Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η σημερινή Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ, η οποία ανάμεσα σε άλλα κρίσιμα ζητήματα, όπως η ενεργειακή κρίση, θα εξετάσει και το μείζον ζήτημα που έχει ανακύψει με την Πολωνία και που αφήνει ανοιχτό ακόμα και το σενάριο της αποχώρησης της από την ΕΕ.
Κατά το δείπνο εργασίας οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα συζητήσουν τις τελευταίες εξελίξεις με το Κράτος Δικαίου της Πολωνίας ύστερα από την απόφαση του πολωνικού Συνταγματικού Δικαστηρίου να αμφισβητήσει τις ίδιες τις Συνθήκες της ΕΕ κρίνοντας πως το εθνικό της δίκαιο υπερέχει του ευρωπαϊκού.
Οι περισσότεροι ειδικοί και αναλυτές υποστηρίζουν πως το θέμα είναι καθαρά πολιτικό και πως η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου είναι αποτέλεσμα των πιέσεων της κυβέρνησης της Πολωνίας.
Πόλεμος Βρυξελλών - Βαρσοβίας
Στις 7 Οκτωβρίου το Συνταγματικό Δικαστήριο της Πολωνίας, το οποίο ελέγχεται από το υπερσυντηρητικό Κόμμα Δικαίου και Δικαιοσύνης (PiS), κήρυξε ορισμένα άρθρα των Ευρωπαϊκών Συνθηκών ασύμβατα με το Σύνταγμα της Πολωνίας.
Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης βρίσκεται ένα θεμελιώδες ερώτημα:
Ποια είναι η σχέση του εθνικού με το κοινοτικό δίκαιο και ποιο υπερέχει;
Αφορμή για όλα αυτά ήταν η τροποποίηση της πολωνικής νομοθεσίας που αφορούσε τον ορισμό δικαστικών λειτουργών στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας.
Η κυβέρνηση του κόμματος «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS), που βρίσκεται στην εξουσία από το 2015 είχε περάσει νόμο, με τον οποίο γινόταν πρακτικά αδύνατον να ελεγχθεί νομικά η διαδικασία επιλογής των υποψηφίων.
Η υπόθεση κατέληξε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο απεφάνθη ότι σε τόσο σημαντικές υποθέσεις, όπου διακυβεύονται βασικές αρχές της ΕΕ, οι εθνικές διατάξεις θα πρέπει να υποχωρούν μπροστά στο κοινοτικό δίκαιο, ακόμη και αν έχουν συνταγματική ισχύ.
Κατόπιν αυτού ο πρωθυπουργός της Πολωνίας έθεσε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας του το ερώτημα περί υπεροχής του εθνικού ή του κοινοτικού δικαίου.
Στην περίπτωση της Πολωνίας το ζήτημα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, καθώς η σύνθεση του Συνταγματικού Δικαστηρίου είχε αλλάξει κατά τρόπο αυθαίρετο και μάλιστα παράνομο, σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο.
Στην ετυμηγορία του το Συνταγματικό Δικαστήριο υπό την προεδρία της Julia Przyłębska,, η οποία θεωρείται έμπιστη του προέδρου του PiS, Jaroslav Kaczyński, απεφάνθη ότι «η απόπειρα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου να αναμειχθεί στην πολωνική δικαιοσύνη παραβιάζει (...) τους κανόνες της υπεροχής του Συντάγματος και της εθνικής ακεραιότητας, η οποία παραμένει ανέγγιχτη στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Η απόφαση καταγγέλθηκε ως μία άνευ προηγουμένου επίθεση κατά της υπεροχής της ευρωπαϊκού δικαίου, αρχής που αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, και κατά της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο πόλεμος μεταξύ Βρυξελλών και Βαρσοβίας, κατόπιν αυτής της εξέλιξης, αποτυπώθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την περασμένη Τρίτη, όταν η πρόεδρος της Κομισιόν, Ursula von der Leyen δεσμεύτηκε να προχωρήσει σε ενέργειες κατά της κυβέρνησης της Πολωνίας, με τον πρωθυπουργό Morawiecki να αντεπιτίθεται με επιχειρήματα περί εκβιασμού της ΕΕ στην Πολωνία και περί υπεροχής των εθνικών συνταγματικών έναντι των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Αδύναμη ΕΕ
Αν και η προσπάθεια της υπερσυντηρητικής κυβέρνησης της Πολωνίας να ελέγξει τη Δικαιοσύνη κρατά εδώ και αρκετά χρόνια (βασικό επιχείρημα ήταν ότι χρήζει βαθιάς μεταρρύθμισης γιατί ήταν διεφθαρμένο, αναποτελεσματικό και έντονα πολιτικοποιημένο καθώς κυριαρχούνταν από δικαστές της κομμουνιστικής περιόδου), με απώτερο στόχο να υλοποιήσει τις πολιτικές της, στη Βαρσοβία περίμεναν πως το θέμα αυτό θα περιοριζόταν στο εσωτερικό και δεν θα οδηγούσε στην παρούσα φάση σε μια ανοιχτή σύγκρουση με την ΕΕ.
Είχαν άλλωστε ως παράδειγμα τη συνήθως ύποπτη για την «παραβατικότητα» της Ουγγαρία αλλά και το πρόσφατο παρελθόν, κατά το οποίο το PiS μπορούσε να περνά αυτά που ήθελε σχετικά με το Κράτος Δικαίου και παρά τις αντιδράσεις της ΕΕ και την επίκληση του Άρθρου 7, βάσει του οποίου ένα κράτος μέλος μπορεί να χάσει το δικαίωμα ψήφου εφόσον παραβιάσει βασικές αρχές των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Η απειλή
Πλέον όμως η Πολωνία, ή μάλλον η κυβέρνηση της τα βρίσκει σκούρα με την ΕΕ.
Δεν είναι μόνο ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λαμβάνει αποφάσεις κατά της Πολωνίας που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυστηρά πρόστιμα ή ότι ευρωπαϊκά δικαστήρια αρχίζουν να αμφισβητούν το Κράτος Δικαίου της Πολωνίας, όπως για παράδειγμα το να μην εφαρμόζουν πολωνικά εντάλματα σύλληψης λόγω ανησυχίας για μια μη δίκαιη δίκη στους συλληφθέντες.
Είναι κυρίως το «όπλο» των 36 δις ευρώ που η ΕΕ έχει αποφασίσει να δώσει στην Πολωνία για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας.
Ποσό, στο οποίο ποντάρει το κυβερνών κόμμα προκειμένου να καταφέρει να εξασφαλίσει τη νίκη στις εκλογές του 2023 και το οποίο έχει μπλοκάρει η Κομισιόν.
Ήδη Πολωνοί ευρωβουλευτές που στήριξαν τις μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη, υποστηρίζουν πως δεν περίμεναν ότι η σύγκρουση θα κλιμακωνόταν σε τέτοιο βαθμό.
Το αδιέξοδο
Αλλά το κυβερνών κόμμα έχει περιέλθει σε αδιέξοδο.
Η κυβέρνηση διαμηνύει ότι η μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη θα συνεχιστεί, διότι φοβάται ότι σε διαφορετική περίπτωση θα έχει τεράστιες πολιτικές απώλειες.
Από την άλλη είναι οι απειλές της ΕΕ για τα 36 δις ευρώ.
Γαλλία και Δανία αναμένεται να ζητήσουν πως θα πρέπει να αποφευχθεί η οικονομική συμβολή των χωρών τους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση να κατευθυνθεί προς κράτη μέλη οι κυβερνήσεις των οποίων παραβιάζουν ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα όπως αυτά ορίζονται στις δυτικές φιλελεύθερες δημοκρατίες.
Σε δηλώσεις του ο Γάλλος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Clement Bonne είπε αν δεν εφαρμοσθούν οι κοινοί ευρωπαϊκοί κανόνες, «το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα πεθάνει» και προειδοποίησε για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων κατά της Βαρσοβίας.
Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένεται να ψηφίσει σήμερα απόφαση με την οποία θα ζητεί από τις Βρυξέλλες να διακόψει την καταβολή ευρωπαϊκών κονδυλίων προς την Βαρσοβία λόγω της παραβίασης των δημοκρατικών αρχών, ενώ Σουηδία, Φινλανδία και Λουξεμβούργο είναι αποφασισμένες για τη λήψη μέτρων κατά της Πολωνίας.
Επιπλέον, Ευρωπαίοι ευρωβουλευτές πιέζουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να θέσει σε εφαρμογή τον νέο μηχανισμό που επιτρέπει την διακοπή της εκταμίευσης ευρωπαϊκών πόρων προς τις χώρες όπου διαπιστώνονται παραβιάσεις του κράτους δικαίου.
Διαφοροποίηση Γερμανίας
Απέναντι σε αυτόν τον εντεινόμενο εκνευρισμό της ΕΕ, στέκεται η Γερμανία, η οποία υποστηρίζει πως πρέπει να υπάρξει διάλογος με την Πολωνία και ότι σε καμία περίπτωση η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ δεν πρέπει να μετατραπεί σε πεδίο σύγκρουσης.
Η καγκελάριος Merkel έχει προειδοποιήσει ότι η Πολωνία δεν πρέπει να απομονωθεί και επιμένει ότι οι «ιδεολογικές» διαμάχες» είναι καλύτερο να επιλύονται στα δικαστήρια.
Αν και ο πρωθυπουργός Morawiecki (ορίστηκε από τον ηγέτη του PiS, Jaroslav Kaczyński) αναμένεται να υπερασπιστεί και πάλι την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Πολωνίας, κανείς δεν περιμένει πως το θέμα θα λήξει σε αυτήν τη Σύνοδο Κορυφής ή έστω σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Στενεύουν τα περιθώρια για συμβιβασμό
Μια ολοένα και περισσότεροι ειδικοί και αναλυτές εκτιμούν πως ο χώρος για διάλογο μεταξύ ΕΕ και Πολωνίας ολοένα και στενεύει, κάτι που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα περιθώρια για συμβιβασμό.
«Αυτή η σύγκρουση μπορεί ακόμα να αποκλιμακωθεί.
Ακόμα μιλάμε για αμοιβαίες παραχωρήσεις.
Και στις δύο πλευρές υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν μια συμφωνία, αλλά υπάρχουν ολοένα και λιγότεροι» αναφέρει στο Politico Πολωνός αξιωματούχος.
Σε ερώτηση για το πώς θα μπορούσε να λήξει αυτή η κρίση, άλλος Πολωνός αξιωματούχος αναφέρει στο περιοδικό, πως «αυτό θα έρθει όταν θα σταματήσουν να παίζουν πόκερ και θα αρχίσουν να παίζουν ρώσικη ρουλέτα».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών