Ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης παρέχει στις ελληνικές τράπεζες o Managing Director & Global Head της G10 Foreign Exchange Strategy για την Bank of America, Αθανάσιος Βαμβακίδης, σε συνέντευξή του στο Βankingnews, χαρακτηρίζοντάς τες ένα «ένα σπουδαίο success story» - αν και δεν είναι όλα καλώς καμωμένα.
«Η κερδοφορία τους δεν είναι αυτή που πρέπει, αλλά οι προοπτικές είναι θετικές».
Όπως υποστηρίζει, τα χειρότερα έχουν παρέλθει -υπό την αίρεση ότι δεν θα υπάρξει κάποιο νέο σοκ-, με την ανάπτυξη στην Ελλάδα να παραμένει στιβαρή και το 2022 (+3,8%).
Συνεχίζοντας, αναφέρει πως τα assets στην Ελλάδα θα επηρεαστούν από την αστάθεια που θα επικρατήσει στις αγορές λόγω της άρσης των έκτακτων μέτρων στήριξης εκ μέρους τόσο των κυβερνήσεων όσο και των κεντρικών τραπεζών.
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμά ότι η Fed θα κάνει ως 10 επιτοκιακές αυξήσεις την επόμενη διετία, αρχής γενομένης από τον Μάρτιο.
Σε ό,τι αφορά την ΕΚΤ, αναφέρει πως είναι άλλη περίπτωση και πως σε αντίθεση με τις ΗΠΑ ο πληθωρισμός στην Ευρώπη είναι παροδικός.
«Ωστόσο, ακόμα και αν σταθεροποιηθεί γενικότερα κοντά στον στόχο των κεντρικών τραπεζών, η εξομάλυνση πολιτικής, θα φέρει αστάθεια στην αγορά, καθώς τα κακά νέα θα αρχίσουν να είναι και πάλι κακά νέα».
Η συνέντευξη του Managing Director & Global Head της G10 Foreign Exchange Strategy για την Bank of America, Αθανάσιου Βαμβακίδη στον Νίκο Μπαρτζελιώτη
Η ελληνική οικονομία αποδείχθηκε ανθεκτική κατά τη διάρκεια του 2021, παρά την πανδημική κρίση του κορωνοϊού. Τι θα μπορούσε να την εκτροχιάσει; Ανησυχείτε πως οι όροι χρηματοδότησής της από τις αγορές θα χειροτερέψουν; Πόσο σημαντικό είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα και μετά τη λήξη του πανδημικού προγράμματος PEPP τον Μάρτιο του 2022;
Η ελληνική οικονομία σημείωσε ρυθμούς ανάπτυξης +8,6% το 2021, έπειτα από ύφεση -7,8% το 2020, όταν ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού.
Αδιαμφισβήτητα, πρόκειται για την πιο ισχυρή ανάκαμψη στην Ευρωζώνη.
Στην Bank of America, αναμένουμε «στιβαρή» μεγέθυνση του ελληνικού ΑΕΠ και το 2022, στο ύψος του +3,8%.
Προφανώς, υπάρχει ακόμη μεγάλη αβεβαιότητα, καθώς η πανδημία δεν έχει αντιμετωπιστεί, με την παραλλαγή Omicron να αποτελεί σοβαρό κίνδυνο οικονομικής συρρίκνωσης.
Επίσης, η απότομη άνοδος στις τιμές της Ενέργειας θα ασκήσει πιέσεις στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα θα προκαλέσει μείωση στην κατανάλωση και στις επενδύσεις.
Φυσικά, δεν γίνεται να παραβλέψουμε το υφιστάμενο γεωπολιτικό ρίσκο…
Την ίδια στιγμή, οι παγκόσμιες αγορές παρουσιάζουν μεγάλη μεταβλητότητα από τις αρχές του χρόνου και αναπόφευκτα αυτή η κατάσταση θα επηρεάσει τα assets στην Ελλάδα.
Mε τις επανεπενδύσεις της ΕΚΤ να συμπεριλαμβάνουν την Ελλάδα, η κεντρική τράπεζα συνεχίζει να παρέχει στήριξη στα ελληνικά ομόλογα.
Έτσι, η Ελλάδα απολαμβάνει πλήρη πρόσβαση στις αγορές και την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Εξ αυτού του λόγου εκτιμάμε πως η πολιτική της ΕΚΤ θα παραμείνει υποστηρικτική απέναντι στη χώρα μας.
Από την άλλη, αν υπάρχει ένας λόγος ανησυχίας, αυτός έχει να κάνει με την πρόωρη εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής εκ μέρους της κεντρικής τράπεζας.
Σε ό,τι αφορα τον πληθωρισμό, συμμερίζεστε τη μάλλον αισιόδοξη άποψη πως είναι παροδικός; Διαβλέπετε δευτερογενείς επιπτώσεις από την άνοδο στους μισθούς στην Ευρώπη;
Θεωρούμε πως ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ θα είναι «επίμονος», όμως εκτιμάμε πως στην Ευρωζώνη θα αποδειχθεί παροδικός.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις μας, ο «πυρήνας πληθωρισμού» (core inflation), δηλαδή η μεταβολή του δείκτη χωρίς τις κατηγορίες της διατροφής, των ποτών, του καπνού και της ενέργειας, στις ΗΠΑ θα παραμείνει πολύ πάνω από τον στόχο καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, σε αντίθεση με την Ευρωζώνη, όπου θα παραμείνει κάτω από τον στόχο το α’ τρίμηνο του 2022.
Οι λόγοι που υπάρχει αυτή η διαφοροποίηση μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης είναι οι εξής: Πρώτον, οι ΗΠΑ έχουν υπερθερμανθεί, με αρνητικό κενό εκροών, ελλείψεις στην αγορά εργασίας και πολύ χαλαρή δημοσιονομική πολιτική.
Από την άλλη, σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη, δεν βλέπουμε πιέσεις λόγω των μισθών ή ανισορροπίες στην αγορά εργασίας, το κενό εκροών παραμένει μεγάλο, ενώ παράλληλα η δημοσιονομική πολιτική είναι λιγότερο υποστηρικτική και ενδέχεται να αυστηροποιηθεί όταν αναθεωρηθούν οι δημοσιονομικοί κανόνες εντός του έτους.
Δεύτερον, η Ευρωζώνη είναι περισσότερο εκτεθειμένη στα εν εξελίξει σοκ των εφοδιαστικών αλυσίδων, ως μια ανοικτή οικονομία και μεγάλος εισαγωγέας ενέργειας, σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, που είναι αυτάρκεις και ενεργειακά ανεξάρτητες. Κάποια από αυτά τα σοκ ενέτειναν τις πληθωριστικές πιέσεις.
Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε ότι οι δευτερογενείς επιπτώσεις δεν πρέπει να ανησυχούν ιδιαίτερα την οικονομία της Ευρωζώνης, δεδομένου του γενικά αρνητικού αντικτύπου.
Oι ελληνικές τράπεζες χτυπήθηκαν από την πανδημία. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείτε ότι αποδείχθηκαν αρκετά ανθεκτικές, δεδομένου ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει ισχυρή εξάρτηση από τον Τουρισμό, έναν τομέα ιδιαίτερα ευάλωτο στην Covid; Πόσο σας ανησυχεί η πιθανότητα να δημιουργηθεί ένα νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων;
Οι ελληνικές τράπεζες είναι ένα σπουδαίο success story, αναστήθηκαν.
Η μείωση του δείκτη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, αν μη τι άλλο, είναι εντυπωσιακή.
Φυσικά, δεν βάδισαν σε έναν δρόμο στρωμένο με ροδοπέταλα και δεν είναι όλα καλώς καμωμένα.
Ωστόσο, πριν από λίγα χρόνια κανείς δεν ανέμενε τέτοια πρόοδο.
Επιπλέον, πρέπει να αντεπεξήλθαν στο σοκ που προκάλεσε η πανδημία πολύ γρήγορα - θα έλεγα πως τα πήγαν καλύτερα από τις ξένες τράπεζες, καθώς είχαν σωρεύσει μεγάλη εμπειρία από τις «μάχες» που έδωσαν την περασμένη δεκαετία.
Σε αυτό το πλαίσιο, δεν μας ανησυχεί ιδιαίτερα η συσσώρευση νέων κόκκινων δανείων, διότι η οικονομία ανέκαμψε τάχιστα.
Επίσης, ο τομέας του Τουρισμού άντεξε στην πανδημία. Θα λέγαμε, τα πήγε καλύτερα από το αναμενόμενο -ιδιαίτερα τον περασμένο χρόνο- ενώ η οικονομία αποδείχθηκε πως δεν έχει τόσο μεγάλη εξάρτηση από αυτόν, όσο αρχικά είχε εκτιμηθεί.
Για το 2022, θεωρούμε ότι το κύμα κρουσμάτων της Omicron θα παρουσιάσει ύφεση πριν από την έναρξη της θερινής τουριστικής περιόδου.
Εφόσον λοιπόν δεν βιώσουμε νέες καταστάσεις σοκ, αναμένουμε έναν καλύτερο τουρισμό φέτος σε σύγκριση με πέρυσι.
Οι ελληνικές τράπεζες εξυγιαίνουν τους ισολογισμούς τους μειώνοντας τον δείκτη των NPEs σε μονοψήφια νούμερα. Ωστόσο, η κερδοφορία τους λόγω των μειωμένων κερδών από τόκους (NII) προκαλεί ανησυχία. Είναι απαραίτητο να αλλάξουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο;
Παρά την εντυπωσιακή πρόοδο σε ό,τι αφορά τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους, οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν βγει από τούνελ.
Πράγματι, οι τιμές των μετοχών τους παραμένουν υπό πίεση, παρά την πρόσφατη άνοδο.
Μάχονται με τη φωτιά τα τελευταία περίπου 10 χρόνια.
Ως αποτέλεσμα, η κερδοφορία τους εξακολουθεί να μην είναι αυτή που θα έπρεπε.
Ωστόσο, οι προοπτικές για τις ελληνικές τράπεζες είναι θετικές, καθώς η ελληνική οικονομία ανακάμπτει από την πανδημία.
Η δουλειά που κάνουν όλα αυτά τα χρόνια πρέπει να αρχίσει να αποδίδει.
Το πιο σημαντικό είναι οι ελληνικές τράπεζες είναι και πάλι έτοιμες να συμβάλουν στην ανάπτυξη της Ελλάδας.
Η συμμετοχή τους σε project που σχετίζονται με τα ευρωπαϊκά κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης θα συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Γενικότερα, θεωρείται πως οι τράπεζες πρέπει να δημιουργήσουν νέα προϊόντα τα οποία θα υποστηρίξουν τη μετάβασή τους σε μια νέα εποχή, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον ισχυρό ανταγωνισμό των εταιρειών fintech και των neo-banks, οι οποίες υπόσχονται γρήγορη εξυπηρέτηση και εκσυγχρονισμένη παροχή υπηρεσιών.
Πώς είναι η κατάσταση στην Ελλάδα;
Σίγουρα, η Fintech αποτελεί μια πρόκληση για όλες τις τράπεζες.
Μέχρι σε ένα σημείο πρόκειται για έναν σχεδόν αθέμιτο ανταγωνισμό, καθώς η Fintech παραμένει χωρίς ρύθμιση.
Ωστόσο, αυτή η πραγματικότητα αναμένεται να αλλάξει.
Ό,τι μοιάζει με τράπεζα θα ρυθμιστεί και θα εποπτεύεται ως τράπεζα.
Αν υποθέσουμε ότι οι τράπεζες και η Fintech μάχονται επί ίσοις όροις, δεν υπάρχει αμφιβολία, τα παραδοσιακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα εξελιχθούν και θα είναι άκρως ανταγωνιστικά και στην Ελλάδα και οπουδήποτε αλλού.
Αυτό είναι καλό πράγμα: Το σύστημα θα γίνει πιο αποτελεσματικό. Τόσο οι παραδοσιακές τράπεζες όσο και η Fintech θα εξελιχθούν, προσφέροντας εντέλει καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες στο κοινό.
Είναι όλα μέρος μιας δημιουργικής διαδικασίας καταστροφής.
Ένα από τα πράγματα στα οποία επικεντρώνεται η αγορά είναι η Fed.
Η Goldman Sachs ανέφερε ότι η Fed μπορεί πράγματι να αυξήσει τα επιτόκια τέσσερις φορές φέτος.
Εσείς τι νομίζετε;
Παρά τις εξαγγελίες για τρεις επιτοκιακές αυξήσεις το 2022, αναμένουμε ότι η Fed θα αυξήσει τα επιτόκια τέσσερις φορές φέτος, συνολικα κατά 100 μ.β., αρχής γενομένης από τον Μάρτιο.
Θα ακολουθήσουν άλλες τέσσερις αυξήσεις επιτοκίων το 2023, και μία με δύο αυξήσεις το 2024.
Συνολικά, λοιπόν, θα έχουμε περίπου εννέα με δέκα επιτοκιακές αυξήσεις σε αυτόν τον οικονομικό κύκλο.
Η αγορά προεξοφλεί τέσσερις αυξήσεις φέτος, αλλά «βλέπει» μόνο 2,5 αυξήσεις το 2023 και σχεδόν καμία το 2024.
Επίσης, διαβλέπουμε έναν κίνδυνο από το γεγονός ότι η Fed μπορεί να χρειαστεί να κάνει περισσότερα ειδικά το 2022:
Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ, στο 7% τον Δεκέμβριο, έχει «σκαρφαλώσει» στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 40 χρόνων.
Αναμένουμε ότι οι ανατιμήσεις θα μειωθούν φέτος, καθώς εξασθενούν τα βασικά αίτια που σχετίζονται με την πανδημία, αλλά θα παραμείνει περίπου στο 3% μέχρι το τέλος του έτους, ποσοστό το οποίο εξακολουθεί να είναι πολύ πάνω από τον στόχο της Fed.
Ίσως χρειάζεται η Fed να είναι πιο επιθετική πιο νωρίς σε ό,τι αφορά τον τρέχοντα κύκλο σύσφιξης.
Μπορεί επίσης να έχει νόημα η Fed να βάλει stop το QE τώρα, αντί να περιμένει μέχρι τον Μάρτιο.
Σε κάθε περίπτωση, αναμένουμε ότι θα αρχίσει να συρρικνώνει τον ισολογισμό της τον Ιούνιο ή και νωρίτερα.
Οι αγορές, συμπεριλαμβανομένου του Χρηματιστηρίου Αθηνών, συνεχίζουν σημειώνουν ρεκόρ. Αλήθεια, αυτή η άνοδος που καταγράφεται είναι δικαιολογημένη ή έχουμε εισέλθει εδώ και καιρό σε μια… περίοδο «φούσκας»;
Εάν αυτό ισχύει, πόσο «φούσκα» είναι η «φούσκα» την οποία βιώνουμε;
Θα ήθελα να αποφύγω το θέμα του αν οι αποτιμήσεις των assets είναι «φουσκωμένες».
Αντ’ αυτού, θα ήθελα να επισημάνω πως έτυχαν ισχυρής στήριξης από την ιδιαίτερα χαλαρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών, γεγονός που εγείρει προκλήσεις καθώς η κεντρική τράπεζα πρέπει τώρα να αποσύρει τη ρευστότητα που παρείχε.
Η μακροοικονομική πολιτική των μέτρων στήριξης κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης ήταν άνευ προηγουμένου.
Tόσο η νομισματική όσο και η δημοσιονομική πολιτική είχαν αποφασιστικό ρόλο, και στις χώρες του G10 και στις αναδυόμενες αγορές.
Τέτοιες πολιτικές διατήρησαν τη ζήτηση ισχυρή κατά τη χειρότερη περίοδο της πανδημίας και στήριξαν την ανάκαμψη κατά την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις συνέβαλαν σε αποτιμήσεις ρεκόρ σε ό,τι αφορά τα assets.
Η έξοδος από αυτές τις υποστηρικτικές πολιτικές, δεδομένου ότι η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει συγκεκριμένους κινδύνους που συναρτώνται με τον πληθωρισμό, θα εγείρει προκλήσεις.
Από την άλλη, η εξομάλυνση των πολιτικών δεν είναι απαραιτήτως αρνητική εξέλιξη για τις αγορές, ή γενικότερα για την οικονομία.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, δε, θα λέγαμε ότι είναι σημάδι επιτυχίας, καθώς αυτές οι πολιτικές επιτέλεσαν αυτό για αυτό το οποίο είχαν σχεδιαστεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας και στήριξαν την παγκόσμια οικονομία.
Βέβαια, σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξαν υπερβολές.
Επίσης, οι αγορές παρουσίασαν υπερβολική εξάρτηση από την «αποκαλούμενη» ως πολιτική της κεντρικής τράπεζας - ακόμα κατά την περίοδο της πανδημικής κρίσης.
Συνεπώς, αν οι κεντρικές τράπεζες κάνουν focus στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού τα επόμενα χρόνια, η στήριξη που θα παράσχουν στα assets θα είναι περιορισμένη.
Ακόμα και αν πληθωρισμός σταθεροποιηθεί κοντά στον στόχο των κεντρικών τραπεζών, η εξομάλυνση της πολιτικής θα πρέπει να προχωρήσει, στις περισσότερες περιπτώσεις, από ιστορικά εξαιρετικά χαλαρά επίπεδα. Ως εκ τούτου, εκτιμούμε ότι θα αυξηθεί η αστάθεια στην αγορά, καθώς τα «κακά νέα» θα αρχίσουν να είναι και πάλι κακά νέα.
www.bankingnews.gr
BofA στο ΒΝ: Σπουδαίο success story οι ελληνικές τράπεζες αλλά όχι τέλειο - Προσεχώς αστάθεια στις αγορές, έως 10 αυξήσεις η FED
Συνέντευξη του Managing Director & Global Head της G10 Foreign Exchange Strategy για την Bank of America, Αθανάσιου Βαμβακίδη, στο Bankingnews
Σχόλια αναγνωστών