Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Ανούσια κίνηση από τη DBRS - Αναβαθμίζει σε θετικό το trend της Ελλάδας, με αξιολόγηση BBB (low) - Βελτίωση σε τράπεζες, χρέος

Ανούσια κίνηση από τη DBRS - Αναβαθμίζει σε θετικό το trend της Ελλάδας, με αξιολόγηση BBB (low) - Βελτίωση σε τράπεζες, χρέος
Όλα ρόδινα τα «βλέπει» ο καναδικός οίκος αξιολόγησης...
Σε θετικές -από σταθερές- αναβάθμισε τις προοπτικές επαναξιολόγησης (trend) της Ελλάδας η DBRS Ratings, διατηρώντας σε BBB (low) τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα.
Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης επικαλείται τις προσδοκίες για περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του τραπεζικού συστήματος. Ο τραπεζικός τομέας θα συνεχίσει να διατηρεί καλή κερδοφορία, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) και τις αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις. Οι κληρονομιές των NPLs έχουν επίσης υποχωρήσει ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής απόφασης να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών που κατείχε στις συστημικές τράπεζες, σχολιάζει η DBRS.
Επιπλέον, τα αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υγιή ονομαστική ανάπτυξη, θα διευκολύνουν περαιτέρω σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, το οποίο αναμένεται να μειωθεί κάτω από 140% έως το 2027 από 161,9% το 2023. Η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σε καλό δρόμο, οι οποίες, μαζί με υψηλότερες επενδύσεις που υποστηρίζονται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αναμένεται να αυξήσουν το δυναμικό του ΑΕΠ και να κάνουν την ανάπτυξη της χώρας πιο αυτοσυντηρούμενη. Από το 2021, η Ελλάδα ξεπερνά τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ και αυτό είναι πιθανό να συνεχιστεί τα επόμενα δύο χρόνια. Το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά περισσότερο από 2% τόσο το 2024 όσο και το 2025, υπογραμμίζιε η DBRS.
Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας BBB (low) υποστηρίζεται από τη συμμετοχή της στην ΕΕ/Ευρωζώνη και από την εφαρμογή θεσμικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP ή Ελλάδα 2.0), το οποίο αναμένεται να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να συμβάλει στη μείωση του επενδυτικού χάσματος με τις χώρες της Ευρωζώνης.

Πότε θα αλλάξουν οι αξιολογήσεις

Η DBRS θα μπορούσε να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω:
(1) περαιτέρω βελτίωση της κατάστασης του τραπεζικού συστήματος.
(2) συνέχιση των υγιών δημοσιονομικών επιδόσεων, υποστηριζόμενων από διατηρούμενα πρωτογενή πλεονάσματα και σημαντική μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους.
(3) συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης.

Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αλλάξει το trend στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας και πάλι σε σταθερό, εάν ο τραπεζικός τομέας δεν καταφέρει να μειώσει τις ευπάθειές του ή η προβλεπόμενη μείωση του δείκτη του δημόσιου χρέους δεν είναι ικανοποιητική.
Οι πιθανοί παράγοντες υποβάθμισης των αξιολογήσεων περιλαμβάνουν τα παρακάτω:
(1) παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση.
(2) ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Κινητήρια δύναμη οι τράπεζες

Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, έχει γίνει σημαντική προσπάθεια για την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα της Ελλάδας, ο οποίος, χάρη στη βελτίωση της πιστωτικής ποιότητας, είναι πλέον πιο ανθεκτικός από ό,τι στο παρελθόν.
Οι τράπεζες έχουν καλύτερη κεφαλαιοποίηση, μεγαλύτερη ρευστότητα και έχουν αυξήσει την κερδοφορία τους, με υποστήριξη από τα αυξημένα επιτόκια. Επιπλέον, η βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας μετά από μια βαθιά διαδικασία αναδιάρθρωσης και η μείωση του πιστωτικού κόστους σε συνάρτηση με τη βελτίωση του προφίλ κινδύνου, ενίσχυσαν περαιτέρω τις ελληνικές τράπεζες.
Οι πρόσφατες κρίσεις, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής, δεν εμπόδισαν τον συνολικό δείκτη NPLs να συνεχίσει να μειώνεται -στο 7,5% το α' τρίμηνο του 2024, σημειώνοντας πτώση πάνω από 40 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017. Αυτή η μείωση οφείλεται κυρίως στις πωλήσεις και τις τιτλοποιήσεις δανείων στο πλαίσιο του «Ηρακλής».
Η συγχώνευση μεταξύ της Attica Bank και της Παγκρήτιας, πιθανότατα θα βοηθήσει τον δείκτη NPLs του τραπεζικού συστήματος να μειωθεί περαιτέρω προς τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.
Με την υγεία του τραπεζικού συστήματος να βελτιώνεται, το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προχώρησε σε σημαντικές αποεπενδύσεις σε συστημικές τράπεζες. Αυτό προσέλκυσε ιδιώτες επενδυτές που επέτρεψαν στην κυβέρνηση να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών που κατείχε σε συστημικές τράπεζες, γεγονός που συμβάλλει στη μείωση της σχέσης με τις τράπεζες.
Η DBRS αναμένει περαιτέρω βελτίωση στην ποιότητα του κεφαλαίου με συνεχή μείωση της αναβαλλόμενης φορολογικής πίστωσης, η οποία, από το έτος 2023, αντιπροσώπευε το 44% των συνολικών εποπτικών κεφαλαίων, ποσοστό κατά 8% χαμηλότερο σε σύγκριση με το 2022.
Παράλληλα, αν και τα τελευταία χρόνια αυξήθηκαν οι τιμές κατοικιών και το κόστος διαβίωσης, δεν υπάρχουν ενδείξεις υπερβολικού δανεισμού και μόχλευσης.
Την τελευταία δεκαετία, η αύξηση των δανείων ήταν υποτονική, αλλά πρόσφατα βελτιώθηκε. Η Morningstar DBRS σημειώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση και η κατανομή των κεφαλαίων RRF από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των NPLs που έχει σημειωθεί, τοποθετούν τις τράπεζες καλά στην περαιτέρω παροχή πιστώσεων σε ελληνικές επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο του RRF, η Ελλάδα θα λάβει δάνεια ύψους 17,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16,7 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν μέσω ελληνικών τραπεζών.

Υψηλό χρέος, αλλά μειώνεται

Ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ παραμένει ο υψηλότερος στη ζώνη του ευρώ, αλλά βρίσκεται σε απότομη καθοδική τροχιά.
Ο δείκτης του ελληνικού δημόσιου χρέους αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, επωφελούμενος από την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα μέτρια επιτόκια και την υγιή, αν και επιβραδυνόμενη, ονομαστική ανάπτυξη. Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας κορυφώθηκε στο 207% το 2020 πριν πέσει στο 161,9% το 2023, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. Η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει να μειώνεται στο 152,7% του ΑΕΠ φέτος, υποδηλώνοντας πτώση περίπου 54 ποσοστιαίων μονάδων σε μόλις τέσσερα χρόνια, μια από τις πιο απότομες μειώσεις στη σύγχρονη εποχή.
Κατά την άποψη της DBRS, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μετριάζονται από διάφορους παράγοντες. Πρώτον, η δομή του χρέους είναι πολύ ευνοϊκή. Δεύτερον, η μέση σταθμισμένη διάρκεια είναι πολύ υψηλή -στα 19 έτη το 2024- και περίπου το 70% του χρέους κατέχεται από επίσημους δανειστές (ΕΕ κλπ.), γεγονός που καθιστά το χρέος λιγότερο επιρρεπές στην αστάθεια της αγοράς. Τέλος, ο Ελληνικός Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) κατάφερε να υπερκαλύψει προσωρινά το χαρτοφυλάκιό του χρέους, μετριάζοντας τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους τόκων. Το 2024, το μέσο πραγματικό επιτόκιο του μεσομακροπρόθεσμου χρέους αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,3%.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας επωφελείται επίσης από μια προληπτική στρατηγική διαχείρισης του χρέους με πρόωρες αποπληρωμές που μείωσαν το βραχυπρόθεσμο χρέος και εξομάλυνσαν το προφίλ εξόφλησης. Για παράδειγμα, η κυβέρνηση αποπλήρωσε πλήρως τα δάνεια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και προπλήρωσε 2,6 δισ. ευρώ και 5,3 δισ. ευρώ το 2022 και το 2023, αντίστοιχα.
Τα σημαντικά ταμειακά αποθέματα περίπου 34 δισ. ευρώ (15% του ΑΕΠ ή τρία χρόνια ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών) στα μέσα του 2024 συνεχίζουν να χρησιμεύουν ως απόθεμα ρευστότητας και να ενισχύουν την εμπιστοσύνη.

Η οικονομία θα συνεχίσει να υποστηρίζεται από τις επενδύσεις

Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2% το 2023 χάρη στην ισχυρή ανάπτυξη της ιδιωτικής κατανάλωσης, των εξαγωγών και των επενδύσεων. Το 2024, η οικονομική δραστηριότητα της χώρας πιθανότατα θα συνεχίσει να ξεπερνά τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ επωφελούμενη από τη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης, την αναμενόμενη βελτίωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και τη ροή κεφαλαίων της ΕΕ. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να είναι 2,2% φέτος και 2,5% το 2025, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική με το ποσοστό ανεργίας να πέφτει κάτω από το 10% τον Ιούνιο του 2024 για πρώτη φορά από τον Αύγουστο του 2009, αν και εξακολουθεί να είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Όπως και άλλες μικρές οικονομίες, η Ελλάδα εκτίθεται σε γεωπολιτικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις τουριστικές και ναυτιλιακές βιομηχανίες ή να οδηγήσουν σε άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων και να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Η χώρα παραμένει επίσης ευάλωτη σε ακραία κλιματικά φαινόμενα.
Στο RRP, μέχρι στιγμής, η χώρα παρουσιάζει κορυφαίες επιδόσεις για το μερίδιο των κεφαλαίων που εκταμιεύονται. Έχει ολοκληρώσει το 23% των ορόσημων και των στόχων της και έχει λάβει 7,59 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 9,62 δισ. ευρώ δάνεια, κοντά στο 50% του συνόλου των σχεδόν 36 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ). Αν και υπάρχουν κάποιες καθυστερήσεις όσον αφορά τις υλοποιήσεις, η χώρα απορροφά τεράστιο όγκο πόρων.

Παραμένει η δέσμευση στα δημοσιονομικά

Οι δημοσιονομικοί λογαριασμοί της Ελλάδας, μετά την επιδείνωση λόγω των μέτρων που εφαρμόστηκαν για τον μετριασμό των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 και της ενεργειακής κρίσης, βελτιώνονται με ταχείς ρυθμούς.
Μετά την κορύφωση στο 9,8% του ΑΕΠ το 2020, το έλλειμμα μειώθηκε στο 1,6% το 2023 με περαιτέρω βελτιώσεις που αναμένονται φέτος και το 2025. Τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα φορολογικά έσοδα, καθώς και οι χαμηλότερες πρωτογενείς δαπάνες, οδήγησαν στην αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 1,9% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σε μεγάλο βαθμό τον στόχο του 1,1% πέρυσι.
Λόγω της υγιούς οικονομικής ανάπτυξης και των ισχυρότερων δημοσιονομικών εσόδων, το πρωτογενές πλεόνασμα πιθανότατα θα συνεχίσει να αυξάνεται. Ενώ η κυβέρνηση έθεσε στόχο ΑΕΠ 2,1% στο πρόγραμμα σταθερότητάς της τον Απρίλιο, τα υψηλότερα από τα αναμενόμενα δημοσιονομικά έσοδα, με τη βοήθεια μέτρων ψηφιοποίησης και φορολογικής συμμόρφωσης, πιθανότατα θα οδηγήσουν σε υπεραπόδοση του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2024.
Τα τελευταία στοιχεία για τα φορολογικά έσοδα είναι ενθαρρυντικά, με το πρωτογενές πλεόνασμα το πρώτο εξάμηνο του έτους να είναι περίπου 1 δισ. ευρώ υψηλότερο από την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Στο πλαίσιο αυτό, το δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο 1,2% και στο 0,9% του ΑΕΠ το 2024 και το 2025, αντίστοιχα.
Η DBRS δεν προβλέπει εκτροχιασμό της δημοσιονομικής σύνεσης.

Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα μειωθεί σταδιακά αλλά θα παραμείνει υψηλό μεσοπρόθεσμα

Το παρατεταμένο έλλειμμα της Ελλάδας στο ισοζύγιο αγαθών και η αυξημένη αρνητική Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (NIIP) επιβαρύνουν την εξωτερική θέση της χώρας και τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.
Στο μέλλον, αυτές οι ευπάθειες είναι πιθανό να υποχωρήσουν, αν και οριακά, με το εμπορικό έλλειμμα να μειώνεται σταδιακά αλλά να παραμένει αυξημένο, ενώ το εξωτερικό χρέος ως μερίδιο του ΑΕΠ μειώνεται ως αποτέλεσμα των αποπληρωμών του δημόσιου χρέους και της ισχυρότερης ονομαστικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, η DBRS θεωρεί την εξωτερική θέση της Ελλάδας ως πιο ανθεκτική από ό,τι στο παρελθόν.
Η χώρα έχει βελτιώσει την εξωτερική της ανταγωνιστικότητα, έχει γίνει μια πιο ανοιχτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε όρους ΑΕΠ ήταν περίπου 45% το 2023 από 22% το 2010.
Επιπλέον, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, μετά από προσωρινή διεύρυνση το 2022 σε 10,3% του ΑΕΠ, μειώθηκε σε περίπου 6,3% το 2023.
Το αρνητικό NIIP της Ελλάδας στο 139% του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2024, παρά την πτώση άνω των 40 ποσοστιαίων μονάδων από την κορύφωση το δεύτερο τρίμηνο του 2021, παραμένει πολύ υψηλό. Ωστόσο, είναι λιγότερο ανησυχητικό κατά την άποψη της DBRS, καθώς η Ελλάδα επωφελείται από μια ευνοϊκή δομή χρέους.

Η απόλυτη πλειοψηφία διασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής

Η απόλυτη πλειοψηφία που συγκέντρωσε το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2023, προμηνύεται ως καλό σημάδι για πολιτική συνέχεια καθώς και για υλοποίηση της κυβερνητικής ατζέντας.
Αυτό θα βοηθήσει επίσης στη σταθερότητα της κυβέρνησης όταν η Ελλάδα στοχεύει να εκπληρώσει τους στόχους και τα ορόσημα του RRP, με στόχο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και των οικονομικών της προοπτικών.
Αν και οι εκλογές στην ΕΕ τον Ιούνιο, εμφάνισαν μια μειωμένη υποστήριξη για το κυβερνών κόμμα, η αντιπολίτευση φαίνεται κατακερματισμένη και αδύναμη.
Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση αναμένεται να εκπληρώσει ολόκληρη τη νομοθετική περίοδο.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης