Το ζήτημα της νομιμοποίησης των εταιρειών διαχείρισης ( servicers) δεν είναι νέο. Είναι πολυσχιδές και πολυδιάστατο λόγω της υπάρξεως πολλών αλλοδαπών εταιρειών ειδικού σκοπού (funds) που απέκτησαν τις απαιτήσεις, και της επιλογής τους να επιμένουν σε μία αδιαφανή, μη ελέγξιμη από τους δανειολήπτες αλλά ακόμα και από το αναιρετικό Δικαστήριο, διαδικασία πώλησης των «κόκκινων δανείων» , με άδηλου περιεχομένου συμβατικά έγγραφα, κατά παράβαση ρητών διατάξεων αναγκαστικού δικαίου, παραγνωρίζοντας και παραβιάζοντας την ν ο μ ο τ υ π ι κ ή μ ο ρ φ ΄η των διατάξεων – τόσο του ν. 3156/2003, όσο και του ν. 4354/2015 ( τον οποίο επέλεξαν ν’ αποφύγουν τα FUNDS) -.
Οι διατάξεις όμως του νεότερου νόμου 4354/2015 ετέθησαν προς διευκόλυνση και επιτάχυνση της εκκαθάρισης των χαρτοφυλακίων των τραπεζών από τα «κόκκινα δάνεια» και προς νομιμοποίηση του καινούργιου θεσμού στην ελληνική έννομη τάξη , των εταιρειών ειδικού σκοπού (ΕΔΑΔΠ και ΕΑΑΔΠ), Επειδή όμως παραμένει προϋπόθεση της μη παράβασης της βασικής αρχής που διέπει το δικαιϊκό σύστημα μας , ήτοι της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος των ενδιαφερομένων, κατ’ επιταγή διατάξεων Συνταγματικού αλλά και Ευρωπαϊκού Δικαίου ως προς την προστασία της ιδιωτικής περιουσίας, της διαφάνειας, του ελέγχου της διαδικασίας και του δικαιώματος της πρόσβασης σε μία δίκαιη δίκη των οφειλετών έναντι των αλλοδαπών εταιρειών απόκτησης δανείων (FUNDS) και των ημεδαπών εταιρειών διαχείρισης και του μη αιφνιδιασμού τους.
Για τον λόγο αυτό οι άνω θεμελιώδεις δεσμεύσεις και επιταγές του νομικού πλαισίου κρίθηκαν αναγκαίες, με αποτέλεσμα να θεσπιστεί ο πρόσφατος ν. 4354/2015, ο οποίος όμως , όχι μόνο δεν έτυχε της επιλογής των FUNDS. αλλά συνειδητά επιλέγουν τα FUNDS ακόμα τις διατάξεις του προγενέστερου ν. 3156/2003 , ο οποίος – τελευταίος- όμως θεσπίστηκε προς εξυπηρέτηση άλλων σκοπών και κυρίως για να εξυπηρετήσει οικονομικούς και εν πολλοίς χρηματιστηριακούς σκοπούς, όπως την ε μ π ο ρ ε υ σ ι μ ό τ η τ α των τραπεζικών απαιτήσεων μετατρέποντας τους σε άυλες ομολογίες, την εύκολη κυκλοφορία τους σε διεθνείς αγορές, με αδιαφανείς διαδικασίες και με υποχρεωτική τήρηση απορρήτου ως προς την διαδικασία αυτή για τους οφειλέτες, χωρίς όμως να φθάνουν οι συνέπειες αυτών των μεθόδων στον οφειλέτη, ο οποίος είχε απέναντι του την Τράπεζα, μέχρι προσφάτως και κυρίως χωρίς να του προκαλείται βλάβη και χωρίς να περιέρχεται, παρανόμως σε δυσμενέστατη θέση έναντι των funds.
Η γνωστή πλέον απόφαση 822/22 Αρείου Πάγου δεν ανέδειξε κανένα κενό νόμου, παρά τα όσα αντίθετα λέγονται, και συνεπώς ορθώς κρίθηκε ότι δεν χρήζει επέμβασης της νομοθετικής εξουσίας. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ευθεία παράβαση των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των Ελλήνων ως προς την πρόσβαση τους σε μια δίκαιη δίκη ,αλλά και του δικαιώματος της προστασίας της περιουσίας τους.
Ούτε όμως ήρθε αιφνιδιαστικά μια τέτοια απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας. Αντίθετα εδράζεται σε σειρά πολλών άλλων, θετικών για τους δανειολήπτες, αποφάσεων. Τα προβλήματα της εισόδου των FUNDS στην ελληνική έννομη τάξη είναι πολλά και έχουν αναδειχθεί πλέον επί σειρά ετών στις αίθουσες των δικαστηρίων .
Ο ν. 3156/2003, στον οποίο κατέφυγαν τα FUNDS, θεσπίστηκε για άλλους σκοπούς, με άλλες προϋποθέσεις εφαρμογής του, με άλλους συμβαλλόμενους και διεπόμενος από άλλες από τις άνω συνταγματικές αρχές και αρχές δημοσίου συμφέροντος του πολίτη – οφειλέτη, στα πλαίσια της συμβατικής ελευθερίας των συμβαλλομένων και της ελεύθερης αγοράς και διακίνησης κεφαλαίων και άυλων τίτλων ( ομολογιών) που όμως με την καταφυγή των FUNDS σε αυτόν τον ν. 3154/2003 έναντι των δανειοληπτών οδηγήθηκαν οι τελευταίοι σε ευθεία παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων τους.
Το ζήτημα λοιπόν είναι ότι με τον ν. 4354/2015 υπάρχει επαρκέστατο νομοθετικό πλαίσιο, χωρίς κανένα κενό για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των FUNDS, αλλά δεν έτυχε της επιλογής των FUNDS, Αντίθετα οι οφειλέτες χρήζουν προστασίας απέναντι στις διεθνείς αγορές.
Καμία νομοθετική παρέμβαση σχετικά με την νομιμοποίηση των FUNDS δεν θα μπορούσε να συρρικνώσει ακόμη περισσότερο τα στοιχειώδη δικονομικά και συνταγματικά δικαιώματα που διέπουν το δικαιϊκό μας σύστημα και να παραγνωρίσει την αναγκαιότητα που και τα δικαστήρια από την μεριά τους αναδεικνύουν επί σειρά ετών με τις αποφάσεις τους, της τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων δημοσιότητας, διαφάνειας, έγγραφου τύπου και τήρησης της προδικασίας προς υπεράσπιση του θεμελιώδους δικαιώματος της προστασίας της ιδιωτικής περιουσίας και της πρόσβασης σε μία δίκαιη δίκη.
Σχόλια αναγνωστών