Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής προειδοποιεί για το ενδεχόμενο να αναζητηθούν πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες, ώστε να καλυφθεί το κόστος των φυσικών καταστροφών
ΕΔΩ αναλυτικά την έκθεση), ασκώντας παράλληλα σκληρή κριτική για την αντίδραση του κρατικού μηχανισμού. Μάλιστα, στην έκθεση γίνεται αναφορά για το ενδεχόμενο να αναζητηθούν... πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες.
«Οι οικονομικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις καταστροφικές επιπτώσεις των καλοκαιρινών πυρκαγιών και των ακραίων βροχοπτώσεων στην Θεσσαλία που ανέδειξαν αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού να ανταπεξέλθει σε σοβαρές προκλήσεις» αναφέρεται στη σχετική έκθεση και τονίζεται ότι «στην τελική αποτίμηση των επιπτώσεων για την οικονομία, πέρα από τις αποζημιώσεις και τα μέτρα στήριξης για τις πληγείσες περιοχές που περιλαμβάνονται στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ευρύτερο κόστος σε όρους καταστροφής παραγωγικών συντελεστών, το οποίο σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης ορισμένων περιοχών θα προκαλέσει μακροχρόνιες απώλειες παραγωγικής δυναμικότητας».
Ο κίνδυνος για τη δημοσιονομική σταθερότητα
Από δημοσιονομική άποψη, οι δύο κρίσιμες προϋποθέσεις ώστε να μην υπονομευτεί η δημοσιονομική σταθερότητα είναι αφενός η μέγιστη δυνατή κάλυψη της ανοικοδόμησης από ευρωπαϊκούς πόρους και αφετέρου η χρονική κατανομή των αποζημιώσεων ώστε να μην συγκεντρωθούν εξολοκλήρου σε ένα μόνο έτος. Διαφορετικά, θα πρέπει να αναζητηθούν πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες, ώστε να καλυφθεί το σχετικό κόστος χωρίς απόκλιση από τον δημοσιονομικό στόχο και επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
Οι δημοσιονομικές και ευρύτερες οικονομικές προκλήσεις των φυσικών καταστροφών αποτελούν επιμέρους πλευρές της ευρύτερης υπαρξιακής πρόκλησης που θέτει η κλιματική κρίση. Η αναμενόμενη αυξημένη ένταση και συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων απαιτεί ενίσχυση του ρόλου του κράτους καθώς η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών είναι θεμελιώδης υποχρέωσή του. Επιπρόσθετα, είναι αμφίβολο πώς ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες, παρά το σημαντικά θετικό τους ρόλο στην κάλυψη και αντιμετώπιση κινδύνων, θα μπορούσαν να καλύψουν στο σύνολό τους καταστροφές τέτοιας κλίμακας. Και το ζήτημα δεν είναι μόνο το ύψος των δαπανών που θα απαιτηθούν για τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις και υποδομές αλλά και η αποτελεσματική αξιοποίηση, διαχείριση και οργάνωσή τους. Η χώρα μας δεν υστερεί ούτε σε εξοπλισμό, ούτε σε προσωπικό, ούτε και σε εν γένει δαπάνες για την πολιτική προστασία, φαίνεται όμως ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους.
Ο ρόλος του κράτους
Παράλληλα στην έκθεση σημειώνεται ότι «ο ρόλος του κράτους δεν εξαντλείται στις αποζημιώσεις και την αποκατάσταση των δημόσιων υποδομών αλλά αφορά τον ευρύτερο προγραμματισμό και, τελικά, τη χρηματοδότηση ενός προτύπου ανάπτυξης που θα είναι πιο ανθεκτικό στις φυσικές καταστροφές. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να ληφθεί πρόνοια ώστε το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο να προβλέπει ειδική μεταχείριση για τις δημόσιες επενδύσεις, αλλά και συνολικά τις δαπάνες για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και του κόστους μετάβασης εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Τέλος, δεδομένου ότι η περιοχή της Μεσογείου βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής κρίσης, απαιτούνται πρόσθετοι κοινοί ευρωπαϊκοί πόροι για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων δαπανών στις περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο».
Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, ο ρυθμός μεγέθυνσης του ελληνικού ΑΕΠ κατά το δεύτερο τρίμηνο ήταν 2,7%, διαμορφώνοντας έναν μέσο ετήσιο ρυθμό στην περιοχή 2,3%-2,4% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023. Η ιδιωτική κατανάλωση, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές υπηρεσιών ήταν οι βασικές συνιστώσες της ανάπτυξης. Λαμβάνοντας υπόψη και την έως τώρα πορεία των βραχυχρόνιων δεικτών και προσδοκιών, η πορεία της οικονομίας είναι συμβατή με τις προβλέψεις που διατύπωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού στην έκθεσή του για το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 3,5% τον Αύγουστο, αισθητά μειωμένος σε σχέση με τον Αύγουστο του 2022 (11,2%) ενώ ο πυρήνας του (χωρίς ενέργεια και μη επεξεργασμένα τρόφιμα) μειώθηκε στο 6% (από 7,2% πέρυσι).
Σημαντική είναι και η μείωση των τιμών παραγωγού και εισαγωγών στη βιομηχανία.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχει συρρικνωθεί στα 7 δις (από 10,6 δις πέρυσι και 7,2 δις το 2021).
Η ανεργία διαμορφώθηκε σε 10,8% τον Ιούλιο του 2023 έναντι 12,5% τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους καθώς η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,6% και ο δείκτης μισθολογικού κόστους κατέγραψε ετήσια ονομαστική αύξηση κατά 4,3% το δεύτερο τρίμηνο.
Η αναβάθμιση από τη DBRS είχε προεξοφληθεί
Όσον αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις, το πρωτογενές αποτέλεσμα του επταμήνου του τρέχοντος έτους είναι βελτιωμένο κατά περίπου 1,3 δις σε σχέση με πέρυσι ενώ οι αποδόσεις των δεκαετών τίτλων του ελληνικού δημοσίου παρουσιάζουν σχετική σταθεροποίηση μειώνοντας τις διαφορές (spread) από τους αντίστοιχους τίτλους άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερα θετική εξέλιξη ήταν η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας του ελληνικού δημόσιου χρέους από τον οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar που κατέστησε τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ χωρίς την ανάγκη της εξαίρεσης (waiver) και ταυτόχρονα αυξάνει την ρευστότητα που μπορούν να αντλήσουν οι ελληνικές τράπεζες χρησιμοποιώντας ως ενέχυρο τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Η αναβάθμιση αποτελεί αναγνώριση της ανθεκτικότητας και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας που ενισχύθηκε περαιτέρω από τις θετικές αξιολογήσεις που ακολούθησαν (R&I, Scope και Moody’s). Ως συνέπεια της αναβάθμισης αναμένεται να διευρυνθεί η βάση των αγοραστών των ελληνικών κρατικών ομολόγων ενώ, μεσοπρόθεσμα, θα μειωθεί το πριμ κινδύνου των ιδιωτικών επενδύσεων στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, στην έκθεση τονίζεται πως δεν αναμένεται κάποια σημαντική επίδραση στα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού δημοσίου καθώς φαίνεται πως η αναβάθμιση είχε ήδη προεξοφληθεί στις αγορές κρατικών ομολόγων.
www.bankingnews.gr
Για τους κινδύνους που προκύπτουν για τη δημοσιονομική σταθερότητα λόγω της κλιματικής κρίσης και φυσικών καταστροφών που πλήττουν τη χώρα, προειδοποιεί το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής (Διαβάστε «Οι οικονομικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις καταστροφικές επιπτώσεις των καλοκαιρινών πυρκαγιών και των ακραίων βροχοπτώσεων στην Θεσσαλία που ανέδειξαν αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού να ανταπεξέλθει σε σοβαρές προκλήσεις» αναφέρεται στη σχετική έκθεση και τονίζεται ότι «στην τελική αποτίμηση των επιπτώσεων για την οικονομία, πέρα από τις αποζημιώσεις και τα μέτρα στήριξης για τις πληγείσες περιοχές που περιλαμβάνονται στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ευρύτερο κόστος σε όρους καταστροφής παραγωγικών συντελεστών, το οποίο σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης ορισμένων περιοχών θα προκαλέσει μακροχρόνιες απώλειες παραγωγικής δυναμικότητας».
Ο κίνδυνος για τη δημοσιονομική σταθερότητα
Από δημοσιονομική άποψη, οι δύο κρίσιμες προϋποθέσεις ώστε να μην υπονομευτεί η δημοσιονομική σταθερότητα είναι αφενός η μέγιστη δυνατή κάλυψη της ανοικοδόμησης από ευρωπαϊκούς πόρους και αφετέρου η χρονική κατανομή των αποζημιώσεων ώστε να μην συγκεντρωθούν εξολοκλήρου σε ένα μόνο έτος. Διαφορετικά, θα πρέπει να αναζητηθούν πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες, ώστε να καλυφθεί το σχετικό κόστος χωρίς απόκλιση από τον δημοσιονομικό στόχο και επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
Οι δημοσιονομικές και ευρύτερες οικονομικές προκλήσεις των φυσικών καταστροφών αποτελούν επιμέρους πλευρές της ευρύτερης υπαρξιακής πρόκλησης που θέτει η κλιματική κρίση. Η αναμενόμενη αυξημένη ένταση και συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων απαιτεί ενίσχυση του ρόλου του κράτους καθώς η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών είναι θεμελιώδης υποχρέωσή του. Επιπρόσθετα, είναι αμφίβολο πώς ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες, παρά το σημαντικά θετικό τους ρόλο στην κάλυψη και αντιμετώπιση κινδύνων, θα μπορούσαν να καλύψουν στο σύνολό τους καταστροφές τέτοιας κλίμακας. Και το ζήτημα δεν είναι μόνο το ύψος των δαπανών που θα απαιτηθούν για τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις και υποδομές αλλά και η αποτελεσματική αξιοποίηση, διαχείριση και οργάνωσή τους. Η χώρα μας δεν υστερεί ούτε σε εξοπλισμό, ούτε σε προσωπικό, ούτε και σε εν γένει δαπάνες για την πολιτική προστασία, φαίνεται όμως ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους.
Ο ρόλος του κράτους
Παράλληλα στην έκθεση σημειώνεται ότι «ο ρόλος του κράτους δεν εξαντλείται στις αποζημιώσεις και την αποκατάσταση των δημόσιων υποδομών αλλά αφορά τον ευρύτερο προγραμματισμό και, τελικά, τη χρηματοδότηση ενός προτύπου ανάπτυξης που θα είναι πιο ανθεκτικό στις φυσικές καταστροφές. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να ληφθεί πρόνοια ώστε το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο να προβλέπει ειδική μεταχείριση για τις δημόσιες επενδύσεις, αλλά και συνολικά τις δαπάνες για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και του κόστους μετάβασης εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Τέλος, δεδομένου ότι η περιοχή της Μεσογείου βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής κρίσης, απαιτούνται πρόσθετοι κοινοί ευρωπαϊκοί πόροι για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων δαπανών στις περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο».
Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, ο ρυθμός μεγέθυνσης του ελληνικού ΑΕΠ κατά το δεύτερο τρίμηνο ήταν 2,7%, διαμορφώνοντας έναν μέσο ετήσιο ρυθμό στην περιοχή 2,3%-2,4% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023. Η ιδιωτική κατανάλωση, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές υπηρεσιών ήταν οι βασικές συνιστώσες της ανάπτυξης. Λαμβάνοντας υπόψη και την έως τώρα πορεία των βραχυχρόνιων δεικτών και προσδοκιών, η πορεία της οικονομίας είναι συμβατή με τις προβλέψεις που διατύπωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού στην έκθεσή του για το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 3,5% τον Αύγουστο, αισθητά μειωμένος σε σχέση με τον Αύγουστο του 2022 (11,2%) ενώ ο πυρήνας του (χωρίς ενέργεια και μη επεξεργασμένα τρόφιμα) μειώθηκε στο 6% (από 7,2% πέρυσι).
Σημαντική είναι και η μείωση των τιμών παραγωγού και εισαγωγών στη βιομηχανία.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έχει συρρικνωθεί στα 7 δις (από 10,6 δις πέρυσι και 7,2 δις το 2021).
Η ανεργία διαμορφώθηκε σε 10,8% τον Ιούλιο του 2023 έναντι 12,5% τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους καθώς η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,6% και ο δείκτης μισθολογικού κόστους κατέγραψε ετήσια ονομαστική αύξηση κατά 4,3% το δεύτερο τρίμηνο.
Η αναβάθμιση από τη DBRS είχε προεξοφληθεί
Όσον αφορά τις δημοσιονομικές εξελίξεις, το πρωτογενές αποτέλεσμα του επταμήνου του τρέχοντος έτους είναι βελτιωμένο κατά περίπου 1,3 δις σε σχέση με πέρυσι ενώ οι αποδόσεις των δεκαετών τίτλων του ελληνικού δημοσίου παρουσιάζουν σχετική σταθεροποίηση μειώνοντας τις διαφορές (spread) από τους αντίστοιχους τίτλους άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερα θετική εξέλιξη ήταν η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας του ελληνικού δημόσιου χρέους από τον οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar που κατέστησε τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ χωρίς την ανάγκη της εξαίρεσης (waiver) και ταυτόχρονα αυξάνει την ρευστότητα που μπορούν να αντλήσουν οι ελληνικές τράπεζες χρησιμοποιώντας ως ενέχυρο τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Η αναβάθμιση αποτελεί αναγνώριση της ανθεκτικότητας και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας που ενισχύθηκε περαιτέρω από τις θετικές αξιολογήσεις που ακολούθησαν (R&I, Scope και Moody’s). Ως συνέπεια της αναβάθμισης αναμένεται να διευρυνθεί η βάση των αγοραστών των ελληνικών κρατικών ομολόγων ενώ, μεσοπρόθεσμα, θα μειωθεί το πριμ κινδύνου των ιδιωτικών επενδύσεων στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, στην έκθεση τονίζεται πως δεν αναμένεται κάποια σημαντική επίδραση στα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού δημοσίου καθώς φαίνεται πως η αναβάθμιση είχε ήδη προεξοφληθεί στις αγορές κρατικών ομολόγων.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών