, η οποία ανταλλάσσει πυρά με τις ισραηλινές δυνάμεις στο βορρά.
Αυτή η κίνηση μπορεί όμως να πυροδοτήσει την πλήρη εμπλοκή της καλά οπλισμένου Hezbollah τον πόλεμο, ίσως του ίδιου του Ιράν, υποστήριξαν οι αναλυτές της Gavekal Research σε σημείωμα της 18ης Δεκεμβρίου.
«Σε περίπτωση ισραηλινής επίθεσης, η Τεχεράνη θα αναγκαζόταν να παράσχει μεγαλύτερη και πιο ορατή υποστήριξη στη Hezbollah από ό,τι έχει δώσει στη Hamas, διαφορετικά θα κινδύνευε να χάσει την αξιοπιστία μεταξύ των άλλων οργανώσεων που υποστηρίζει», έγραψαν οι Tom Holland και Yanmei Xie του Gavekal.
Οι επιθέσεις στα πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα από αντάρτες Houthi με έδρα την Υεμένη που ευθυγραμμίζονται με το Ιράν, η εμπλοκή πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ στην απόκρουση ένοπλων drones και μια πρόσφατη δολοφονία Ιρανού στρατιωτικού αξιωματούχου στη Συρία μπορεί επίσης να ρίξουν λάδι στη φωτιά.
Οι επιθέσεις των Houthi θα μπορούσαν θεωρητικά να κλείσουν το στενό Baab el Madab - το στρατηγικό στενό που βρίσκεται στο νότιο άκρο της Ερυθράς Θάλασσας - επιβάλλοντας σημαντικό οικονομικό κόστος στις παγκόσμιες μεταφορές και την οικονομία.
Η απειλή έρχεται καθώς οι ΗΠΑ εξετάζουν το ενδεχόμενο να δώσουν μια «βαριά» απάντηση στους Houthi.
Το Πεντάγωνο προσπαθεί να καθησυχάσει τις ναυτιλιακές εταιρείες συγκροτώντας μια πολυεθνική στρατιωττκή δύναμη με την υπόσχεση ότι θα καταστήσει ασφαλή την πλεύση μέσω της Ερυθράς Θάλασσας και της Διώρυγας του Σουέζ, αλλά ο μισός στόλος πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που διέρχεται τακτικά και από τα δύο στενά αποφεύγει τη διαδρομή, σύμφωνα με νέα δεδομένα του κλάδου.
«Η Δύση θα πρέπει να επωμιστεί το κόστος της αναστάτωσης στο 10% περίπου του παγκόσμιου εμπορίου που διέρχεται από το Bab στο δρόμο του προς ή από το Σουέζ», έγραψαν οι Holland και Xie. «Υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στο παγκόσμιο εμπόριο — κι αυτά είναι κακά νέα για την ανάπτυξη και για πολλές αγορές».
Το μέτωπο Κίνας - Ταϊβάν
Πιο ανατολικά, πλησιάζουν οι προεδρικές εκλογές που θα γίνουν στις 13 Ιανουαρίου στη Ταϊβάν οι οποίες ενδιαφέρουν πάρα πολύ το Πεκίνο.
Η Κίνα κατέστησε σαφές ότι αντιτίθεται στον αντιπρόεδρο ai Ching-te, το κόμμα του οποίου τάσσεται υπέρ της ντε φάκτο ανεξαρτησίας του νησιού.
Οι προκλητικές ενέργειες και από τις δύο πλευρές σε περίπτωση νίκης του Lai θα μπορούσαν να αυξήσουν τις εντάσεις.
Καθιστώντας τα πράγματα χειρότερα, αυτές οι τρεις γεωπολιτικές δυναμικές θα μπορούσαν θεωρητικά να τροφοδοτηθούν η μία από την άλλη.
Η νίκη της Ρωσίας επί της Ουκρανίας την ίδια στιγμή που οι αντάρτες Houthi κλείνουν το έρασμα για το κρίσιμο ευρωπαϊκό-ασιατικό θαλάσσιο εμπόριο θα μπορούσαν να ενθαρρύνει τον Xi να αντιδράσει ακόμη πιο έντονα αν τις εκλογές πάρει ο αυτονομιστής ηγέτης της Ταϊβάν.
Αλλά όλα αυτά είναι το χειρότερο σενάριο.
Πόσο θα μειωθούν τελικά τα επιτόκια και το κόστος δανεισμού το 2024
Ακόμη και αν οι γεωπολιτικές εντάσεις δεν εκτροχιάσουν εν τέλει την τρέχουσα τροχιά της παγκόσμιας οικονομίας, υπάρχει ένα μεγάλο ερώτημα για το 2024 που έχει να κάνει με την οικονομία: εάν τα επιτόκια θα επιστρέψουν στα προ του Covid επίπεδα.
Καθώς προχωρούσε το 2023, ένας αυξανόμενος αριθμός οικονομολόγων προειδοποιούσαν ότι ακόμη κι όταν υποχωρήσει ο πληθωρισμός, το κόστος δανεισμού πιθανότατα θα βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο από εκείνο πριν από την πανδημία.
Έδωσαν μια σειρά από λόγους για αυτό.
Πρώτον, η αναδιάρθωση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού για να γίνουν πιο ασφαλείς θα τις καταστήσει πιο δαπανηρές.
Δεύτερον, η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια μπορεί να αυξήσει το κόστος ενέργειας πριν οι ανανεώσιμες πηγές μπορούν να αντισταθμίσουν τα ορυκτά καύσιμα.
Επίσης, οι ανησυχίες σχετικά με τον παρατεταμένο υψηλό ή μεταβλητό πληθωρισμό θα μπορούσαν να κάνουν τους αγοραστές ομολόγων να ζητήσουν υψηλότερα ασφάλιστρα.
Αλλά δεν πείθονται όλοι με αυτό το επιχείρημα.
Η Κίνα χρηματοδοτεί με τεράστια ποσά τις μεταποιητικές της βιομηχανίες, που παράγουν για το εσωτερικό και το εξωτερικό, και η παγκόσμια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα θα μπορούσε να μειώσει τις τιμές των αγαθών σε όλο τον κόσμο.
Οι πιο μακροχρόνιες συνταξιοδοτικές χρηματοδοτήσεις μπορεί να ενισχύσουν τις αποταμιεύσεις για την πληρωμή τους - επιβαρύνοντας τα μακροπρόθεσμα επιτόκια.
Καθώς ο πληθωρισμός θα συνεχίσει μάλλον να μειώνεται και οι κεντρικές τράπεζες θα αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια, θα δούμε καλύτερα πού τελικά θα πάει το κόστος δανεισμού.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών