«Για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση μέσα στο 2017, θα πρέπει μέχρι την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου να νομοθετηθούν άλλα 71 προαπαιτούμενα», σημείωσε ο πρόεδρος της ΚΕΕ και τιου ΕΒΕΑ, Κ. Μίχαλος
Το πιθανότερο είναι ότι «για μια ακόμη φορά θα τρέχουμε με νομοθετήματα της τελευταίας στιγμής, με μεταρρυθμίσεις πρόχειρες και μισές, για να βγει η υποχρέωση στους δανειστές», ανέφερε από το Βόλο ο πρόεδρος της ΚΕΕE και του ΕΒΕΑ, Κ. Μίχαλος, αναφερόμενος στο κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης.
Όπως είπε, από τα 95 προαπαιτούμενα, έχουν κλείσει ως τώρα τα 24 και για να ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση θα πρέπει μέσα στον τρέχοντα μήνα να νομοθετηθούν ακόμη 71 προαπαιτούμενα.
Ειδικότερα, ο κ. Μίχαλος μιλώντας από το βήμα της γενικής συνέλευσης της ΚΕΕ, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «πριν από λίγες μέρες ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση του προγράμματος.
Η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί ότι θα κλείσει εντός του 2017 και σε κάθε περίπτωση δεν θα ζήσουμε την αβεβαιότητα της περασμένης χρονιάς.
Πράγματι, μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο σημαντικό σημείο τριβής, το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει καθυστερήσεις.
Όμως είμαστε πάλι πίσω.
Από τα 95 προαπαιτούμενα, έχουν κλείσει ως τώρα τα 24.
Αυτό σημαίνει ότι για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση μέσα στο έτος, θα πρέπει μέχρι την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου να νομοθετηθούν άλλα 71 προαπαιτούμενα. Τα οποία περιλαμβάνουν αλλαγές στον τομέα της ενέργειας, στη δημόσια διοίκηση, στα κλειστά επαγγέλματα, στα κοινωνικά επιδόματα κ.ά.
Περιλαμβάνουν κλείσιμο εκκρεμοτήτων με τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά και το θέμα των πλειστηριασμών».
Όπως τόνισε, όλα αυτά είναι ζητήματα τα οποία απαιτούν σχεδιασμό, δύσκολες αποφάσεις και γι’ αυτό εθνικό διάλογο και ένα μίνιμουμ συναίνεσης, καθώς δεν αφορούν μόνο το κλείσιμο μιας αξιολόγησης, αλλά και τις προϋποθέσεις ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, το σήμερα και το αύριο της ελληνικής κοινωνίας.
Εκτίμησε δε, πως το πιθανότερο είναι ότι «για μια ακόμη φορά θα τρέχουμε με νομοθετήματα της τελευταίας στιγμής, με μεταρρυθμίσεις πρόχειρες και μισές, για να βγει η υποχρέωση στους δανειστές».
Παρατήρησε ωστόσο ότι «αυτό δεν είναι θέμα μόνο της σημερινής κυβέρνησης», συμπληρώνοντας ότι «από το 2010 η χώρα έχει δεσμευθεί να υλοποιήσει συγκεκριμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, για να αντιμετωπίσει τα βασικά δομικά προβλήματα της οικονομίας: τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα, τον αναποτελεσματικό και δαπανηρό δημόσιο τομέα, το χαώδες ρυθμιστικό περιβάλλον που δημιουργεί γραφειοκρατία και διαφθορά, την αδυναμία παραγωγής καινοτομίας, τους περιορισμούς στην άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Σήμερα, επτάμισι χρόνια μετά, σε όλους αυτούς τους τομείς, η Ελλάδα συνεχίζει να πιάνει πάτο στις διεθνείς κατατάξεις.
Και μάλιστα χάνοντας θέσεις τα τελευταία χρόνια, αντί να κερδίζει.
Όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, φοβήθηκαν τις δύσκολες μεταρρυθμίσεις.
Κάποιες ξεκίνησαν και στην πορεία σταμάτησαν, κάποιες εφαρμόστηκαν μισές και κάποιες ακόμη σέρνονται, από αξιολόγηση σε αξιολόγηση».
Κάνοντας αναφορά στη συζήτηση που ξεκίνησε προ ημερών στη Βουλή για τον προϋπολογισμό του 2018, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι «το σημείο όπου εντοπίζεται εντυπωσιακή απόκλιση, είναι βεβαίως το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού για το 2017, που φαίνεται να διαμορφώνεται στο 2,8% του ΑΕΠ έναντι του 1,75% που ήταν ο στόχος.
Αξιοποιώντας αυτή την υπερεπίδοση, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να διανείμει κοινωνικό μέρισμα της τάξης του 1 δισ. ευρώ, με τη μορφή παροχών.
Εδώ, βεβαίως, υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα».
«Κανείς δεν αμφισβητεί την ανάγκη να στηριχθεί η κοινωνική συνοχή», είπε ο κ. Μίχαλος , προσθέτοντας πως «η υπερκάλυψη του στόχου, σημαίνει ουσιαστικά ότι το κράτος αφαίρεσε από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις περισσότερους πόρους από όσους ήταν απαραίτητο», υπερφορολογώντας ό,τι κινείται, καθυστερώντας την εκκαθάριση σχεδόν 300.000 συντάξεων, καθυστερώντας την αποπληρωμή των οφειλόμενων ποσών από το δημόσιο προς τις επιχειρήσεις, κ.α.
«Καλά είναι, λοιπόν, τα πρωτογενή πλεονάσματα και οι εξαγγελίες για διανομή κοινωνικού μερίσματος.
Ωστόσο καμία δημοσιονομική επίδοση δεν μπορεί να είναι διατηρήσιμη, όταν στηρίζεται στην υπερφορολόγηση και στην αποστράγγιση της πραγματικής οικονομίας.
Και καμία κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, όταν στηρίζεται αποκλειστικά σε επιδόματα από το κράτος, ή σε επιδοτούμενες θέσεις εργασίας στο δημόσιο», υπογράμμισε χαρακτηριστικά σημειώνοντας πως «ο μόνος τρόπος για να φθάσουν περισσότεροι πόροι στην κοινωνία, είναι να παραχθούν μέσω της ανάπτυξης».
Όπως είπε, «δεν μπορούμε να βάζουμε συνεχώς το κάρο μπροστά από το άλογο. Χρειάζεται ανάπτυξη για να βρουν δουλειά οι άνεργοι και για να στηριχθούν οι οικονομικά αδύναμοι» και μάλιστα, «σε αυτό το μέτωπο πρέπει επιτέλους να υπάρξει σοβαρή πολιτική βούληση και αποτελεσματικότητα».
Σύμφωνα με τον κ. Μίχαλο, «αν δεν βελτιωθεί πραγματικά η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και το περιβάλλον άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάκαμψη και ανάπτυξη.
Όλες οι θυσίες και οι προσπάθειες που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, κρίνονται τώρα.
Τώρα πρέπει να προχωρήσουν οι αλλαγές και οι παρεμβάσεις που χρειάζονται, για να υπάρξει στον τόπο μας πραγματική ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή.
Καλές είναι οι προθέσεις και οι εξαγγελίες και οι διαβεβαιώσεις που ακούμε από την πολιτική ηγεσία.
Πέρα από τα λόγια όμως, χρειάζονται και πράξεις».
Κατά τον ίδιο, οι προτεραιότητες είναι ξεκάθαρες και συγκεκριμένα:
- Βελτίωση του φορολογικού περιβάλλοντος: με δραστική απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας, με καθιέρωση flat tax για τις επιχειρήσεις στο 15%, με θέσπιση ενιαίας φορολογικής κλίμακας. Με μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, από το 20% στο 10%.
- Ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων: με επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, προσαρμογή της εργατικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά δεδομένα, επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης, αναμόρφωση του Πτωχευτικού Κώδικα, ολοκλήρωση του εθνικού και χωροταξικού σχεδιασμού και κωδικοποίηση των χρήσεων γης.
- Αξιοποίηση των ΣΔΙΤ για την ταχεία υλοποίηση μεγάλων επενδύσεων σε τομείς – κλειδί για την ανάπτυξη, όπως οι μεταφορές και το διαμετακομιστικό εμπόριο, η ενέργεια, ο τουρισμός κ.α.
- Ριζική αναμόρφωση της Δημόσιας Διοίκησης: με εισαγωγή συστήματος αξιολόγησης παντού, με θέσπιση ποιοτικών και ποσοτικών στόχων, με ενίσχυση των μέσων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, με αξιοποίηση θεσμών όπως η αυτοπληροφόρηση του Δημοσίου κ.ά.
- Αντιμετώπιση της πολυνομίας και της κακονομίας: με ουσιαστικό νομοθετικό προγραμματισμό, με ανώτατα ετήσια όρια παραγωγής νομοθεσίας ανά Υπουργείο, με σαφή κωδικοποίηση, με εξορθολογισμό και έλεγχο των υπουργικών και βουλευτικών προσθηκών και τροπολογιών.
- Ενίσχυση της Μικρομεσαίας Επιχειρηματικότητας: με κίνητρα και ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, για να επενδύσει στην καινοτομία και στην εξωστρέφεια. Με ειδικά προγράμματα για τις νεοφυείς επιχειρήσεις.
- Νέα εθνική πολιτική για τη μεταποίηση: με ανάδειξη και ενίσχυση δυναμικών κλάδων, με πολιτικές για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, με νέα στρατηγική για τη χρηματοδότηση επενδύσεων.
- Αναμόρφωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Σύνδεση των Πανεπιστημίων με τον κόσμο της παραγωγής. Συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα για τη χρηματοδότηση της έρευνας και την αξιοποίηση της γνώσης για την ανάπτυξη της καινοτομίας.
Και κατέληξε λέγοντας ότι «για όλα αυτά που πρέπει να γίνουν, η Επιμελητηριακή Κοινότητα έχει διατυπώσει όχι μόνο αιτήματα, αλλά και συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις.
Τις οποίες υποστηρίζει με θάρρος και επιμονή εδώ και χρόνια.
Τώρα πρέπει να κάνουμε τη φωνή μας πιο δυνατή.
Κι αυτό θα γίνει με τη μαζική συμμετοχή των επιχειρήσεων στις επιμελητηριακές εκλογές του Δεκεμβρίου».
«Οι εκλογές αυτές, πέραν της ανάδειξης νέων διοικήσεων, πρέπει να αποτελέσουν ένα ισχυρό μήνυμα των επιχειρήσεων προς την Πολιτεία», τόνισε ο κ. Μίχαλος.
www.bankingnews.gr
Όπως είπε, από τα 95 προαπαιτούμενα, έχουν κλείσει ως τώρα τα 24 και για να ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση θα πρέπει μέσα στον τρέχοντα μήνα να νομοθετηθούν ακόμη 71 προαπαιτούμενα.
Ειδικότερα, ο κ. Μίχαλος μιλώντας από το βήμα της γενικής συνέλευσης της ΚΕΕ, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «πριν από λίγες μέρες ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση του προγράμματος.
Η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί ότι θα κλείσει εντός του 2017 και σε κάθε περίπτωση δεν θα ζήσουμε την αβεβαιότητα της περασμένης χρονιάς.
Πράγματι, μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο σημαντικό σημείο τριβής, το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει καθυστερήσεις.
Όμως είμαστε πάλι πίσω.
Από τα 95 προαπαιτούμενα, έχουν κλείσει ως τώρα τα 24.
Αυτό σημαίνει ότι για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση μέσα στο έτος, θα πρέπει μέχρι την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου να νομοθετηθούν άλλα 71 προαπαιτούμενα. Τα οποία περιλαμβάνουν αλλαγές στον τομέα της ενέργειας, στη δημόσια διοίκηση, στα κλειστά επαγγέλματα, στα κοινωνικά επιδόματα κ.ά.
Περιλαμβάνουν κλείσιμο εκκρεμοτήτων με τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά και το θέμα των πλειστηριασμών».
Όπως τόνισε, όλα αυτά είναι ζητήματα τα οποία απαιτούν σχεδιασμό, δύσκολες αποφάσεις και γι’ αυτό εθνικό διάλογο και ένα μίνιμουμ συναίνεσης, καθώς δεν αφορούν μόνο το κλείσιμο μιας αξιολόγησης, αλλά και τις προϋποθέσεις ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, το σήμερα και το αύριο της ελληνικής κοινωνίας.
Εκτίμησε δε, πως το πιθανότερο είναι ότι «για μια ακόμη φορά θα τρέχουμε με νομοθετήματα της τελευταίας στιγμής, με μεταρρυθμίσεις πρόχειρες και μισές, για να βγει η υποχρέωση στους δανειστές».
Παρατήρησε ωστόσο ότι «αυτό δεν είναι θέμα μόνο της σημερινής κυβέρνησης», συμπληρώνοντας ότι «από το 2010 η χώρα έχει δεσμευθεί να υλοποιήσει συγκεκριμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, για να αντιμετωπίσει τα βασικά δομικά προβλήματα της οικονομίας: τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα, τον αναποτελεσματικό και δαπανηρό δημόσιο τομέα, το χαώδες ρυθμιστικό περιβάλλον που δημιουργεί γραφειοκρατία και διαφθορά, την αδυναμία παραγωγής καινοτομίας, τους περιορισμούς στην άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Σήμερα, επτάμισι χρόνια μετά, σε όλους αυτούς τους τομείς, η Ελλάδα συνεχίζει να πιάνει πάτο στις διεθνείς κατατάξεις.
Και μάλιστα χάνοντας θέσεις τα τελευταία χρόνια, αντί να κερδίζει.
Όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, φοβήθηκαν τις δύσκολες μεταρρυθμίσεις.
Κάποιες ξεκίνησαν και στην πορεία σταμάτησαν, κάποιες εφαρμόστηκαν μισές και κάποιες ακόμη σέρνονται, από αξιολόγηση σε αξιολόγηση».
Κάνοντας αναφορά στη συζήτηση που ξεκίνησε προ ημερών στη Βουλή για τον προϋπολογισμό του 2018, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι «το σημείο όπου εντοπίζεται εντυπωσιακή απόκλιση, είναι βεβαίως το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού για το 2017, που φαίνεται να διαμορφώνεται στο 2,8% του ΑΕΠ έναντι του 1,75% που ήταν ο στόχος.
Αξιοποιώντας αυτή την υπερεπίδοση, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να διανείμει κοινωνικό μέρισμα της τάξης του 1 δισ. ευρώ, με τη μορφή παροχών.
Εδώ, βεβαίως, υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα».
«Κανείς δεν αμφισβητεί την ανάγκη να στηριχθεί η κοινωνική συνοχή», είπε ο κ. Μίχαλος , προσθέτοντας πως «η υπερκάλυψη του στόχου, σημαίνει ουσιαστικά ότι το κράτος αφαίρεσε από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις περισσότερους πόρους από όσους ήταν απαραίτητο», υπερφορολογώντας ό,τι κινείται, καθυστερώντας την εκκαθάριση σχεδόν 300.000 συντάξεων, καθυστερώντας την αποπληρωμή των οφειλόμενων ποσών από το δημόσιο προς τις επιχειρήσεις, κ.α.
«Καλά είναι, λοιπόν, τα πρωτογενή πλεονάσματα και οι εξαγγελίες για διανομή κοινωνικού μερίσματος.
Ωστόσο καμία δημοσιονομική επίδοση δεν μπορεί να είναι διατηρήσιμη, όταν στηρίζεται στην υπερφορολόγηση και στην αποστράγγιση της πραγματικής οικονομίας.
Και καμία κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, όταν στηρίζεται αποκλειστικά σε επιδόματα από το κράτος, ή σε επιδοτούμενες θέσεις εργασίας στο δημόσιο», υπογράμμισε χαρακτηριστικά σημειώνοντας πως «ο μόνος τρόπος για να φθάσουν περισσότεροι πόροι στην κοινωνία, είναι να παραχθούν μέσω της ανάπτυξης».
Όπως είπε, «δεν μπορούμε να βάζουμε συνεχώς το κάρο μπροστά από το άλογο. Χρειάζεται ανάπτυξη για να βρουν δουλειά οι άνεργοι και για να στηριχθούν οι οικονομικά αδύναμοι» και μάλιστα, «σε αυτό το μέτωπο πρέπει επιτέλους να υπάρξει σοβαρή πολιτική βούληση και αποτελεσματικότητα».
Σύμφωνα με τον κ. Μίχαλο, «αν δεν βελτιωθεί πραγματικά η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και το περιβάλλον άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, δεν μπορούμε να μιλάμε για ανάκαμψη και ανάπτυξη.
Όλες οι θυσίες και οι προσπάθειες που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, κρίνονται τώρα.
Τώρα πρέπει να προχωρήσουν οι αλλαγές και οι παρεμβάσεις που χρειάζονται, για να υπάρξει στον τόπο μας πραγματική ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή.
Καλές είναι οι προθέσεις και οι εξαγγελίες και οι διαβεβαιώσεις που ακούμε από την πολιτική ηγεσία.
Πέρα από τα λόγια όμως, χρειάζονται και πράξεις».
Κατά τον ίδιο, οι προτεραιότητες είναι ξεκάθαρες και συγκεκριμένα:
- Βελτίωση του φορολογικού περιβάλλοντος: με δραστική απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας, με καθιέρωση flat tax για τις επιχειρήσεις στο 15%, με θέσπιση ενιαίας φορολογικής κλίμακας. Με μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, από το 20% στο 10%.
- Ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων: με επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, προσαρμογή της εργατικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά δεδομένα, επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης, αναμόρφωση του Πτωχευτικού Κώδικα, ολοκλήρωση του εθνικού και χωροταξικού σχεδιασμού και κωδικοποίηση των χρήσεων γης.
- Αξιοποίηση των ΣΔΙΤ για την ταχεία υλοποίηση μεγάλων επενδύσεων σε τομείς – κλειδί για την ανάπτυξη, όπως οι μεταφορές και το διαμετακομιστικό εμπόριο, η ενέργεια, ο τουρισμός κ.α.
- Ριζική αναμόρφωση της Δημόσιας Διοίκησης: με εισαγωγή συστήματος αξιολόγησης παντού, με θέσπιση ποιοτικών και ποσοτικών στόχων, με ενίσχυση των μέσων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, με αξιοποίηση θεσμών όπως η αυτοπληροφόρηση του Δημοσίου κ.ά.
- Αντιμετώπιση της πολυνομίας και της κακονομίας: με ουσιαστικό νομοθετικό προγραμματισμό, με ανώτατα ετήσια όρια παραγωγής νομοθεσίας ανά Υπουργείο, με σαφή κωδικοποίηση, με εξορθολογισμό και έλεγχο των υπουργικών και βουλευτικών προσθηκών και τροπολογιών.
- Ενίσχυση της Μικρομεσαίας Επιχειρηματικότητας: με κίνητρα και ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, για να επενδύσει στην καινοτομία και στην εξωστρέφεια. Με ειδικά προγράμματα για τις νεοφυείς επιχειρήσεις.
- Νέα εθνική πολιτική για τη μεταποίηση: με ανάδειξη και ενίσχυση δυναμικών κλάδων, με πολιτικές για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, με νέα στρατηγική για τη χρηματοδότηση επενδύσεων.
- Αναμόρφωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Σύνδεση των Πανεπιστημίων με τον κόσμο της παραγωγής. Συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα για τη χρηματοδότηση της έρευνας και την αξιοποίηση της γνώσης για την ανάπτυξη της καινοτομίας.
Και κατέληξε λέγοντας ότι «για όλα αυτά που πρέπει να γίνουν, η Επιμελητηριακή Κοινότητα έχει διατυπώσει όχι μόνο αιτήματα, αλλά και συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις.
Τις οποίες υποστηρίζει με θάρρος και επιμονή εδώ και χρόνια.
Τώρα πρέπει να κάνουμε τη φωνή μας πιο δυνατή.
Κι αυτό θα γίνει με τη μαζική συμμετοχή των επιχειρήσεων στις επιμελητηριακές εκλογές του Δεκεμβρίου».
«Οι εκλογές αυτές, πέραν της ανάδειξης νέων διοικήσεων, πρέπει να αποτελέσουν ένα ισχυρό μήνυμα των επιχειρήσεων προς την Πολιτεία», τόνισε ο κ. Μίχαλος.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών