Επιβλητικός, “killer” και ο τρόμος για κάθε αντίπαλη άμυνα. Ο Ρομέλου Λουκάκου επιβεβαίωσε με το «καλημέρα» γιατί είναι το φαβορί για την πρώτη θέση των σκόρερ στο Euro 2020 και το «BN Sports» ξετυλίγει το… κουβάρι της καριέρας του!
«Η μητέρα του πάντα τσακωνόταν με άλλους γονείς που δεν πίστευαν ότι ήταν 12 ή 14 ετών. Γινόταν πάντα φασαρία όταν σκόραρε τρία ή τέσσερα γκολ». Ο Μίνο Ραϊόλα είναι από τους ατζέντηδες που έχουν εκπροσωπήσει τεράστιους ποδοσφαιριστές και φυσικά, αποτελεί από μόνος του, μία μορφή στο άθλημα. Τα λόγια του για τον συγκεκριμένο τύπο, επιβεβαιώνονται σε κάθε του γκολ.
Ο Ρομέλου Λουκάκου μπήκε με το «δεξί» στο Euro 2020, πέτυχε δύο γκολ στην πρεμιέρα με το Βέλγιο κόντρα στη Ρωσία και φώναξε βροντερό «παρών» για την πρώτη θέση των σκόρερ. Πίσω από το τεράστιο και καλογυμνασμένο κορμί του, υπάρχει μία ιστορία όπου πρωταγωνίστρια ήταν η απόρριψη.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια, που τον έκαναν ακόμη πιο δυνατό, ώστε να αντιμετωπίσει κατάματα την διαχείριση που είχε στην Αγγλία. Η κόντρα με τον Μουρίνιο, η αναγέννηση στην Έβερτον αλλά και η ηρεμία στο Μιλάνο που τον… δικαιώνει για ένα χαμένο πέναλτι.
Φτώχεια, πείνα και ένα… παράλογα ανεπτυγμένο παιδί!
Ο Ρομέλου Λουκάκου γεννήθηκε στις 13 Μαΐου του 1993 στο Άντβερπ του Βελγίου. Οι γονείς ήταν μετανάστες από το Κονγκό, καθώς ήθελαν να αποφύγουν τον μεγάλο πόλεμο της χώρας τους και να έχουν ένα διαφορετικό μέλλον. Ωστόσο, όπως όλοι οι υπόλοιποι μετανάστες, η οικονομική τους κατάσταση ήταν σε τραγικό επίπεδο. Μάλιστα, όταν ήρθαν στον κόσμο και τα δύο παιδιά τους, τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο δύσκολα.
Εκείνος και ο αδερφός του, Τζόρνταν (επίσης ποδοσφαιριστής) έζησαν υπό άθλιες συνθήκες, με το καθημερινό τους γεύμα να είναι γάλα και ψωμί. Μάλιστα, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, η μητέρα τους έβρισκε τρόπους για να βγαίνει η εβδομάδα. Συγκεκριμένα, είχε πει: «Η μαμά μας έβαζε νερό στο γάλα ώστε να μας μένει μέχρι το τέλος της εβδομάδας και να μην χρειαστεί να πάρουμε άλλο. Ήταν τρομερό όταν το κατάλαβα».
Από την άλλη, και τα δύο παιδιά, παρότι τρεφόντουσαν με αυτόν τον τρόπο, είχαν μία τρομερή… ανάπτυξη. Τόσο σε ύψος όσο και σε δύναμη. Δεν μπορούσε κάποιος να εξηγήσει κάτι είχαν καταφέρει να αποκτήσουν τέτοιο σωματότυπο με τέτοια διατροφή. Για αυτό και κανείς δεν πίστευε την ηλικία τους.
Το γονίδιο του ποδοσφαίρου και το θέμα της ηλικίας…
Ο Ρότζερ Λουκάκου, πατέρας του Ρομέλου, ήταν φανατικός φίλος του ποδοσφαίρου. Ο ίδιος έπαιζε μπάλα σε ερασιτεχνικές ομάδες, ωστόσο η καριέρα του τελείωσε πρόωρα και χωρίς να κάνει ποτέ το επόμενο βήμα. Κάτι, που δεν ήθελε να επαναληφθεί με τα παιδιά του, αν εκείνα ακολουθούσαν τον δρόμο του.
Η κατάσταση ήταν απελπιστική και ο νυν επιθετικός της Ίντερ, κατάλαβε πως το συγκεκριμένο άθλημα, είναι αυτό που τον κάνει να ξεφεύγει από όλα αυτά. Ξεκίνησε στις ακαδημίες της Boom FC, η οποία από την πλευρά της, προχώρησε σε μία εντυπωσιακή κίνηση, καθώς πλήρωσε την διατροφή του νεαρού άσου και παραχώρησε στην οικογένεια του ένα παλιό αμάξι ώστε να μπορεί να μετακινείται ευκολότερα.
Στα 11 του χρόνια, η Λιρς εντόπισε τον υπερταλαντούχο άσο και ζήτησε να τον δοκιμάσει. Μάλιστα, τον είδε να αγωνίζεται ως… τερματοφύλακας, αφού τα εντυπωσιακά χαρακτηριστικά του, τον έκαναν να προσαρμοστεί σε κάθε θέση στον αγωνιστικό χώρο. Στο βελγικό σύλλογο, όμως, γρήγορα έγινε αντιληπτό πως καλύτερα να παίξει σε μία από τις θέσεις της επίθεσης.
Δοκιμάστηκε ως μεσοεπιθετικός, ως εξτρέμ αλλά και ως φουλ μπακ, όμως η θέση του φορ τον κέρδισε από την αρχή. Μπορούσε να σκοράρει με κάθε τρόπο και ιδιαίτερη ευκολία. Κάθε παιχνίδι τελείωνε με 2 ή 3 δικά του τέρματα, με αποτέλεσμα να τίθεται πάντα θέμα με την πραγματική του ηλικία.
Στα 12 χρόνια του, το ύψος του ήταν αφύσικο, καθώς άγγιζε το 1,80 μ. και ο σωματότυπος του ήταν πολύ πιο γυμνασμένος από παιδιά της ηλικίας του. Μάλιστα, η μητέρα του έκανε επίτηδες τα γενέθλια του όταν εκείνος έπαιζε παιχνίδια, ώστε να δουν όλοι την πραγματική του ηλικία. Δεν ήταν λίγες και οι φορές που… τσακώθηκε με άλλους γονείς για το παιδί της.
Το «τσεκ» από την Άντερλεχτ…
Μέσα σε μία διετία μέτρησε συνολικά 68 παιχνίδια και μάτωσε 121 φορές τα αντίπαλα δίχτυα. Το άστρο του είχε λάμψει στο Βέλγιο και ο υποβιβασμός της Λιρς το 2006, έφερε την Άντερλεχτ να κάνει δικούς της συνολικά 13 ποδοσφαιριστές. Μέσα σε αυτούς ήταν και ο τρομερός γκολτζής, ο οποίος θεωρούταν ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της χώρας.
Αυτό, επιβεβαιώθηκε αμέσως. Η ποιότητα και το ταλέντο δεν χωρούσαν στις θυγατρικές ομάδες του βελγικού συλλόγου. Στα τρία χρόνια που έπαιξε στις μικρές ομάδες, έπαιξε σε 93 αγώνες και μέτρησε 131 γκολ μέχρι να βρεθεί η μεγάλη στιγμή για το επίσημο ντεμπούτο του.
Μπορεί την ίδια μέρα να πήγαινε το πρωί σχολείο, το βράδυ όμως, έκανε την παρθενική του εμφάνιση με τη φανέλα της Άντερλεχτ. Ήταν μόλις 16 ετών και η εμπιστοσύνη που υπήρχε στο πρόσωπό του, ήταν τεράστια από τους ανθρώπους της Άντερλεχτ. Τη σεζόν 2009/10, ήρθε και η αιτία που προτιμήθηκε να παίξει με τους «μεγάλους».
Τσακωμός με Μουρίνιο, αναγέννηση με Γουέστ Μπρομ και το χαμένο πέναλτι…
Με 19 γκολ την πρώτη χρονιά (πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα) και 20 την δεύτερη, ο δρόμος για μία μεγάλη μεταγραφή, ήταν ανοιχτός. Το καλοκαίρι του 2011, με συνολικά 15 εκατ. ευρώ, η Τσέλσι καταφέρνει να κάνει δικό της τον εντυπωσιακό επιθετικό και το δικό του ταξίδι ξεκινάει από το Λονδίνο της Αγγλίας. Ωστόσο, δεν θα είναι όλα παραμυθένια.
Οδηγός για ζήσει αυτό το όνειρο, ήταν ο Ντιντιέ Ντρογκμπά. Ο «θρύλος» της Τσέλσι ήταν το είδωλό του. Δεν το είχε κρύψει και κάθε κίνησή του, ήταν βγαλμένες από το παλμάρε του Ντρογκμπά. Η σχέση του με τον Ζοσέ Μουρίνιο δεν ήταν και η καλύτερη. Ο Πορτογάλος τεχνικός ουδέποτε συνδέθηκε με τον Βέλγο άσο και προτίμησε να τον αφήσει στην δεύτερη ομάδα και όχι στην πρώτη.
Έτσι, την επόμενη σεζόν παραχωρήθηκε δανεικός στη Γουέστ Μπρομ, με τους «Buggies» να κάνουν οικονομική υπέρβαση. Η απόρριψη της Τσέλσι μετατράπηκε σε «εισιτήριο» για να συστηθεί στην Ευρώπη. Με 17 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις, ο Ρομέλου Λουκάκου κέρδισε μία δεύτερη ευκαιρία στην Τσέλσι στο τέλος της σεζόν. Τα 28 εκατ. λίρες που ζήταγαν οι Λονδρέζοι δεν κατατέθηκαν ποτέ από την ομάδα της Μπρόμγουϊτς και ο Βέλγος επέστρεψε στους «μπλε».
Η παραμονή του δεν κράτησε για πολύ. Αν και ήταν στην προετοιμασία, κρίθηκε να χτυπήσει ένα από πέναλτι του τελικού του UEFA Super Cup κόντρα στη Μπάγερν Μονάχου. Η αστοχία του, έκανε τους «Βαυαρούς» να κατακτήσουν τον τίτλο και εκείνος να τεθεί εκτός ομάδας. Εν τέλει, εκεί ξεκίνησε να γράφεται και η ιστορία. Και η μετακόμιση στη μπλε του Μέρσισαϊντ και την Έβερτον, αποτέλεσε για εκείνον μία ακόμη αναγέννηση.
Κατακόρυφη άνοδο της αξίας του και η δεύτερη απόπειρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ…
Αρχικά παραχωρήθηκε ως δανεικός όμως τα «ζαχαρωτά», σε αντίθεση με τη Γουέστ Μπρομ, ενεργοποίησαν την ρήτρα των 35 εκατ. ευρώ. Μία οικονομική υπέρβαση, που αντιστοιχούσε έναν άξιο φορ για την κορυφή της επίθεσης. Για μία τριετία, ήταν το «πρώτο» όνομα στα μεταγραφικά δρόμενα, αφού σεζόν με τη σεζόν, ήταν και καλύτερος.
Μάτωσε 87 φορές τα αντίπαλα δίχτυα σε 166 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις, οδηγώντας την Έβερτον σε υψηλές θέσεις στον βαθμολογικό πίνακα. Το καλοκαίρι του 2017, όμως, η στιγμή της αποχώρησης είχε φτάσει.
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ «ξηλώνεται» και βγάζει από τα ταμεία της συνολικά 85 εκατ. ευρώ για να τον κάνει δικό της. Είναι πρώτη φορά που ο Λουκάκου αλλάζει χρώμα φανέλας και η δεύτερη που κάνει απόπειρα να ηγηθεί την επιθετική γραμμής μίας μεγάλης ομάδας.
Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο με την Τσέλσι. Η πίεση και το βάρος της φανέλας, δεν τον άφησαν να αποδώσει το αναμενόμενα. Δεν ήταν το ίδιο κακός, αφού κατάφερε να πανηγυρίσει 42 γκολ μέσα σε μία τριετία, όμως δεν είχε πιάσει τα στάνταρ που περίμεναν όλοι. Τα σκαμπανεβάσματα, ήταν αρκετά και ο τρόπος που τον αντιμετώπισαν στους «κόκκινους διαβόλους», τον έφερνε πάντα ένα βήμα από την έξοδο.
Η ηρεμία στην Ίντερ και το όνειρο για διάκριση με το Βέλγιο!
Το καλοκαίρι του 2020 ήρθε η στιγμή για μία νέα πρόκληση του Βέλγου. Για πρώτη φορά μετά τα 18 του χρόνια, ο διεθνής φορ άφησε την Αγγλία για την προοπτική της Ίντερ. Οι «νερατζούρι» αποφάσισαν να βγάλουν από τα ταμεία τους το ποσό των 75 εκατ. ευρώ για να απαλλάξουν τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από τον υψηλόσωμο επιθετικό. Εκείνος δεν έψαχνε την αναγέννηση αλλά την… ηρεμία του.
Ήξερε, πλέον, τι αξίζει και τι μπορεί να προσφέρει αλλά ήθελε να βρίσκεται σε έναν σύλλογο που τον κάνει χαρούμενο για αυτό που κάνει. Οι «νερατζούρι» φάνηκε πως ήταν οι κατάλληλοι. Μετά την προσαρμογή της πρώτης χρονιάς, ο Βέλγος ηγήθηκε της επιθετικής γραμμής και οδήγησε την Ίντερ στο πρωτάθλημα μετά από έντεκα χρόνια.
Με 30 γκολ σε 44 παιχνίδια σε όλες τις διοργανώσεις, όπως ήταν λογικό, αναδείχθηκε κορυφαίος ποδοσφαιριστής της χρονιάς για την Ίντερ και είδε το όνομά του να μπαίνει και πάλι στα δημοσιεύματα για μεγάλη μεταγραφή. Ο 28χρονος, όμως, όχι απλώς δεν το σκέφτεται αλλά σε δηλώσεις του, ξεκαθάρισε πως δεν πρόκειται να αφήσει το Μιλάνο. Και τα παραδείγματα του παρελθόντος, δικαιολογούν αυτή την απόφαση.
Με αυτόν τον αέρα, ο έμπειρος άσος μπήκε φουριόζος στο φετινό Euro 2020, καθώς σκόραρε δύο τέρματα στην πρεμιέρα κόντρα στη Ρωσία. Ουσιαστικά, μετά την τρίτη θέση στο Μουντιάλ του 2018 αλλά και το στοπ στα προημιτελικά του Euro 2016, ο Λουκάκου θέλει να διεκδικήσει με την εθνική ομάδα ένα τίτλο και φέτος, είναι η κατάλληλη ευκαιρία.
Υψηλόσωμος και βαρύς για αρκετούς. Εκείνος, έμαθε να αντιμετωπίζει την κριτική και την απόρριψη. Έκανε τις «αδυναμίες» δύναμη και σε μία εποχή που οι επιθετικοί τρέχουν, εκείνος διατηρεί τον παλιό, καλό φορ. Ο Ρομέλου Λουκάκου είναι ο «κλασσικός» και σύγχρονος επιθετικός.
Νότης Χάλαρης
Σχόλια αναγνωστών