Στάδιο Μονζουίκ Ολυμπιακοί Aγώνες Βαρκελώνης… σαν σήμερα πριν 29 χρόνια: 12.64’’… Τόσο χρόνο χρειάστηκε
Ολυμπιακοί Αγώνες 1992. Η Πατουλίδου τερματίζει στα προκριματικά μέσα στην πρώτη τετράδα της σειράς της ισοφαρίζοντας την καλύτερη επίδοσή της στη χρονιά, το 13.14’’.
Στα προημιτελικά πιστοποιεί ότι βρίσκεται σε δαιμονιώδη φόρμα και τερματίζει τρίτη, βελτιώνοντας μάλιστα την επίδοσή της με νέο ρεκόρ για τη χρονιά εκείνη το 13.05’’. Μολονότι από την υπερπροσπάθεια τραυματίστηκε στο δεξί της πόδι, γνώριζε πως το πληγωμένο της άκρο ήταν αδύνατο να σταματήσει την ορμή της ψυχής της.
Στον ημιτελικό σκαρώνει ένα μικρό αριστούργημα, σμπαραλιάζοντας για μια ακόμα φορά την -προτού έρθει στη Βαρκελώνη- καλύτερη της επίδοση στη χρονιά. Με πανελλήνιο ρεκόρ 12.88'' καταλαμβάνει την τρίτη θέση στη σειρά της, εξασφαλίζοντας ένα «χρυσο
Ήδη έχει γράψει ιστορία, καθώς γίνεται η πρώτη Ελληνίδα στην ιστορία που κατορθώνει να περάσει σε τελικό Ολυμπιακών Αγώνων στο συγκεκριμένο αγώνισμα. Παρόλα
Την 6η Αυγούστου η Πατουλίδου με εμφάνιση βγαλμένη από τα ομορφότερα όνειρα των πιστών στα αθλητικά αουτσάιντερ, καταργεί τις στατιστικές και κρεμάει στο στήθος το χρυσό μετάλλιο με πανελλήνιο ρεκόρ και χρόνο 12.64’’.
Αφήνει πίσω αδιαφιλονίκητα φαβορί, όπως η Ντόνκοβα, η οποία κατείχε το παγκόσμιο ρεκόρ στο αγώνισμα και υπήρξε Χρυσή Ολυμπιονίκης στη Σεούλ.
«Το μετάλλιο ή τίποτα»…
Εκείνη τη μέρα θαρρείς ο Θεός φορούσε γαλανόλευκα, αφού όλα συνωμότησαν υπέρ της. Ήταν το πρώτο χρυσό μετάλλιο για τη χώρα στο στίβο από το 1912 και η πρώτη Ελληνίδα γυναίκα που αναδεικνυόταν Χρυσή Ολυμπιονίκης.
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να παρατεθουν κάποια αυτούσια κομμάτια της επικής κούρσας, όπως τη διηγείται σε τρίτο πρόσωπο αναφερόμενη στον εαυτό της η Βούλα Πατουλίδου, στη βιογραφία της που έχει τίτλο: «Έκρηξη Ψυχής» (εκδοσεις Καστανιώτης).
«‘’Έτοιμες’’. Νεκρική σιγή στο στάδιο. Μπαμ!
Άφησε αχαλίνωτη όλη την τρέλα που κουβαλούσε τόσο καιρό ερμητικά κλεισμένη στην ψυχή της. Τώρα ήταν η στιγμή που έπρεπε να εξαντλήσει κάθε ικμάδα δύναμης. Πέρασε καλά τα πρώτα δύο, τρία εμπόδια. Δεν είχε μείνει πολύ πίσω. Αυτό ήταν θαυμάσιο, γιατί ήξερε πως σε λίγο τα πόδια της θα έβγαζαν φωτιές. Αν από την αρχή δεν έχανε πολύ έδαφος, τότε μετά τη μέση της κούρσας θα μπορούσε να παλέψει για το δεύτερο πια, το πολυπόθητο ασημένιο μετάλλιο….
Στο έβδομο εμπόδιο ήταν η πρώτη φορά στη ζωή της που στη διάρκεια μιας κούρσας σκεφτόταν τόσο καθαρά. Το μετάλλιο ή τίποτα, ορκίστηκε στον εαυτό της.
Από εκείνο το εμπόδιο και για όλα τα υπόλοιπα, θα έπαιρνε αργότερα όρκο πως είχαν φυτρώσει στους ώμους της δύο λευκές φτερούγες και στην καρδιά της ένας ολόλαμπρος ήλιος που έφεγγε το διάβα της. Έφτανε τις αντιπάλους της, λες και ήταν η μόνη που έτρεχε, ενώ εκείνες είχαν σταματήσει να προσπαθούν. Τι ήταν αυτό που την έσπρωχνε από πίσω χωρίς να της χαλάει το ρυθμό; Ποια δύναμη ανέλπιστη ήταν αυτή που τη βοήθησε να περάσει τα τελευταία εμπόδια τέλεια και χωρίς το παραμικρό λάθος; Όποια και αν ήταν, είχε βοηθήσει ένα σωστό άνθρωπο να πετύχει.
{…} Μόλις πέρασε και το δέκατο εμπόδιο, ξεχύθηκε προς τον τερματισμό. Λίγα μέτρα είχαν μείνει που τη χώριζαν από το θαύμα. Τέσσερα με πέντε μέτρα πριν από τον τερματισμό και άκουσε το δεξιό της δικέφαλο να ξεκολλάει από τη ρίζα του. Δεν την ένοιαζε, ας της έφευγε κι ολόκληρο το πόδι, αρκεί να τερμάτιζε. Λίγο πριν περάσει τη νοητή γραμμή του τερματισμού, ένιωσε παρά είδε πως κάτι είχε συμβεί στα αριστερά της, προς τη μεριά της Ντίβερς. Οι θεατές ούρλιαζαν στις κερκίδες. Οι δημοσιογράφοι είχαν σηκωθεί από τις καρέκλες τους και είχαν ανέβει στα τραπέζια ποδοπατώντας τα γραπτά τους.
Δεν ήταν ανάμεσα στις τελευταίες. Όχι. Είχε τερματίσει σε θέση καλή. Δεν γνώριζε πόσο καλή, γι’ αυτό με σηκωμένα χέρια και πανηγυρίζοντας γύρισε να ρωτήσει τους Έλληνες δημοσιογράφους. Ό,τι κι αν είχε βγει, σίγουρα ήταν πολύ καλό και συνοδευόταν από πολύ καλό χρόνο, αν το συνέκρινε με το σταματημένο στα 12.64’’ χρονόμετρο του σταδίου.
Μέσα στην τόση αναστάτωση κατάλαβε να της δείχνουν το δεύτερο μετάλλιο. Τα είχε λοιπόν καταφέρει; Γύρισε πίσω το κεφάλι της για να δει τι είχε συμβεί. Εκείνη την ώρα είδε την Ντίβερς να σηκώνεται πληγωμένη από κάτω. Πήγε να τη βοηθήσει, γιατί πραγματικά την εκτιμούσε. {…} Κάτι ακουγόταν στα μεγάφωνα, αλλά μέσα στην τόση φασαρία που επικρατούσε δεν μπορούσε να ακούσει. Επικέντρωσε την προσοχή της στη μεγάλη οθόνη του σταδίου, που εκείνη τη στιγμή έδειχνε την κούρσα της. Με αγωνία έβλεπε όλες τις αθλήτριες να αγωνίζονται για μία από τις τρεις θέσεις του βάθρου. Όλη η δεξιά της μεριά έκαιγε από τον πόνο. Είχε φαίνεται περάσει η δράση της διπλής παυσίπονης ένεσης.
Να λοιπόν τι είχε γίνει με την Ντίβερς, είχε σκοντάψει πάνω στο δέκατο εμπόδιο κι έπεσε. Έβλεπε όμως τον εαυτό της να τρέχει ακάθεκτα προς τον τερματισμό. Λες, λες πράγματι να ήταν αλήθεια αυτό που της είχαν πει οι δημοσιογράφοι; Μα όχι, είχαν κάνει κάποιο λάθος. Δεν ήταν δεύτερη. Ήταν πρώτη. Ναι! Ναι! Ναι! Ναι!». Ενώ λίγο πιο κάτω γράφει χαρακτηριστικά: «Είχε τρελαθεί από τη χαρά, νόμιζε πως θα πάθει εγκεφαλικό. Χοροπηδούσε σαν τρελή».
Μάλιστα, όπως ανέφερε αρκετά χρόνια αργότερα, έπειτα από εκείνον τον τραυματισμό «έκανα εννιά μήνες να περπατήσω ξανά. Πήγα στη Γερμανία σε έναν εξειδικευμένο γιατρό και θεραπεύτηκα». Μετά το χρυσό στους Ολυμπιακούς, άλλαξε αγώνισμα και στράφηκε σε αυτό με το οποίο ξεκίνησε, το μήκος.
«Για την Ελλάδα ρε γαμώτο»
Λίγο μετά το θρίαμβο, ευρισκόμενη στη σφαίρα της απόλυτης έκστασης, ξεστομίζει μια φράση που έμελλε να χαραχθεί στις μνήμες μαζί με το ασύλληπτο κατόρθωμά της: «Δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω. Απλά μπήκα στον τελικό και το μόνο που σκέφτηκα ήταν ότι "Για την Ελλάδα θα τρέξω και για κανέναν άλλο". Όλα για την Ελλάδα, αξίζει να κάνει κάποιος τα πάντα για αυτήν.
Πέτυχα αυτό που κανείς δεν πίστευε, πλην δύο-τριών ανθρώπων. Έλεγα στον εαυτό μου πριν τον τελικό ότι μπορώ να πάρω το χάλκινο μετάλλιο και τελικά πάλεψα και πήρα το χρυσό. Όταν ήρθα στη Βαρκελώνη, βρήκα τους Έλληνες αθλητές με πεσμένο ηθικό, ίσως από την ατυχία του Παπακώστα. Κανείς δεν μου έδωσε σημασία και αυτό με πείσμωσε τρομερά. Νομίζω ότι έκανα τη κούρσα της ζωής μου.
Στις προπονήσεις έτρεχα συχνά κοντά στο 12.70,αλλά στους αγώνες δεν μου έβγαινε η επίδοση. Ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Τώρα τι να πω, έχω τρελαθεί».
Η εννέα φορές Πανελληνιονίκης, επτά φορές Βαλκανιονίκης, τρεις φορές Μεσογειονίκης, Κορυφαία Ελληνίδα Αθλήτρια στην ψηφοφορία του ΠΣΑΤ 1990 και 1992 και Κορυφαία Αθλήτρια των Βαλκανίων το 1990, αποσύρθηκε από την ενεργό δράση τον Δεκέμβριο του 2004. Για τη προσφορά της στην Ελλάδα και εν γίνει τον αθλητισμό έχει τιμηθεί με την ύψιστη διάκριση του Χρυσού Σταυρού Τάγματος της Τιμής από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Το σημαντικότερο είναι πως άφησε μία κληρονομιά σε ολόκληρο τον ελληνικό αθλητισμό!
Παναγιώτης Ιωάννου
Αρχειακό υλικό: Αργύρης Κωστούρος
www.bnsports.gr
Σχόλια αναγνωστών