Τελευταία Νέα
Κοινωνία

Η Εκκλησία ετοιμάζει αγωγή - μαμούθ κατά του ελληνικού Δημοσίου για τα ακίνητα στη Βουλιαγμένη - Αποζημίωση εκατομμυρίων ευρώ

Η Εκκλησία ετοιμάζει αγωγή - μαμούθ κατά του ελληνικού Δημοσίου για τα ακίνητα στη Βουλιαγμένη - Αποζημίωση εκατομμυρίων ευρώ
Επιδίωξη της Εκκλησίας είναι να κινηθεί με παρόμοιο τρόπο και για εκκλησιαστικά ακίνητά της σε τουλάχιστον άλλες έξι περιοχές (Φασκομηλιά, Λεγραινά, Βάρη, Στροφυλιά, Κοκκιναρά, Φλαμούρι Μαγνησίας), όπως ενημέρωσε την Τρίτη τους μητροπολίτες στην πρώτη συνεδρίαση της Ιεραρχίας ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος

Αγωγή κατά του ελληνικού Δημοσίου ετοιμάζει η Εκκλησία έπειτα από τη δικαίωσή της από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) για ακίνητά της στη Βουλιαγμένη που παρέμεναν για χρόνια δεσμευμένα.
Η προσφυγή της Εκκλησίας από το 2013 αφορούσε τον χαρακτηρισμό της «αδικαιολόγητης άρνησης του Κράτους να ρυθμίσει πολεοδομικά τα ατακτοποίητα της Βουλιαγμένης, ως παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη».
Επιδίωξη της Εκκλησίας είναι να κινηθεί με παρόμοιο τρόπο και για εκκλησιαστικά ακίνητά της σε τουλάχιστον άλλες έξι περιοχές (Φασκομηλιά, Λεγραινά, Βάρη, Στροφυλιά, Κοκκιναρά, Φλαμούρι Μαγνησίας), όπως ενημέρωσε την Τρίτη τους μητροπολίτες στην πρώτη συνεδρίαση της Ιεραρχίας ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
Ο Αρχιεπίσκοπος με επιστολή του εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη νέα εποχή στις σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας για τη συνεργασία που θα υπάρξει σχετικά με το μεγάλο εκκλησιαστικό πρότζεκτ στην περιοχή του Σχιστού-Σκαραμαγκά.
Ο Αρχιεπίσκοπος ανέφερε πως έχει συμφωνήσει με τον Πρωθυπουργό να υπάρξει συνεργασία με την Πολιτεία για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας προς όφελος του λαού. Εντούτοις ο Αρχιεπίσκοπος αφιέρωσε ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στη δικαίωση της Εκκλησίας από το ΕΔΔΑ με την απόφαση της 2/6/2022.
Οπως υποστήριξε η Εκκλησία, η παραβίαση είχε ως συνέπεια «την απώλεια εισοδήματος για την Εκκλησία της Ελλάδος, της τάξεως των 20.000.000 κατ’ έτος».
Σύμφωνα με το orthodoxia.info, η Εκκλησία πάντως είναι αποφασισμένη να μην περιοριστεί στη δικαίωση αλλά – σύμφωνα με τα όσα είπε χθες o Αρχιεπίσκοπος απευθυνόμενος στο σώμα της Ιεραρχίας και στέλνοντας μήνυμα και στην Πολιτεία – θα διεκδικήσει και αποζημίωση. «Ανοίγει ο δρόμος για την πλήρη αποζημίωση τής Εκκλησίας της Ελλάδος για τη ζημία που υπέστη καθ’ όλα τα έτη λόγω της αδικαιολόγητης καθυστέρησης της Διοίκησης να ρυθμίσει πολεοδομικά τα ακίνητά της, ως νομίμως όφειλε.
Η Εκκλησία της Ελλάδος θα ασκήσει αγωγή κατά τού Ελληνικού Δημοσίου ζητώντας αποζημίωση» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Συμπλήρωσε δε πως ανοίγει ο δρόμος για την πολεοδομική ρύθμιση των ατακτοποίητων ακινήτων «σε συμμόρφωση της Διοίκησης και του αρμοδίου ΟΤΑ προς την απόφαση του ΕΔΑΔ» καθώς ο φάκελος της υποθέσεως θα διαβιβασθεί στην Επιτροπή των υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Ολόκληρη η εισήγηση του Αρχιεπισκόπου στην Σύνοδο της ιεραρχίας 

ΕΙΣΗΓΗΣΗ

τῆς Α.Μ. τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος

κ. Ἱερωνύμου

κατά τήν Τακτική Σύναξη τῆς Ἱεραρχίας

τήν 4ην/10/2022

ΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΡΓΗΣΑΝ ΝΑ ΕΡΘΟΥΝ

Α΄

Ἀδελφοί μου,

Θά ἤθελα ἐν πρώτοις νά ζητήσω συγγνώμη διότι σέ ὅσα προτίθεμαι νά σᾶς ἀνακοινώσω καί νά σᾶς προτείνω, ἀναμειγνύονται καί προσωπικά μου βιώματα.

Πέρασαν πενήντα πέντε (55) χρόνια ἀπό τότε πού ὁ γέροντάς μου Νικόδημος Γραικός, αὐτός ὁ ἅγιος κληρικός, μοῦ ἄνοιξε τόν δρόμο τῆς Ἱερωσύνης. Σέ λίγο συμπληρώνονται δέκα πέντε (15) χρόνια ἀπό τότε πού τό σῶμα τῆς Ἱεραρχίας μας μέ ἐξέλεξε Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Πενήντα πέντε χρόνια ἐργάτης στόν ἀμπελῶνα τῆς Ἐκκλησίας.

Πλούσια τά πνευματικά ὀφέλη καί οἱ ἐμπειρίες πολλές κοντά στόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Τεράστια τά προβλήματα καί οἱ δυσκολίες σκληρές καί πάμπολλες.

Ἀσφαλῶς θά ὑπάρξουν ἐπιστήμονες, ἐρευνητές πού θά φέρουν ὑπεύθυνα στήν ἐπιφάνεια κακοποιημένες πολλές ἀλήθειες καί θά γελοιοποιήσουν τίς πρόχειρες κατά καιρούς φυλλάδες καί τίς πληρωμένες «διαφημίσεις» καί προβολές.

Εὐχαριστῶ θερμά τούς ἀδελφούς Ἀρχιερεῖς, τούς κληρικούς μας, τούς λαϊκούς συνεργάτες καί τά στελέχη τῆς Πολιτείας μας καί ἐκείνους ὅσους μᾶς βοήθησαν καί βοηθοῦν καί ἐκείνους ὅμως πού εἶναι ἀντίθετοι καί πολέμιοί μας στόν ἀγῶνα μας, γιατί μᾶς κάνουν προσεκτικώτερους καί δυνατότερους.

Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ μας, κατηύθυνε ἔτσι τά πράγματα ὥστε τά μέλη τῆς κατά καιρούς Ἱεραρχίας μας ἐπί τῶν ἡμερῶν μου νά ἐκλέξουμε καί νά χειροτονήσουμε ὑπέρ τούς πενήντα πέντε (55) Ἀρχιερεῖς, Μητροπολίτες καί βοηθούς Ἐπισκόπους.

Μεγάλη ἡ συγκίνηση καί συγχρόνως ἡ ἐπίγνωση τῆς εὐθύνης.

Β΄

Θά μποροῦσα σήμερα, ἀδελφοί μου, νά σᾶς ἀναγνώσω ἀπό τή θέση αὐτή μιά προσεγμένη, θεωρητική ἀκαδημαϊκή εἰσήγηση ἀνάλογη μέ τίς δυνάμεις μου. Ὅσα προηγήθηκαν ἀλλά καί οἱ ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πατρίδας μας σήμερα ἄλλα μέ συμβουλεύουν νά τονίσω.

Νά στρέψω τήν προσοχή μας καί τίς σκέψεις μας σέ θέματα καθημερινῆς ἀνάγκης, καί ὅλα αὐτά κάτω ἀπό τήν Χάρι τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί Πατέρα μας, πού συνεχίζει νά μᾶς ἀγαπάει καί νά μᾶς φροντίζει ἐν Χριστῷ καί Ἁγίῳ Πνεύματι. Σήμερα, βλέπουμε τά πάντα νά εἶναι ρευστά, ἀσαφῆ, νά ἐξελίσσονται ραγδαῖα. Εἴμαστε στήν ἐποχή τῆς εἰκονικῆς πραγματικότητας καί τοῦ ψηφιακοῦ κόσμου, ὅπου ἔχει κλονιστεῖ ἡ παλαιά ἀντίληψη περί κοινοτισμοῦ καί συλλογικῆς συνείδησης, κάθε τι τό παραδοσιακό καί κάθε ἐναπομείνας θεσμός.

Ἕνα ἄλλο σημαντικό χαρακτηριστικό τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ὁ συγκρητισμός. Δηλαδή ἡ διάχυση καί ὁ συνδυασμός θρησκευτικῶν ἰδεῶν καί πρακτικῶν σέ πολλούς τομεῖς τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς καί δραστηριότητος. Θρησκευτικές ἰδέες, διαφορετικῆς προέλευσης, ἐκλαϊκευμένες, διαχέονται παντοῦ μέ τρόπο ἄναρχο καί ἀνοργάνωτο, ὄχι μόνον μέσῳ τῶν περιοδικῶν, τῆς τηλεόρασης, τοῦ διαδικτύου, ἀλλά καί μέσα ἀπό καθημερινές συνήθειες καί πρακτικές, πού σχετίζονται μέ τήν εὐεξία, τήν ὑγεία, τήν σωματική ἄσκηση, ὅπως οἱ ἐναλλακτικές μέθοδοι ἰατρικῆς, οἱ πολεμικές τέχνες κ. ἄ.

Βλέπουμε μιά ἀναντιστοιχία ἀνάμεσα σ’ αὐτό πού δηλώνουμε ὅτι πιστεύουμε καί στίς καθημερινές μας πράξεις καί συνήθειες.

Σήμερα οἱ περισσότεροι δέν ἀποδέχονται τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως διατυπώνεται σέ αὐτήν. Ἀδιαφοροῦν. Ἀναμειγνύουν κάποια στοιχεῖα τῆς Ὀρθοδοξίας μέ ἀτομικές τους ἤ ξενόφερτες πεποιθήσεις καί συνήθειες, πού ἀλλοιώνουν τήν παραδοσιακή νοοτροπία καί συνθέτουν μιά ἀτομική θρησκευτικότητα.

Ὁ κόσμος ἔχει ἀλλάξει ραγδαῖα. Ὁ παραδοσιακός τρόπος ζωῆς ἔχει μεταβληθεῖ. Κι αὐτό φαίνεται μέσα ἀπό νέες πραγματικότητες κατά τά τελευταῖα χρόνια, ὅπως τό αὐτόματο διαζύγιο, ὁ πολιτικός γάμος, ἡ κατάργηση τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἡ πολιτική κηδεία, ἡ καύση τοῦ νεκροῦ, ὁ ὑποβοηθούμενος θάνατος κ.ἄ.

Ὅλα αὐτά καί τόσα ἄλλα ὁδηγοῦν στήν ἀνάγκη ἐπανευαγγελισμοῦ τοῦ λαοῦ μας. Πρέπει καί πάλι νά ξεκαθαρίσουμε τίς θεολογικές προϋποθέσεις γιά τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, τόν συνάνθρωπο καί τόν κόσμο.

Πρός τόν σκοπό αυτό ἀπαιτοῦνται:

Ι. Συστράτευση Κληρικῶν, Πανεπιστημιακῶν διδασκάλων καί λαϊκῶν εὐσεβῶν.

ΙΙ. Συνεργασία μέ τούς καθηγητές τῶν Θεολογικῶν καί Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν. Τώρα μάλιστα πού στίς τελευταῖες ἡ Ἐκκλησία ἐπέτυχε τήν πλειοψηφία στή διοίκησή τους, τήν συμμετοχή της στήν ἐπιλογήν τῶν εἰσαγομένων καί διδασκόντων εἰς αὐτές ὡς καί τήν ὑπόδειξιν τῆς διδακτέας ὕλης στούς ἱεροσπουδαστές.

IΙΙ. Προσφορά καί ἀξιοπρεπής ἐξυπηρέτηση σέ ἀδελφούς μας πάσχοντες καί τούς ἐνδεεῖς εἴτε κατά μόνας ἤ σέ πρότυπα λειτουργικά Κέντρα γιά ἄτομα ἀπό τήν παιδική ἡλικία μέχρι τά βαθιά γεράματα.

Ὅλα αὐτά γιά νά συντελεσθοῦν καί νά ὑλοποιηθοῦν χρειάζονται οἰκονομική στήριξη, ὅπως τόνισε στούς ἀρχαίους Ἀθηναίους ὁ Δημοσθένης «Δεῖ δὴ χρημάτων καὶ ἄνευ τούτων οὐδέν ἐστι γενέσθαι». Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τήν ὑποχρέωση νά ἀξιοποιήσει τήν ἐναπομείνασα περιουσία της γιά τήν ὑλοποίηση αὐτῶν τῶν σκοπῶν της. Ἀπό τό 100% σκορπίσθηκε τό 96% αὐτῆς. Ἐναπομένει σήμερα τό 4%. Αὐτό ἀξιοποιούμενο θά βοηθήσει στούς στόχους τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, ἡ Ἐκκλησία, πέρα ἀπό τήν ἐσχατολογική της προοπτική, ἀφοῦ κινεῖται ἐντός τῆς ἱστορίας δέν μπορεῖ νά ἐγκαταλείψει τόν ἄνθρωπο. Καί, ὁ ἐπανευαγγελισμός μᾶς βοηθάει νά ἔχουμε τό βλέμμα μας προσανατολισμένο καί στά ἔσχατα καί στό τώρα.

Γ΄

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, θά ἤθελα στό σημεῖο αὐτό νά σᾶς ἐνημερώσω σχετικά μέ τόν

Νόμο 4957/2022 γιά τήν Μισθοδοσία τοῦ Κλήρου

Ψηφίσθηκαν μέ πρωτοβουλία τῆς Ὑπουργοῦ Παιδείας καί Θρησκευμάτων κ. Νίκης Κεραμέως καί μέ εὐρεῖα πολιτική συναίνεση τά ἄρθρα 347 καί 446 τοῦ νόμου 4957/2022 μέ τίτλο «Νέοι ὁρίζοντες στά Ἀνώτατα Ἐκπαιδευτικά Ἱδρύματα: Ἐνίσχυση τῆς ποιότητας, τῆς λειτουργικότητας καί τῆς σύνδεσης τῶν Α.Ε.Ι. μέ τήν κοινωνία καί λοιπές διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄, 141/21-7-2022).

Οἱ διατάξεις αὐτές ἐπέλυσαν τό ζήτημα τῶν ὀργανικῶν θέσεων τῶν διορισμένων κληρικῶν καί ἐπικαιροποίησαν τό καθεστώς τῆς μισθοδοσίας.

Τό διάταγμα τῆς ἐκτελέσεως τοῦ νόμου πρέπει νά ἐκδοθεῖ ὁπωσδήποτε τό συντομότερο, εἰδάλλως ἡ τύχη τοῦ ψηφισθέντος νόμου θά εἶναι ἡ ἴδια μέ αὐτή τοῦ νόμου 536/1945.

Ἐπειδή κάθε νόμος ἔχει τά ὑπέρ καί τά κατά του, ἀναμένουμε τήν ἔκδοση αὐτοῦ τοῦ Διατάγματος καί ἡ Δ.Ι.Σ. θά ἀσχοληθεῖ καί πάλι μέ τό θέμα αὐτό.

– Ἔχουμε ὅμως τήν ὑποχρέωση νά δημοσιεύσουμε ἕνα κείμενο πού θά μαρτυρεῖ καί στούς σημερινούς καί στούς αὐριανούς ἀντιρρησίες, ὅτι ἡ καταβολή τῆς μισθοδοσίας τοῦ Κράτους πρός τούς κληρικούς δέν εἶναι χάρισμα, ἀλλά ὑποχρέωση κρατική γιά τήν προσφορά τῶν κληρικῶν καί τήν ἐκπλήρωση τῶν ὑποχρεώσεων τοῦ Κράτους ἔναντι τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ὅπως αὐτό εἶχε δεσμευθεῖ.

Τό κείμενο αὐτό νά γραφῆ στά σημερινά Πρακτικά τῆς Ἱεραρχίας μας εἰς μαρτυρίαν συνεχῶς καί ἔχει ὡς ἑξῆς:

Ὁ Πρόεδρος τῆς Γ΄ Ἐθνικῆς τῶν Ἑλλήνων Συνελεύσεως στήν Ἑρμιόνη ἀπηύθυνε στίς 4 Μαρτίου 1827 ἔγγραφο πρός τούς Ἀρχιερεῖς Κορίνθου Κύριλλον, Τριπόλεως Δανιήλ, Ρέοντος Διονυσίου, Ἀνδρούσης Ἰωσήφ καί Βρεσθένης Θεοδώρητον καί τούς παρήγγειλε νά συντάξουν σχέδιον γιά τά «Ἐκκλησιαστικά».

Ἡ ὡς ἄνω ἐξ Ἀρχιερέων Ἐπιτροπή συνέταξεν Ἔκθεσιν, περιεκτική τῆς ἐνεστώσης καταστάσεως τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἐντός τοῦ Βασιλείου Μοναστηρίων, ἐφ’ ᾗ καί σχέδιον διοργανισμοῦ, ἀφορῶντος τήν βελτίωσιν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν, παρά τῆς ἐπί τούτῳ διορισθείσης Ἐπιτροπῆς διά τοῦ ἀπό 15/27 Μαρτίου 1833 Βασιλικοῦ Διατάγματος.

Τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς, συναισθανόμενα τά βιώματα τοῦ Ἐθνικοῦ Κυβερνήτη Ἰωάννου Καποδίστρια γράφοντος «σκοπός τοῦ Ἔθνους καί τῆς Κυβερνήσεως εἶναι ἡ βελτίωσις τοῦ Κλήρου, ἡ ἐκκλησιαστική εὐνομία καί εὐταξία καί ἡ ἐπάρκεια τῶν ἀναγκαίων εἰς τούς λειτουργούς τοῦ Θεοῦ, ἵνα σχολάζοντες τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν ἐνασχολῶνται ἐπιμελέστερον περί τήν ὑπηρεσίαν τῶν θείων και τήν τῶν ψυχῶν παιδαγωγίαν καί προστασίαν» ἔγραψαν στήν ἔκθεσή τους:

Μεγαλειώτατε

………………………..

Ἡ Ἑλλάς ἔχει, κατά τήν γνώμην μας, πόρον πλουσιώτατον εἰς διατροφήν τοῦ Κλήρου, τά κτήματα τῶν μοναστηρίων, καί αὐτά δέν εἶναι ὀλίγα. Ταῦτα, καλῶς διοικούμενα καί οἰκονομούμενα, θέλουσι παρέχει ὄχι μόνον ἄφθονα τά εἰς διατροφήν τοῦ Κλήρου, ἀλλά καί τά εἰς σύστασιν καί διατήρησιν καί ἄλλων φιλανθρώπων καταστημάτων, καί εἰς τό ὁποῖον δίδομεν σχέδιον· διορίζομεν ποῦ καί πῶς νά ἐξοδεύωνται τά ἐκ τῶν μοναστηριακῶν κτημάτων εἰσοδήματα, καταδαπανώμενα μέχρι τοῦδε ἀσκόπως καί ἀνωφελῶς. Ἀλλ’ ἐκτός τῶν κτημάτων τῶν μοναστηρίων ὑπάρχουν καί ἄλλα τῶν Ἐπισκοπῶν· συμπεριλαμβάνονται καί ταῦτα εἰς τήν αὐτήν κατηγορίαν τῶν μοναστηριακῶν, καί μόνον τά τῆς Ἐκκλησίας ἀνήκοντα, ὡς μικρά, ἀφίνονται εἰς τάς κοινότητας πρός χρῆσιν τῶν Ἐκκλησιῶν καί τοῦ κλήρου αὐτῶν, καί ταῦτα οἰκονομοῦνται ἀμέσως παρά τῶν κοινοτήτων δι’ ἐπιτρόπων.

Γιά ὅσους κατά καιρούς ἀμφισβήτησαν ἤ ἀμφισβητοῦν τό νόημα τῆς φράσεως «εἰς βελτίωσιν τοῦ Ἱερατείου» τοῦ ψηφίσματος τῆς Δ΄ Ἐθνοσυνελεύσεως στό Ἄργος στίς 11 Ἰουλίου 1829, ὅτι δηλαδή δέν πρόκειται γιά μισθοδοσία τοῦ Κλήρου, γράφουμε τά ἑξῆς:

Ι. Ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Γραμματεία ἀπεστάλη τό κατωτέρω ἔγγραφο ὑπογραφόμενο ἀπό τόν Σπ. Τρικούπη:

«Κρίνομεν οὐσιωδέστατον νά συστήσωμεν εἰς τήν ἰδιαιτάτην φροντίδα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τά περί συστάσεως τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου, καθ’ ὅσον ἀφορᾶ τά ἐκκλησιαστικά κτήματα, συμφώνως μέ τά εἰς τό Ψήφισμα τῆς ἐν Ἄργει ἐθνικῆς συνελεύσεως ἐνδιαλαμβανόμενα.

Ἡ ἀνάγκη τῆς ταχείας συστάσεως τοῦ Ταμείου τούτου κρίνεται κατεπείγουσα, καθ’ ὅσον, ἐκτός εἰς αὐτό ἀποκειμένης καταλλήλου τῶν Ἐπισκόπων προικοδοτήσεως καί τῆς μισθοδοσίας τοῦ κλήρου (συμφώνως μέ τά εἰς τό ἄρθρον τοῦ ἀπό 23 Ἰουλίου (4 Αὐγούστου) Βασιλικοῦ Διατάγματος διαλαμβανόμενα, τά σχολεῖα τοῦ Κράτους παραμεληθέντα τοσούτους ἤδη μῆνας δι’ ἔλλειψιν χορηγίας διαρκοῦς, κινδυνεύουν νά παραλύσουν, καί ἡ δημόσιος ἐκπαίδευσις, ἀντικείμενον τόσον οὐσιῶδες περί τήν ἠθικήν τοῦ χριστιανοῦ μόρφωσιν, νά μείνῃ εἰς τήν ὁποίαν εὑρίσκεται μέχρι τοῦδε κατάστασιν».

ΙΙ. Σύστασις τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου. Ἀκολούθησε ἡ ἀπό 12 Ὀκτωβρίου 1833 συνοδική ἑρμηνευτική ἐγκύκλιος «Πρός τούς κατά τήν ἐπικράτειαν Σεβ. Μητροπολίτας καί Ἐπισκόπους πού κάνει λόγο γιά τό ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ «ἐξ οὗ θέλουσι μισθοδοτεῖσθαι οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Ἐπικρατείας καί οἱ ἄλλοι κληρικοί, καθώς καί οἱ διδάσκαλοι τῶν σχολείων καί θέλει συνίστασθαι καί διατηρεῖσθαι πᾶν ὅ,τι ἀνάγεται εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί τήν παιδείαν θεοφιλές καί θεάρεστον».

Τό Ἐκκλησιαστικόν Ταμεῖον εἶναι ἀνεξάρτητον εἰδικόν ταμεῖον.

Ἐν Ἀθήναις 13 Δεκεμβρίου 1834

Ἐν ὀνόματι τοῦ Βασιλέως

ἡ Ἀντιβασιλεία

ΑΡΜΑΝΣΠΕΡΓ, Πρόεδρος

ΜΑΟΥΡΕΡ

ΕΪΔΕΚ

ΙΙΙ. Διάταγμα συστάσεως ἐπιτροπῆς Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου. Ἡ περιουσία τοῦ συστηθέντος ἐκκλησιαστικοῦ ταμείου ἐμπιστεύεται εἰς τήν ἐπιστασίαν πενταμελοῦς ἐπιτροπῆς, τιθεμένης ὑπό τήν ἄμεσον διεύθυνσιν τῆς ἐπί τῶν ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς παιδείας γραμματείας τῆς Ἐπικρατείας.

Ἐν Ἀθήναις τῇ 13ῃ Δεκεμβρίου 1834

Ἐν ὀνόματι τοῦ Βασιλέως

ἡ Ἀντιβασιλεία

ΑΡΜΑΝΣΠΕΡΓ, Πρόεδρος

ΜΑΟΥΡΕΡ

ΕΪΔΕΚ

IV. Πρακτικά Συνεδριῶν.

Κατά τήν παράγραφο τρία τῶν πρακτικῶν τῆς ἑβδόμης συνεδρίας (26 Ἀπριλίου 1833) «ἐκρίθη ἐπάναγκες, οἱ μέν Ἐπίσκοποι νά μισθοδοτῶνται αὐτάρκως καί ἀναλόγως τοῦ χαρακτῆρος των κατ’ εὐθεῖαν παρά τῆς Κυβερνήσεως ἀπό τῶν ἐπί τούτῳ προσδιορισθησομένων πόρων (ἔσοδα Μοναστηριακῆς περιουσίας), οἱ δέ πρεσβύτεροι, διάκονοι καί λοιποί ὑπηρέται τῶν ἐκκλησιῶν νά μισθοδοτῶνται κυρίως μέν παρά τῶν Κοινοτήτων (σημειωτέον ὅτι ἡ περιουσία τῶν ἐνοριῶν, τῶν ἐπισκοπῶν καί ἡ ἐνορία ὅλη περιῆλθε στήν διοίκηση καί κυριότητα τοῦ Δήμου ἤ τῆς Κοινότητος). Ὅταν δέ οἱ πόροι τῆς Κοινότητος δέν ἐξαρκοῦν, ἡ Κυβέρνησις νά ἀναπληροῖ τό ἐλλεῖπον ἀπό τῶν προειρημένων πόρων».

– Στά πρακτικά τῆς Η΄ συνεδρίας τῆς ἐπιτροπῆς (27 Ἀπριλίου 1833) διαβάζουμε: «Ἐλήφθη ὑπ’ ὄψιν τό περί μισθοδοσίας τοῦ κλήρου, κατά τήν τρίτην παράγραφον τῶν πρακτικῶν τῆς χθεσινῆς συνεδριάσεως, καί ἀπεφασίσθη, ὅτι πρέπει νά συστηθῇ εἰς ἑκάστην κοινότητα Ἐκκλησιαστικόν Ταμεῖον, διοικούμενον παρά τῶν ἐπί τούτῳ κατ’ ἔτος ἐκλεγομένων ὑπό τῶν ἐνοριτῶν ἐπιτρόπων. Εἰς τό ταμεῖον τοῦτο θέλουν σύγκεισθαι τά ἐκ τῶν ἀνηκόντων εἰς τάς Ἐκκλησίας κτημάτων εἰσοδήματα (ἔσοδα ἐκκλησιαστικῆς ἤ ἐνοριακῆς περιουσίας). Ἀπό τό ταμεῖον τοῦτο θέλει διατηρεῖσθαι, ἐπισκευάζεσθαι καί καλλωπίζεται ὁ ναός, θέλουν μισθοδοτεῖσθαι οἱ ἐν αὐτῷ ὑπηρετοῦντες καί εἰ μέν περισσεύουσιν οἱ πόροι, θέλουσι ἐξοικονομεῖσθαι ἐξ αὐτῶν οἱ πτωχοί τῆς ἐνορίας, εἰ δέ ἐλλείπουσι, θέλουν ἀναπληροῦσθαι παρά τῆς Κυβερνήσεως κατά τήν Γ΄ παράγραφον τῆς χθεσινῆς συνεδριάσεως (ἐκ τοῦ ταμείου τῆς μοναστηριακῆς περιουσίας)».

– Εἰς τά Πρακτικά τῆς Θ΄ συνεδρίας τῆς ἐπιτροπῆς (28 Ἀπριλίου 1833) διαβάζουμε: «ἐλήφθησαν εἰς σκέψιν τά ἐνδιαλαμβανόμενα εἰς τό Γ΄ ἄρθρον τῶν πρακτικῶν τῆς Ζ΄ συνεδριάσεως, καί ἐθεωρήθη ἐπάναγκες τό νά συστηθῆ ἰδιαίτερον ταμεῖον ὑπό τήν ἄμεσον διαχείρισιν τῆς Κυβερνήσεως καί τήν ἐπιστασίαν τῆς ἐπιτροπῆς ἐπί τούτῳ διοριζομένης.

Τό ταμεῖον αὐτό θέλει ἐπαρκεῖ πρός μισθοδοσίαν τῶν Ἐπισκόπων, πρός ἀναπλήρωσιν τῶν δι’ ἑκάστην κοινότητα ἀπαιτουμένων διά τό Ἐκκλησιαστικόν ἐξόδων πρός ἐκπαίδευσιν τοῦ Κλήρου, πρός οἰκοδομήν Ἐκκλησιῶν, πρός σύστασιν φιλανθρωπικῶν καί κοινωφελῶν καταστημάτων, πρός περίθαλψιν καί διατροφήν πτωχῶν καί ἀπόρων καί ἁπλῶς εἰς πᾶν ὅ,τι θεοφιλές καί φιλάνθρωπον».

Στίς 1 (13) Ἰανουαρίου 1838 ἀνακοινώθηκε:

Ἡ μέχρι τοῦδε δυνάμει τοῦ Ἡμετέρου Διατάγματος 1ης/13 Δεκεμβρίου 1834 ὑπάρχουσα ἐπιτροπή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ταμείου διαλύεται.

ΟΘΩΝ

Ὁ ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς δημοσίας ἐκπαιδεύσεως Γραμματεύς τῆς Ἐπικρατείας

Γ. ΓΛΑΡΑΚΗΣ

Μετά πενταετίαν νέα ἀλλαγή γίνεται στήν διαχείριση τῶν εἰσοδημάτων τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου μέ τήν νομοθετική ρύθμιση «Περί μεταβάσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν εἰσοδημάτων εἰς τήν ἐπί τῶν Οἰκονομικῶν Γραμματείαν», μέ τήν διαβεβαίωση ὅμως ὅτι οἱ πόροι αὐτοί «νά χρησιμεύσωσι ἀποκλειστικῶς εἰς τήν βελτίωσιν τοῦ ἱεροῦ Κλήρου καί τήν ἐκπαίδευσιν τῆς νεολαίας».

Ἐν Ἀθήναις τῇ 29 Ἀπριλίου 1843

ΟΘΩΝ

Ὁ ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς δημοσίας ἐκπαιδεύσεως Γραμματεύς Γ. ΓΛΑΡΑΚΗΣ

Αὐτό σήμανε τό τέλος τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου καί τοῦ ὁράματος τῆς βελτίωσης τῆς θέσεως τοῦ κλήρου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Τό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί μοναστηριακῆς περιουσίας, τῆς τύχης τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου καί τίς ὑποχρεώσεις τοῦ Κράτους ἐπανέφερε ὁ Μητροπολίτης (Ἀρχιεπίσκοπος) Ἀθηνῶν Μελέτιος Μεταξάκης, ὅπως διαβάζουμε στό ὑπόμνημά (του) πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας καί στό Ὑπουργεῖο Παιδείας. Γράφει:

«Διά τήν περιουσίαν αὐτήν ἐσημειώθη ἕνα εἶδος ἐκτροπῆς. Κατά τήν σύστασιν τοῦ Κράτους εὑρέθησαν ἐν αὐτῷ 593 Μοναί. Ἡ ἐν Ἄργει Ἐθνοσυνέλευσις εἶχε ψηφίσει, μεταξύ ἄλλων, ὅτι ἡ Νομοθετική Ἐξουσία “θέλει διορίσει τόν ἀριθμόν τῶν Ἀρχιερέων καί Ἱερέων, τῶν ἀναγκαίων εἰς τήν Ἑλληνικήν ἐπικράτειαν καί ἐξασφαλίσει τά πρός διατροφήν αὐτῶν ἀναλόγως μέ τό χρέος καί τήν ἀξιοπρέπειαν αὐτῶν”.

Πρός ἐκτέλεσιν τῶν ὑπό τῆς Συνελεύσεως ψηφισθέντων ἐσχεδιάσθη ἡ σύστασις Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου καί ἐπί τῇ βάσει τοῦ προσαχθέντος τῇ Ἱ. Συνόδῳ σχεδίου, αὕτη ἐξεδίδοτο τήν ἀπό 19 Αὐγούστου 1833 ἀπόφασιν αὐτῆς δι’ ἧς ἐνέκρινε ὅπως 116 ἔρημα Μοναστήρια καί ἕτερα 116 ὑπαγόμενα εἰς τό σχέδιον, περιέλθωσιν ἀμέσως ὑπό τήν κυριαρχίαν τῆς Κυβερνήσεως, τά δέ λοιπά 226, χαρακτηριζόμενα ἐν τῷ σχετικῷ πίνακι, ὡς Μοναστήρια ὑποβαλλόμενα εἰς φόρον, ὑποβληθῶσιν εἰς τακτικόν ἔρανον ὁλικοῦ κεφαλαίου 405.650 δρχ.

Ἐπακολούθησαν εὐθύς ἡ ἔκδοσις Β. Διατάγματος ὑπάγοντος τά παραχωρηθέντα Μοναστήρια καί εἰσοδήματα εἰς τήν διαχείρισιν τῆς Γραμματείας ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς Παιδείας, συνιστῶσα δέ ἡ Ἱ. Σύνοδος ἐκθύμως τήν ἐκτέλεσιν τῶν ἐν τῷ Β. Διατάγματι ἔγραφε: “Τά Μοναστήρια ἐσυστήθησαν καί ἐπροικοδοτήθηκαν παρ’ εὐσεβῶν πρός θεοφιλῆ καί θεάρεστον σκοπόν· πρός τοῦτον τόν πρῶτον καί κύριον αὐτῶν σκοπόν θέλουσι χρησιμεύσει καί εἰς τό ἑξῆς τά ἐξ αὐτῶν εἰσοδήματα, συντελοῦντα εἰς τήν διατήρησιν τοῦ Κλήρου, εἰς τήν εὐκολίαν τῶν Ναῶν καί εἰς τήν δημοσίαν ἐκπαίδευσιν”.

Ἀκολούθως τό σχέδιον περιέλαβε καί ἄλλας Μονάς, οὕτως ὥστε διατηρήθησαν μόνον 151, αἱ ὁποῖαι μετά τήν προσάρτησιν τῆς Ἑπτανήσου καί τῆς Θεσσαλίας ἀνῆλθον εἰς 170.

Διά τοῦ Β. Διατάγματος τῆς 1ης Δεκεμβρίου 1834 συνεστήθη τό Ἐκκλησιαστικόν Ταμεῖον, ὡς “ἀνεξάρτητον εἰδικόν ταμεῖον” ὑπό τήν διεύθυνσιν πενταμελοῦς Ἐπιτροπείας “τιθεμένης ὑπό τήν ἄμεσον διεύθυνσιν τῆς ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς Παιδείας Γραμματείας”. Τό ταμεῖον ἱδρύετο “διά τά Ἐκκλησιαστικά καί τήν Ἐκπαίδευσιν” μέ σκοπόν νά καταστήσῃ “καθαρῶς καί ἀσφαλῶς καταφανῆ τήν διάκρισιν τοῦ Κλάδου τούτου τῆς ὑπηρεσίας καί τήν ἰδιαιτέραν διαχείρισιν τῶν δι’ αὐτόν προσδιωρισμένον ποσοτήτων”.

– Πρό τῆς παρελεύσεως τριῶν καί ἡμίσεος ἐτῶν διαλύεται (Β.Δ. 1ης Ἰουλίου 1838) ἡ διευθύνουσα τό Ταμεῖον Ἐπιτροπή, διά λόγους οἰκονομικούς καί τό ταμεῖον ὑπάγεται ἀπ’ εὐθείας εἰς τήν ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Γραμματείαν, μετά δέ πάλιν πέντε ἔτη εὑρεθέντος, ὅτι “ἡ ἀκριβής τῶν ἐκκλησιαστικῶν προσόδων ἀπό τάς λοιπάς τοῦ Κράτους διαχώρισις, ὡς προσδιωρισμένων νά χρησιμεύωσιν ἀποκλειστικῶς εἰς τήν βελτίωσιν τοῦ Ἱ. Κλήρου καί τήν ἐκπαίδευσιν τῆς νεολαίας” θά ἐπετυγχάνετο ἐκτελέστερον ἐν τῇ Γραμματείᾳ τῶν Οἰκονομικῶν, μετεβιβάσθη εἰς ταύτην ἡ διαχείρισις (Β.Δ. 29ης Ἀπριλίου 1843).

Τό πρῶτον λοιπόν Ἐκκλησιαστικόν Ταμεῖον, χάριν τοῦ ὁποίου διελύθησαν 412 Μοναί καί ὑπεβλήθησαν εἰς φορολογίαν αἱ λοιπαί, προορισμόν ἔχον νά βελτιώσῃ τόν Ἱ. Κλῆρον ἔσχεν ἐφήμερον τόν βίον.

Δύο παρατηρήσεις ἐπιβάλλονται:

Πρώτη, ὅτι τό ἀρτισύστατον Κράτος πρίν ἤ βελτιώση τήν κατάστασιν τοῦ Κλήρου διά μορφώσεως αὐτοῦ καί ἀξιοπρεποῦς συντηρήσεως, ὡς ἐψήφισεν ἡ Ἐθνοσυνέλευσις, ἐπιβαρύνει τήν ἐκκλησιαστικήν περιουσίαν δι’ ἰδίων δαπανῶν, ἤτοι τῆς ἐκπαιδεύσεως τῆς νεολαίας.

Δευτέρα, ὅτι τῆς διοικήσεως τῶν Ἐκκλησιαστικῶν προσόδων ἀποξενώνει εὐθύς ἐξ ἀρχῆς τήν Ἐκκλησίαν, διαλῦον δέ τό ὡς “ἀνεξάρτητον” ἱδρυθέν Ταμεῖον καί συγχωνεύει τήν Ἐκκλησιαστικήν περιουσίαν πρός τήν τοῦ Δημοσίου.

– Εἶναι ἀδύνατον νά δεχθεῖ τις, ὅτι ὁ ἀρχικός σκοπός τῆς ὑπό τῆς Κυβερνήσεως ὁριστικῆς καταλήψεως τῶν 3/4 περίπου τῆς Μοναστηριακῆς περιουσίας καί τῆς φορολογίας τῆς ἄλλης δέν ἦτο πράγματι ἡ βελτίωσις τοῦ Ἱ. Κλήρου καί ἐφ’ ὅσον ἐκ τοῦ πρώτου τούτου μέρους θά ἐπερίσσευον χρήματα καί ἡ βοήθεια τῆς Δημοτικῆς Ἐκπαιδεύσεως, ὅπως ὅμως ἐξετελέσθη ἡ σχετική τῆς Ἐθνοσυνελεύσεως ἀπόφασις, ἐπί τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους βαρύνει ἡ εὐθύνη ἀποδόσεως εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἐν ᾧ μέρει αἱ ἀναληφθεῖσαι ὑποχρεώσεις δέν ἐξεπληρώθησαν. Ἐπιβάλλεται δηλονότι νά ἐξακριβωθῇ ὁποία ὑπῆρξε τῆς περιουσίας ταύτης ἡ πρόσοδος, κατά τά διαρρεύσαντα 85 ἔτη, ὁποία ἡ ἐξ αὐτῆς πραγματική διά τήν Ἐκκλησίαν δαπάνη καί τό ὑπόλοιπον μετά τῶν σωζομένων κτημάτων καί κεφαλαίων νά ἐπιστραφῇ τῇ Ἐκκλησίᾳ».

Τά στοιχεῖα αὐτά ζήτησε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μελέτιος Μεταξάκης ἀπό τήν Πολιτεία. Ὅμως «ἀπαντητικῶς ὑπό τοῦ Ὑπουργείου ἐδηλώθη: «Προσφάτως τῇ ὑπηρεσίᾳ τοῦ Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου, οὐδέ τά βιβλία, κτηματολόγια, καί λογιστικά τῆς ὑπηρεσίας ταύτης ὑφίστανται πλέον, καέντα εἰς πρόσφατον ἐν τοῖς Γραφείοις τοῦ Ὑπουργείου πυρκαϊάς».

Δ΄

ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

(ΣΧΙΣΤΟ-ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑΣ)

Στίς πολλές συζητήσεις μας μέ τόν Πρωθυπουργόν τῆς χώρας μας κ. Κυριάκον Μητσοτάκην, καταλήξαμε ὅτι σήμερα εἶναι ἀνάγκη ὅσο ποτέ ἄλλοτε νά συνεργασθοῦν Πολιτεία-Ἐκκλησία σέ πολλούς τομεῖς πρός ὠφέλεια τῶν δύο φορέων καί κυρίως γιά τή στήριξη τοῦ λαοῦ μας στόν τομέα τῆς κοινωνικῆς Πρόνοιας.

Συμφωνήσαμε νά ἀρχίσουμε τήν συνεργασία μας ἀπό τό Ἐκκλησιαστικό κτῆμα ΣΧΙΣΤΟ-ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑΣ.

Τό Ἐκκλησιαστικό Κτῆμα Σχιστό-Σκαραμαγκάς.

Τό κτῆμα τοῦτο περιῆλθε στήν Ἱερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κλειστῶν δι’ ἀγορᾶς τό ἔτος 1793, ἐκτάσεως 18.945 στρεμ.

Μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. 33333/11-12-1843 ἀπόφασι τῆς Γραμματείας (Ὑπουργείου Οἰκονομικῶν) τό κτῆμα ἀναγνωρίστηκε ὡς κτήση ἰδιωτική ἀνήκουσα στήν Ἱερά Μονή.

Ἀπό τό 1933 τό κτῆμα περιῆλθε στήν διοίκηση καί διαχείριση ἀρχικῶς στόν ΟΔΕΠ καί ἀπό τό 1988 στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.

Ἡ ἔκταση αὐτή σταδιακά συνεχῶς μίκραινε. Ἀπό αὐτήν τήν ἔκταση δόθηκε τμῆμα γιά δημιουργία καί ἐπέκταση τοῦ Πολεμικοῦ Ναυστάθμου, γιά τήν δημιουργία τοῦ Οἰκισμοῦ Νέου Ἰκονίου, γιά τήν δημιουργία καί διαπλάτυνση τῆς Ἐθνικῆς Ὁδοῦ Σχιστό-Σκαραμαγκᾶ καί γιά τή λειτουργία καί συντήρηση ἀγωγοῦ φυσικοῦ ἀερίου ὑπέρ ΔΕΠΑ.

Ἀκόμη δόθηκαν 1000 στρ. πρός τό Ὑπουργεῖο Κοινωνικῆς Πρόνοιας γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν ἀστέγων τοῦ Δήμου Περάματος.

Δωρήθηκαν 330 στρ. πρός τόν Ἑνιαῖο Σύνδεσμο Δήμων καί Κοινοτήτων Πειραιᾶ καί Δυτικῆς Ἀττικῆς γιά τήν δημιουργία Κοιμητηρίου καί ἄλλες δύο συνεχόμενες ἐκτάσεις 360 καί 960 στρεμμάτων πρός τό Δημόσιο πρός ἀποκατάσταση τῶν ἀστέγων τοῦ Δήμου Περάματος.

Στό νότιο τμῆμα τοῦ κτήματος Σκαραμαγκάς ἀναπτύχθηκε σταδιακά καί ὁ οἰκισμός πού ἀποτέλεσε ἀργότερα τόν Δῆμο Περάματος.

[Ἀκολουθοῦν οἱ ὁμιλίες τοῦ Μακαριωτάτου καί τοῦ Προέδρου τῆς Κυβερνήσεως κ. Κυριάκου Μητσοτάκη:]

Ἐξοχώτατε Πρόεδρε τῆς Κυβερνήσεως κ. Μητσοτάκη,

Σήμερα εἶναι μιά ὄμορφη μέρα γιά τούς κατοίκους τῆς περιοχῆς, ἀλλά καί τῶν ὅμορων δήμων.

Ξεκινᾶ σήμερα ἕνα μεγάλο ὄμορφο ταξίδι πού μοναδικό προορισμό ἔχει τήν μιά καλύτερη ποιότητα ζωῆς, ἕνα πιό παραγωγικό, πιό ὑγιεινό, περισσότερο οἰκολογικό μέλλον γιά ὅλους …

Ταυτόχρονα ὅμως ἀνοίγουμε σήμερα ἕνα νέο κεφάλαιο στίς σχέσεις Ἐκκλησίας-Κράτους, ἐγκαινιάζουμε μιά νέα συνεργασία μέ φιλόδοξους στόχους, ἀλλά καί ἁπτά ἀποτελέσματα στήν καθημερινότητα τοῦ πολίτη …

Ὅσα εἰπώθηκαν μέχρι στιγμῆς ἀπό τόν Γενικό Διευθυντή τῆς ΕΚΥΟ καί Ἀντιπρόεδρο τῆς ΣΧΙΣΤΟ ΑΕ π. Νικόδημο Φαρμάκη καί τόν ἐντιμότατο κ. Παναγιώτη Σταμπουλίδη, Ἐντεταλμένο Σύμβουλο τοῦ ΤΑΙΠΕΔ ἦταν ἄκρως κατατοπιστικά.

Τούς εὐχαριστῶ, διότι ἀπό τά λεγόμενά τους γίνεται ἀπό ὅλους ἀντιληπτό, ὅτι τό μεγάλο αὐτό ἀναπτυξιακό ἔργο πού θά ὑλοποιηθεῖ στό ἐκκλησιαστικό κτῆμα τοῦ Σχιστοῦ γίνεται «ἐπ’ ἀγαθῷ».

Τό ἔργο αὐτό θά ἐνδυναμώσει τήν χώρα μας, θά ὠφελήσει τόν λαό μας, θά ἐνισχύσει τήν τοπική κοινωνία καί τήν ἐθνική μας οἰκονομία, θά ἀφήσει γιά τίς ἑπόμενες γενεές ἕνα πράσινο ἀειθαλές ἀποτύπωμα.

Ὅραμά μας εἶναι ἡ καθολική ἀναβάθμιση τῆς ποιότητας ζωῆς γιά τούς κατοίκους τῆς περιοχῆς στό Σχιστό καί τῶν ὅμορων καί ἐγγύτερων Δήμων τῆς Ἀττικῆς.

Περισσότερες, καλύτερες δουλειές, ὑγιεινό περιβάλλον, βιώσιμη ἀνάπτυξη.

Λές καί σταμάτησε ὁ χρόνος στή βόρεια ζώνη, στό γυμνό τοπίο τοῦ Σχιστοῦ. Λές καί ὁ τόπος αὐτός δέν μετεῖχε στή μεταπολεμική ζύμωση πρός τά εὐρωπαϊκά ἀναπτυξιακά πρότυπα.

Ἴχνος ἀνάπτυξης, πολλῷ μᾶλλον ἀνάπτυξης φιλικῆς πρός τό περιβάλλον.

Ἀλλά καί νοτίως ἡ περιοχή ἀναπτύχθηκε ὡς ἐργατούπολη. Σέ αὐτό πού διακρίθηκε -ὅπως ἀναφέρθηκε καί προηγουμένως- ἦταν στά τραγούδια «τοῦ καημοῦ καί τοῦ ἀναστεναγμοῦ», ἀπηχήματα τῆς ἔνδειας, τῆς φτώχειας καί τῆς σκληρῆς βιοπάλης.

Τή δεκαετία τοῦ ’60 δημιουργήθηκε ἡ παραγκούπολη τοῦ Ἄνω Περάματος σέ ἐκκλησιαστικές ἐκτάσεις.

Ἀπό τό 1970 τά πράγματα καλυτέρευσαν ἐν γένει σέ ὅλες τίς οἰκιστικές περιοχές τῆς Δυτικῆς Ἀττικῆς. Οἱ γειτονιές ἀστικοποιήθηκαν, ὀμόρφυναν, τό βιοτικό ἐπίπεδο τῶν κατοίκων βελτιώθηκε.

Ὅλα αὐτά συνέβησαν καί ἰσχύουν, ὄχι ὅμως γιά τό βόρειο τμῆμα τοῦ Σχιστοῦ, τό ὁποῖο παρέμεινε «κρανίου τόπος». Μέ ἀργούς ρυθμούς τίς ἐπόμενες δεκαετίες τό γυμνό τοπίο κερματίστηκε σέ χωματερές, βιοτεχνικές ζῶνες, κοιμητήριο, μέ ἀποτέλεσμα ἡ περιβαλλοντική ἐπιβάρυνση τῆς περιοχῆς νά ἀποκτήσει δραματικές διαστάσεις.

Ἀπό τά περίπου 19 ἑκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα τῆς ἀρχικῆς κατά τούς τίτλους κτήσης ἔκτασης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κτήματος, μόνον αὐτά τά 3.000 στρέμματα παρέμειναν στή νομή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Τά ὑπόλοιπα 16 στρ. μέσῳ δωρεῶν, παραχωρήσεων ἄνευ ἀνταλλάγματος, ἀπαλλοτριώσεων καί ἐκποιήσεων μέ συμβολικά τιμήματα, χρησίμευσαν σέ κοινωφελεῖς καί δημόσιους σκοπούς, ὅπως:

ἡ σύσταση καί ἐπέκταση τοῦ Πολεμικοῦ Ναυστάθμου, ἡ δημιουργία τῶν οἰκισμῶν Νέου Ἰκονίου καί Ἄνω Περάματος, καθώς καί τοῦ συνοικισμοῦ ἀναπήρων Πειραιᾶ, ἡ ἀποκατάσταση ἀστέγων τοῦ Δήμου Περάματος, ἡ κατασκευή καί διαπλάτυνση τῆς Ἐθνικῆς Ὁδοῦ Σχιστοῦ–Σκαραμαγκᾶ, ἡ λειτουργία καί συντήρηση ἀγωγοῦ φυσικοῦ ἀερίου ὑπέρ τῆς Δημόσιας Ἐπιχείρησης Ἀερίου, ἡ σύσταση κοιμητηρίου. Ὅσον ἀφορᾶ τά ἐναπομείναντα 3.000 στρέμματα, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔκανε προσπάθειες στό παρελθόν μέ στόχο τήν ἀντιμετώπιση τοῦ φαινομένου τῆς αὐθαίρετης ρίψης ἀστικῶν ἀπορριμάτων καί οἰκοδομικῶν ὑλικῶν.

Ἡ ἀναπτυξιακή ἀξιοποίηση μέχρι πρόσφατα ἦταν κάτι τό ἀδιανόητο. Χωρίς τήν κρατική ἀρωγή κάθε πρόταση καί πρωτοβουλία ἦταν ἐξαρχῆς καταδικασμένη νά πέσει στό κενό.

Ὅμως, ὅλα αὐτά τά λυπηρά θέλω νά πιστεύω ὅτι σέ λίγο θά ἀποτελοῦν παρελθόν χάρις στήν πρόσφατη ἀγαστή συνεργασία τῆς Ε.Κ.Υ.Ο. μέ τά μέλη τῆς Κυβερνήσεως.

Μιά συνεργασία πού καί τό Κράτος καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος διαχρονικά ἐπιζητοῦν ἐπί τῆς ἀρχῆς, ἀλλά ὄχι πάντοτε μέ τόν πιό ὀρθό τρόπο καί οὔτε πάντοτε ἐπιτυχημένα.

Βεβαίως ἔχουν περάσει 200 χρόνια ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ὄθωνος, τότε πού ἡ Ἀντιβασιλεία ἀντιμετώπιζε ὄχι μόνο τά ἐκκλησιαστικά κτήματα, ἀλλά καί τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία ὡς «δημόσιο κτῆμα», καί μετά ἀπό πολλές ἱστορικές περιπέτειες καί διακυμάνσεις, σήμερα εὐτυχῶς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἀπολαμβάνει τήν οἰκονομική αὐτεξουσιότητα πού Τῆς ἁρμόζει.

Ἄς ἔρθουμε ὅμως στό σήμερα, στό τώρα.

Θέλω νά εὐχαριστήσω τόν κ. Πρόεδρο καί τά στελέχη τῆς Ἑλληνικῆς Κυβέρνησης γιά τήν πραγματική τους πρόθεση νά ἐπιλύσουν χρόνια ζητήματα πού ἀπασχολοῦν τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, νά ἀποκαταστήσουν ἑδραιωμένες ἀδικίες καί νά μᾶς βοηθήσουν νά ἀνταποκριθοῦμε στίς ἀπαιτήσεις τῆς ἐποχῆς καί στίς προκλήσεις τοῦ μέλλοντος.

Ἡ ἀνακήρυξη τοῦ ἔργου στό Σχιστό σέ Στρατηγικῆς Σημασίας εἶναι ἴσως τό χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αὐτῆς τῆς στάσης τῆς Πολιτείας, ἀλλά ὄχι τό μόνο.

Εὔχομαι ἡ σημερινή ἡμέρα νά μήν κριθεῖ ἀπό τόν ἱστορικό τοῦ μέλλοντος ὡς ἕνα μεμονωμένο εὐτυχές στιγμιότυπο, ἀλλά νά σημάνει μιά νέα ἀρχή στίς σχέσεις Πολιτείας καί Ἐκκλησίας.

Νά συναπολαύσουν οἱ δύο φορεῖς τό χάρισμα τῆς συναλληλίας καί τῆς ἀλληλοκατανοήσεως, καί σέ κάθε συνεργασία μας νά ὑποδειγματίζουμε τόν τρόπο συνεννοήσεως μέ τό παράδειγμα τοῦ Σχιστοῦ.

Βλέπουμε τά γόνιμα καί σημαντικά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς ἐπιλογῆς.

Βλέπουμε πόσο ψηλά μποροῦμε νά φθάσουμε, ὅταν Πολιτεία καί Ἐκκλησία συνεργάζονται κοινοπρακτικά, ἰσότιμα καί ἀλληλο-περιχωρητικά γιά τό κοινό καλό καί πρός ὄφελος τοῦ λαοῦ.

Ἀπό αὐτή τή στάση, ὁ μεγάλος κερδισμένος θά εἶναι ἡ πατρίδα μας. Πατρίδα μας δέν εἶναι μόνο ὁ τόπος τῆς ἑλληνικῆς ἐπικράτειας, ἀλλά κυρίως ὅλοι ὅσοι βρισκόμαστε στό «ἐμεῖς», ὅσοι νιώθουμε αὐτόν τόν τόπο πατρίδα μας.

Ὁμιλία Πρωθυπουργοῦ

κ. Κυριάκου Μητσοτάκη

Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι, κύριοι Ὑπουργοί, κυρίες καί κύριοι, τό πιό μεγάλο ταξίδι ξεκινάει μέ τό πρῶτο βῆμα.

Καί, πράγματι, σήμερα Μακαριώτατε κάνουμε αὐτό τό σημαντικό πρῶτο βῆμα προκειμένου νά γίνει πράξη ἕνα ὅραμα τό ὁποῖο εἴχατε καί τό ὁποῖο πολλές φορές εἴχαμε τή δυνατότητα νά συζητήσουμε. Τό ὅραμα αὐτό ἔγκειται στή δυνατότητα τῆς Ἐκκλησίας νά μπορέσει ἐπιτέλους νά ἀξιοποιήσει ἐπ’ ὠφελείᾳ ὁλόκληρου τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ τήν ἀκίνητη περιουσία πού τῆς ἔχει ἀπομείνει.

Περιγράψατε, νομίζω, μέ πολύ γλαφυρό τρόπο τήν ἱστορία αὐτοῦ τοῦ σημαντικοῦ κτήματος πῶς στό διάβα τοῦ χρόνου καί γιά λόγους κοινωνικούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀπολύτως ἀντιληπτοί, συρρικνώθηκε, ἔφτασε σήμερα ὅμως νά ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ἕνα σημαντικό κτῆμα τριῶν χιλιάδων (3.000) στρεμμάτων. Τρεῖς χιλιάδες στρέμματα, ἄν ἔπρεπε μέ κάποιον τρόπο νά σᾶς κάνω μιά παρομοίωση, εἶναι οὐσιαστικά τό μισό Ἑλληνικό, εἶναι ἡ ἔκταση τήν ὁποία βλέπουμε καί ἀπό τίς δύο πλευρές τοῦ δρόμου.

Εἴχαμε συζητήσει, λοιπόν, πολλές φορές ἐάν θά μπορούσαμε, μέ ἀφορμή αὐτό τό κτῆμα, νά δρομολογήσουμε ἕνα νέο πλαίσιο συνεργασίας Πολιτείας καί Ἐκκλησίας. Καί, νά παρέχουμε οὐσιαστικά στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τήν τεχνική δυνατότητα, τήν ὑποστήριξη προκειμένου μελετητικά νά ὡριμάσει τό πολύ περίπλοκο, ἀλλά καί πολύ ὄμορφο καί πολύ δημιουργικό ἔργο, τό ὁποῖο ὁ π. Νικόδημος Φαρμάκης εἶχε τήν καλοσύνη νά μᾶς περιγράψει σέ πολύ μεγαλύτερη λεπτομέρεια.

Καί, πράγματι, σήμερα ἐπικυρώνουμε οὐσιαστικά τό πρῶτο βῆμα αὐτῆς τῆς Συνεργασίας. Ἐπιλέξαμε τό ΤΑΙΠΕΔ ὡς φορέα ὑλοποίησης καί ὡρίμανσης ὅλης αὐτῆς τῆς σύνθετης μελετητικῆς διαδικασίας, διότι ἔχει ἀποδείξει ὅτι ἔχει τήν τεχνική ἐπάρκεια νά χειριστεῖ, Μακαριώτατε, τέτοια σύνθετα ἔργα. Ἔχει, ὅμως, καί τή διάθεση νά βοηθήσει ὥστε τό ἔργο αὐτό, ὅπως εἴπατε, νά μήν εἶναι μόνο μία μεμονωμένη προσπάθεια συνεργασίας, ἀλλά νά ἀποτελέσει οὐσιαστικά ἕνα πρότυπο, ἕνα πιλότο γιά τήν ἀξιοποίηση καί ἄλλων σημαντικῶν ἐκτάσεων πού διαθέτει σήμερα στήν κατοχή της ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.

Γιά τήν ἀναπτυξιακή σημασία τοῦ ἔργου, δέν νομίζω ὅτι χρειάζεται κανείς νά μιλήσει πολύ. Δέν πρέπει κανείς νά διαθέτει ἰδιαίτερες γνώσεις Γεωγραφίας γιά νά ἀντιληφθεῖ τήν ἐξαιρετικά στρατηγική σημασία αὐτοῦ ἐδωπέρα τοῦ γηπέδου στό ὁποῖο βρισκόμαστε. Ἡ δέ δυνατότητα ἀνάπτυξης ἑνός ὑπερσύγχρονου, φιλικοῦ πρός τό περιβάλλον, κέντρου logistics, μεταφορᾶς καί διαχείρισης ἐμπορευματοκιβωτίων, καί ὄχι μόνο, φαντάζει ὡς αὐτονόητη ἀνάγκη, ἄν λάβει κανείς ὑπόψη τή μεγάλη σημασία καί τή δυναμική, ἡ ὁποία ἀναπτύσσεται στό λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ.

Δέν θέλω, ἐπίσης, νά πῶ πολλά πράγματα γιά τήν πολύ μεγάλη σημασία πού ἀποδίδουμε συνολικά ὡς Κυβέρνηση στήν ἀναπτυξιακή δυναμική τῆς Δυτικῆς Ἀττικῆς. Ἀκριβῶς πίσω μας βρίσκονται τά ναυπηγεῖα τῆς Ἐλευσίνας. Βρεθήκαμε πρίν ἀπό λίγες μέρες ἐκεῖ, μαζί μέ τόν ἁρμόδιο Ὑπουργό Ἐπενδύσεων καί Ἀνάπτυξης, γιά νά μπορέσουμε νά σηματοδοτήσουμε μιά ἀκόμα σημαντική παρέμβαση τήν ὁποία κάναμε σώζοντας οὐσιαστικά ἑξακόσιες (600) θέσεις ἐργασίας καί δημιουργώντας τήν προοπτική νά δημιουργηθοῦν πολλές ἀκόμα περισσότερες.

Θά ἔχουμε τή δυνατότητα νά δρομολογήσουμε καί ἐδῶ στό Σχιστό.

Δέν θέλω νά ὑποτιμήσουμε Μακαριώτατε τήν περιπλοκότητα τοῦ συγκεκριμένου ἔργου. Ἔχουμε, ὅμως, τήν ἀπόλυτη βούληση νά προχωρήσουμε μέ πολύ μεγάλη ταχύτητα, νά ξεπεράσουμε τά ἐμπόδια μέ τή συνεργασία τῶν ἁρμοδίων Ὑπουργείων καί εἰδικά τοῦ Ὑπουργείου Περιβάλλοντος πού μᾶς τιμᾶ μέ τήν παρουσία του καί ὁ Ὑφυπουργός Χωροταξίας -ὁ κ. Ταγαράς- ὥστε νά ἀποδείξουμε στήν πράξη ὅτι ἡ ἀνάπτυξη μέ ἀποκλειστικό γνώμονα τήν προστασία τοῦ Περιβάλλοντος ἀποτελεῖ μιά συνταγματικά κατοχυρωμένη ἐπιταγή, τήν ὁποία εἴμαστε σέ θέση νά ὑπηρετήσουμε. Διότι θέλω νά ἀναλογιστοῦμε ὅλοι μαζί κατά πόσο πραγματικά προστατεύαμε τό περιβάλλον ὅταν ἀφήναμε οὐσιαστικά αὐτόν τόν χῶρο παντελῶς ἀπροστάτευτο νά καταλήγει, τελικά, νά μετατρέπεται σέ μιά ἀνεξέλεγκτη χωματερή. Σέ ἕναν χῶρο στόν ὁποῖο ὁ καθένας πετοῦσε τά σκουπίδια του ἤ τά μπάζα του μέχρι πού νά ἔρθει ἡ Ἐκκλησία μέ τή δικιά μας ὑποστήριξη καί νά κάνει μιά πρώτη παρέμβαση καθαρισμοῦ τοῦ χώρου.

Ἡ βιώσιμη ἀνάπτυξη Μακαριώτατε, κυρίες καί κύριοι εἶναι μονόδρομος γιά τή χώρα. Ἡ δέ τεχνολογία πιά μᾶς ἐπιτρέπει νά μποροῦμε νά παρεμβαίνουμε μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ὅλα τά ἔργα τά ὁποῖα δρομολογοῦμε νά εἶναι ἔργα μηδενικοῦ περιβαλλοντικοῦ ἀποτυπώματος ὡς πρός τίς ἐκπομπές τοῦ διοξειδίου τοῦ ἄνθρακα, ἀλλά καί θετικοῦ περιβαλλοντικοῦ ἀποτυπώματος ὡς πρός τή δυνατότητα νά προσθέσουμε καί ὄχι νά ἀφαιρέσουμε πράσινο. Καί ἐκτός ἀπό τήν ἀναπτυξιακή πρωτοβουλία, ἡ ὁποία θά ξεδιπλωθεῖ σέ αὐτόν τόν χῶρο, ταυτόχρονα νά μπορέσουμε νά φυτεύσουμε πολλά καινούργια δέντρα καί νά ἀποδώσουμε στίς τοπικές κοινωνίες ἕνα μεγάλο πάρκο σέ ἕναν χῶρο, ὁ ὁποῖος σήμερα δέν εἶναι χῶρος ὁ ὁποῖος εἶναι ἐπισκέψιμος.

Κατά συνέπεια, τά ὀφέλη ἀπό μία τέτοια συνεργασία εἶναι στό δικό μου τό μυαλό ἀπολύτως προφανῆ, καί ὅπως εἴπατε Μακαριώτατε, σηματοδοτοῦν καί ἕνα νέο κεφάλαιο στίς σχέσεις Πολιτείας καί Ἐκκλησίας. Ἔχουμε ἀποδείξει ὅτι ἔχουμε τή βούληση καί τή διάθεση νά ἐπιλύσουμε χρόνιες ἐκκρεμότητες πού ταλανίζουν τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί πού θά μπορέσουν νά σηματοδοτήσουν, στά πλαίσια τῶν συνταγματικά κατοχυρωμένων διακριτῶν ρόλων μας, ἕνα καινούργιο κεφάλαιο πάντα πρός ὄφελος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καί τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν. Ὅπως, λοιπόν, λύσαμε χρόνιες ἐκκρεμότητες πού σᾶς ταλάνιζαν δεκαετίες, μέ τήν ἴδια βούληση, μέ τήν ἴδια διάθεση, μέ τήν ἴδια ἐνέργεια θά «χρησιμοποιήσουμε» (ἐντός εἰσαγωγικῶν) τό ἔργο τοῦ Σχιστοῦ γιά νά ἀποδείξουμε ὅτι μποροῦμε νά κάνουμε πράξη μιά τέτοια σύμπραξη, ἡ ὁποία θά εἶναι πρῶτα καί πάνω ἀπ’ ὅλα πρός ὄφελος τῆς τοπικῆς κοινωνίας – τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι θά βροῦν δουλειά, τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι θά ἀπολαμβάνουν ἕναν χῶρο πρασίνου καί ἀναψυχῆς, ἀλλά θά εἶναι, ναί, καί πρός ὄφελος τῆς Ἐκκλησίας. Διότι ἡ περιουσία τῆς Ἐκκλησίας ὅταν εἶναι σχολάζουσα, δέν εἶναι οὐσιαστικά περιουσία, δέν μετατρέπεται σέ κεφάλαιο.

Ἐμεῖς θέλου

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης