Tο ΝΑΤΟ δεν δείχνει να έχει ξεκάθαρη στρατηγική και ομοιογένεια ενεργειών στις περιφερειακές συγκρούσεις που επηρεάζουν άμεσα την περιοχή τής Ανατολικής Μεσογείου
Μέσα στους τελευταίους 9 μήνες ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Εμμανουέλ Μακρόν, έχει δηλώσει δυο φορές ότι το ΝΑΤΟ είναι «Εγκεφαλικά Νεκρό».
Η δήλωσή του αυτή προέρχεται από το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ δεν δείχνει να έχει ξεκάθαρη στρατηγική και ομοιογένεια ενεργειών στις περιφερειακές συγκρούσεις που επηρεάζουν άμεσα την περιοχή τής Ανατολικής Μεσογείου.
Πρώτη αφορμή ήταν η Συρία, όπου η Γαλλία, οι ΗΠΑ και οι Κούρδοι είχαν έναν συνασπισμό εντός τού ΝΑΤΟ ενάντια στον ISIS, ενώ αντίθετα δρούσε η Τουρκία, η οποία διαπιστωμένα χρηματοδοτούσε και περιέθαλπε τους πολεμιστές τού ISIS και άλλων τρομοκρατικών ομάδων, έχοντας στο μυαλό της μόνο πώς θα εκδιώξει τους Κούρδους από την Βόρεια Συρία. Αυτό το γεγονός έφερε πολλές φορές τους συμμάχους σε αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Απρόσμενα, πέρσι το φθινόπωρο, ο Πρόεδρος Τραμπ, χωρίς κάποια συνεννόηση με την Γαλλία και μετά από τηλεφωνική διαβεβαίωση του Ερντογάν ότι θα αναλάβει αυτός τον ISIS, αποφάσισε την άμεση αποχώρηση των ΗΠΑ από την Συρία (εκτός από περίπου 1000 στρατιώτες που ελέγχουν κάποιες πετρελαιοπηγές).
Ήταν αυτή η στιγμή μετά την οποία ο Μακρόν δήλωνε στον Economist ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό, καθώς οι ΗΠΑ ενήργησαν χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τους συμμάχους τους, και ενόσω η Τουρκία είχε μια επιθετική πολιτική έναντι τής συμμάχου Γαλλίας, αγνοώντας τα συμφέροντα τής τελευταίας στην περιοχή.
Ως αποτέλεσμα τής αποχώρησης των ΗΠΑ, η Βόρεια Συρία ελέγχεται πια από διάφορες παραστρατιωτικές φιλοτουρκικές ομάδες και Τούρκους στρατιώτες, ενώ ο ISIS έχει επανισχυροποιηθεί. Σε απάντηση αυτής τής κατάστασης, στις αρχές Ιουνίου, η Κρατική Επιτροπή των ΗΠΑ για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες (U.S. Federal Government Commission on International Religious Freedom) κατηγόρησε ευθέως την Τουρκία για εθνοκάθαρση μέσω βίαιων μετακινήσεων πληθυσμού, βιασμών και δολοφονιών Κούρδων, Γιαζίντι και Χριστιανών, προκειμένου να φέρει κάτω από τον έλεγχό της την αντίστοιχη περιοχή τής Βόρειας Συρίας.
Εδώ διαπιστώνουμε το παράδοξο τού πολέμου διά διπλής αναθέσεως (Double Proxy War).
Ο Τραμπ ανέθεσε στην Τουρκία το ξεκαθάρισμα τής Βόρειας Συρίας, και η Τουρκία από την μεριά της χρησιμοποίησε Συριακές παραστρατιωτικές ομάδες υπό την επίβλεψη τού τουρκικού στρατού στην περιοχή - και όταν η πρόσβαση στην Βόρεια Συρία έγινε σχετικά ασφαλής, πραγματοποίησε κανονική εισβολή.
Έχοντας το πράσινο φως από τον Τραμπ, η Τουρκία επανέλαβε την ίδια στρατηγική και στην Λιβύη, όπου έστειλε 11.000 Σύριους μισθοφόρους με επίβλεψη Τούρκων αξιωματικών (με το Κατάρ να πληρώνει όλα τα σχετικά έξοδα) και τώρα ετοιμάζεται να εγκαταστήσει δύο στρατιωτικές βάσεις στην χώρα αυτή.
Αναπόφευκτα, η Τουρκία ξαναβρέθηκε στην αντίπερα όχθη συμφερόντων με την Γαλλία. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα δοκιμασίας στην σχέση των δυο χωρών, ήταν ο προ δεκαημέρου επιθετικός εγκλωβισμός Γαλλικής κορβέτας από ραντάρ Τουρκικών πλοίων, τα οποία συνοδεύαν ένα εμπορικό πλοίο, ύποπτο για μεταφορά οπλών στην Λιβύη.
Η Γαλλία καταδίκασε το γεγονός και το έφερε στην συνεδρίαση τού ΝΑΤΟ στα μέσα Ιουνίου.
Παραδόξως, δεν προέκυψε ξεκάθαρη καταδίκη τής Τουρκίας, παρά μόνο ανάθεση σε επιτροπή τού ΝΑΤΟ να διερευνήσει το επεισόδιο.
Εντύπωση επίσης έκανε το γεγονός ότι, με βάση την δήλωση της Υπουργού Αμύνης της Γαλλίας, μόνο 8 από τις 30 χώρες του ΝΑΤΟ υποστηρίξαν ξεκάθαρα την Γαλλία, ενώ οι υπόλοιπες δεν πήραν θέση.
Ήταν αυτός ο λόγος που ανάγκασε τον Μακρόν να επαναλάβει ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό, και ότι θα πρέπει να παρθούν αποφάσεις σε σχέση και με το ρόλο τής Τουρκίας στην περιοχή.
Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να εντοπίσουμε ποιες μπορεί να ήταν οι 8 χώρες που υποστηρίξαν την Γαλλία στην συνεδρίαση του ΝΑΤΟ.
Θεωρούμε δεδομένη την Ελλάδα, τις Γαλλόφωνες Βέλγιο και Λουξεμβούργο, επίσης τον Καναδά λόγω τού ισχυρού γαλλικού στοιχείου. Πολύ πιθανόν να ήταν υπέρ της Γαλλίας και οι βαλτικές χώρες Λιθουανία, Λεττονία και Εσθονία, λόγω τού βέτο που έχει ασκήσει η Τουρκία στην αμυντική επέκταση του ΝΑΤΟ στις χώρες αυτές. Αποκλείουμε τις ΗΠΑ, γιατί τότε θα είχαν ακολουθήσει σχεδόν όλες οι χώρες.
Αποκλείουμε τις χώρες τού Βισεγράντ (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία) γιατί πάντα τηρούν φιλότουρκη στάση. Μάλιστα, μόλις πριν μια εβδομάδα, εκδήλωσαν την σαφή στήριξή τους στην Τουρκία σε βιντεο-συνάντηση που είχαν οι υπουργοί εξωτερικών των τεσσάρων χωρών με την Τουρκία.
Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Βουλγαρία είναι επίσης γνωστές για την τουρκική επιρροή που ασκείται σ’αυτές. Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία, έχουν δείξει ότι είναι στην ίδια πλευρά με την Τουρκία στην Λιβύη ή στην καλύτερη περίπτωση είναι ουδέτερες έως σήμερα. Το ζητούμενο είναι αν, από τις υπόλοιπες 12 χώρες τού ΝΑΤΟ, ήταν η Γερμανία η όγδοη χώρα που στήριξε τις Γαλλικές θέσεις.
Αυτό είναι σημαντικό, γιατί μετά και την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, υπάρχει από την Γαλλία και την Γερμανία μια ξεκάθαρη στρατηγική να προχωρήσουν σε συμφωνία άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ. Η Γαλλία, όντας η μόνη πυρηνική δύναμη στην ΕΕ (χώρες όπως η Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία έχουν πυρηνικά όπλα τού ΝΑΤΟ, δηλαδή των ΗΠΑ) προσπαθεί να αναλάβει τον αμυντικό βραχίονα της ΕΕ με την αποδοχή τής Γερμανίας, ενώ η ίδια θα αποδεχθεί ότι η Γερμανία θα αναλάβει τον οικονομικό.
Παρότι η Γερμανία έχει αποδεχθεί την αμυντική ενίσχυση τής ΕΕ, δεν είναι ακόμα έτοιμη να αποδεχθεί την αντικατάσταση τού ΝΑΤΟ από κάποιο μηχανισμό της ΕΕ.
Βέβαια, η πολιτική τού Τραμπ επιταχύνει όλες αυτές τις διεργασίες, αφού έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα ακόμα και για αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ (όπως αναφέρει ο πρώην σύμβουλός του για θέματα ασφάλειας Μπόλτον στο βιβλίο του), αλλά και με την πρόσφατη πρότασή του για αποχώρηση τού 50% των στρατιωτών των ΗΠΑ από την Γερμανία – και, γιατί όχι, και των πυρηνικών όπλων τού ΝΑΤΟ από αυτήν την χώρα.
Μπροστά σε όλες τις παραπάνω εξελίξεις, η Γαλλία είναι σε αναμονή των Αμερικανικών εκλογών τού Νοεμβρίου, προκειμένου να πάρει τις επόμενες αποφάσεις της.
Αν εκλεγεί ο Τραμπ και συνεχίσει την ίδια πολιτική, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ στην ουσία έχουν αναθέσει στην Τουρκία τον έλεγχο τής Ανατολικής Μεσογείου, τότε μια αποχώρηση τής Γαλλίας από το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να αποκλειστεί. {Κατά σύμπτωση, δυο μόνο χώρες έχουν αποχωρήσει και επανέλθει στο ΝΑΤΟ από την ίδρυσή του: η Γαλλία και η Ελλάδα.
Ο Ντε Γκωλ απέσυρε την Γαλλία το 1966 από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ λόγω διαφωνιών με τις ΗΠΑ σε σχέση με την διαχείριση των πυρηνικών όπλων τής Γαλλιας. Η Γαλλία επανήλθε το 2009.
Η Ελλάδα αποχώρησε κι εκείνη από το στρατιωτικό σκέλος τού ΝΑΤΟ το 1974, λόγω τής εισβολής τής Τουρκίας στην Κύπρο, και επανήλθε το 1980.}
Αν όμως αναλάβει ο Μπάιντεν με τους Δημοκρατικούς, οι οποίοι ξεκάθαρα πιστεύουν στην Στρατηγική Συνεργασία με την Ευρώπη και θα προσπαθήσουν να επουλώσουν τις πληγές των τελευταίων χρόνων, η Δύση και η Τουρκία θα καταλήξουν να έχουν μια πιο ειλικρινή σχέση για τους ρόλους και τις ευθύνες κάθε χώρας, και προφανώς το περιβάλλον θα είναι πιο ευνοϊκό για τα συμφέροντα της Ελλάδος. Στο μεταξύ, έχοντας αντιληφθεί το κενό εξουσίας στην περιοχή από τις ΗΠΑ, η Τουρκία προσπαθεί να παγιώσει τετελεσμένα αποτελέσματα, ώστε ακόμα και αν δεν εκλεγεί ο Τραμπ, να έχει ισχυρή διαπραγματευτική θέση.
Μόνο η Γαλλία δείχνει να αντιστέκεται σε αυτήν την στρατηγική τής Τουρκίας έως τώρα. Οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι και η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση σε σχέση με την επιθετικότητα της Τουρκίας.
Γιωργος Κοφινακος
Διευθύνων Σύμβουλος
StormHarbour London, UK
Επισκέπτης Καθηγητής
Rutgers Graduate School of Management New Jersey, USA
www.bankingnews.gr
Η δήλωσή του αυτή προέρχεται από το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ δεν δείχνει να έχει ξεκάθαρη στρατηγική και ομοιογένεια ενεργειών στις περιφερειακές συγκρούσεις που επηρεάζουν άμεσα την περιοχή τής Ανατολικής Μεσογείου.
Πρώτη αφορμή ήταν η Συρία, όπου η Γαλλία, οι ΗΠΑ και οι Κούρδοι είχαν έναν συνασπισμό εντός τού ΝΑΤΟ ενάντια στον ISIS, ενώ αντίθετα δρούσε η Τουρκία, η οποία διαπιστωμένα χρηματοδοτούσε και περιέθαλπε τους πολεμιστές τού ISIS και άλλων τρομοκρατικών ομάδων, έχοντας στο μυαλό της μόνο πώς θα εκδιώξει τους Κούρδους από την Βόρεια Συρία. Αυτό το γεγονός έφερε πολλές φορές τους συμμάχους σε αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Απρόσμενα, πέρσι το φθινόπωρο, ο Πρόεδρος Τραμπ, χωρίς κάποια συνεννόηση με την Γαλλία και μετά από τηλεφωνική διαβεβαίωση του Ερντογάν ότι θα αναλάβει αυτός τον ISIS, αποφάσισε την άμεση αποχώρηση των ΗΠΑ από την Συρία (εκτός από περίπου 1000 στρατιώτες που ελέγχουν κάποιες πετρελαιοπηγές).
Ήταν αυτή η στιγμή μετά την οποία ο Μακρόν δήλωνε στον Economist ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό, καθώς οι ΗΠΑ ενήργησαν χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τους συμμάχους τους, και ενόσω η Τουρκία είχε μια επιθετική πολιτική έναντι τής συμμάχου Γαλλίας, αγνοώντας τα συμφέροντα τής τελευταίας στην περιοχή.
Ως αποτέλεσμα τής αποχώρησης των ΗΠΑ, η Βόρεια Συρία ελέγχεται πια από διάφορες παραστρατιωτικές φιλοτουρκικές ομάδες και Τούρκους στρατιώτες, ενώ ο ISIS έχει επανισχυροποιηθεί. Σε απάντηση αυτής τής κατάστασης, στις αρχές Ιουνίου, η Κρατική Επιτροπή των ΗΠΑ για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες (U.S. Federal Government Commission on International Religious Freedom) κατηγόρησε ευθέως την Τουρκία για εθνοκάθαρση μέσω βίαιων μετακινήσεων πληθυσμού, βιασμών και δολοφονιών Κούρδων, Γιαζίντι και Χριστιανών, προκειμένου να φέρει κάτω από τον έλεγχό της την αντίστοιχη περιοχή τής Βόρειας Συρίας.
Εδώ διαπιστώνουμε το παράδοξο τού πολέμου διά διπλής αναθέσεως (Double Proxy War).
Ο Τραμπ ανέθεσε στην Τουρκία το ξεκαθάρισμα τής Βόρειας Συρίας, και η Τουρκία από την μεριά της χρησιμοποίησε Συριακές παραστρατιωτικές ομάδες υπό την επίβλεψη τού τουρκικού στρατού στην περιοχή - και όταν η πρόσβαση στην Βόρεια Συρία έγινε σχετικά ασφαλής, πραγματοποίησε κανονική εισβολή.
Έχοντας το πράσινο φως από τον Τραμπ, η Τουρκία επανέλαβε την ίδια στρατηγική και στην Λιβύη, όπου έστειλε 11.000 Σύριους μισθοφόρους με επίβλεψη Τούρκων αξιωματικών (με το Κατάρ να πληρώνει όλα τα σχετικά έξοδα) και τώρα ετοιμάζεται να εγκαταστήσει δύο στρατιωτικές βάσεις στην χώρα αυτή.
Αναπόφευκτα, η Τουρκία ξαναβρέθηκε στην αντίπερα όχθη συμφερόντων με την Γαλλία. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα δοκιμασίας στην σχέση των δυο χωρών, ήταν ο προ δεκαημέρου επιθετικός εγκλωβισμός Γαλλικής κορβέτας από ραντάρ Τουρκικών πλοίων, τα οποία συνοδεύαν ένα εμπορικό πλοίο, ύποπτο για μεταφορά οπλών στην Λιβύη.
Η Γαλλία καταδίκασε το γεγονός και το έφερε στην συνεδρίαση τού ΝΑΤΟ στα μέσα Ιουνίου.
Παραδόξως, δεν προέκυψε ξεκάθαρη καταδίκη τής Τουρκίας, παρά μόνο ανάθεση σε επιτροπή τού ΝΑΤΟ να διερευνήσει το επεισόδιο.
Εντύπωση επίσης έκανε το γεγονός ότι, με βάση την δήλωση της Υπουργού Αμύνης της Γαλλίας, μόνο 8 από τις 30 χώρες του ΝΑΤΟ υποστηρίξαν ξεκάθαρα την Γαλλία, ενώ οι υπόλοιπες δεν πήραν θέση.
Ήταν αυτός ο λόγος που ανάγκασε τον Μακρόν να επαναλάβει ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό, και ότι θα πρέπει να παρθούν αποφάσεις σε σχέση και με το ρόλο τής Τουρκίας στην περιοχή.
Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να εντοπίσουμε ποιες μπορεί να ήταν οι 8 χώρες που υποστηρίξαν την Γαλλία στην συνεδρίαση του ΝΑΤΟ.
Θεωρούμε δεδομένη την Ελλάδα, τις Γαλλόφωνες Βέλγιο και Λουξεμβούργο, επίσης τον Καναδά λόγω τού ισχυρού γαλλικού στοιχείου. Πολύ πιθανόν να ήταν υπέρ της Γαλλίας και οι βαλτικές χώρες Λιθουανία, Λεττονία και Εσθονία, λόγω τού βέτο που έχει ασκήσει η Τουρκία στην αμυντική επέκταση του ΝΑΤΟ στις χώρες αυτές. Αποκλείουμε τις ΗΠΑ, γιατί τότε θα είχαν ακολουθήσει σχεδόν όλες οι χώρες.
Αποκλείουμε τις χώρες τού Βισεγράντ (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία) γιατί πάντα τηρούν φιλότουρκη στάση. Μάλιστα, μόλις πριν μια εβδομάδα, εκδήλωσαν την σαφή στήριξή τους στην Τουρκία σε βιντεο-συνάντηση που είχαν οι υπουργοί εξωτερικών των τεσσάρων χωρών με την Τουρκία.
Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Βουλγαρία είναι επίσης γνωστές για την τουρκική επιρροή που ασκείται σ’αυτές. Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία, έχουν δείξει ότι είναι στην ίδια πλευρά με την Τουρκία στην Λιβύη ή στην καλύτερη περίπτωση είναι ουδέτερες έως σήμερα. Το ζητούμενο είναι αν, από τις υπόλοιπες 12 χώρες τού ΝΑΤΟ, ήταν η Γερμανία η όγδοη χώρα που στήριξε τις Γαλλικές θέσεις.
Αυτό είναι σημαντικό, γιατί μετά και την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, υπάρχει από την Γαλλία και την Γερμανία μια ξεκάθαρη στρατηγική να προχωρήσουν σε συμφωνία άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ. Η Γαλλία, όντας η μόνη πυρηνική δύναμη στην ΕΕ (χώρες όπως η Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία έχουν πυρηνικά όπλα τού ΝΑΤΟ, δηλαδή των ΗΠΑ) προσπαθεί να αναλάβει τον αμυντικό βραχίονα της ΕΕ με την αποδοχή τής Γερμανίας, ενώ η ίδια θα αποδεχθεί ότι η Γερμανία θα αναλάβει τον οικονομικό.
Παρότι η Γερμανία έχει αποδεχθεί την αμυντική ενίσχυση τής ΕΕ, δεν είναι ακόμα έτοιμη να αποδεχθεί την αντικατάσταση τού ΝΑΤΟ από κάποιο μηχανισμό της ΕΕ.
Βέβαια, η πολιτική τού Τραμπ επιταχύνει όλες αυτές τις διεργασίες, αφού έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα ακόμα και για αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ (όπως αναφέρει ο πρώην σύμβουλός του για θέματα ασφάλειας Μπόλτον στο βιβλίο του), αλλά και με την πρόσφατη πρότασή του για αποχώρηση τού 50% των στρατιωτών των ΗΠΑ από την Γερμανία – και, γιατί όχι, και των πυρηνικών όπλων τού ΝΑΤΟ από αυτήν την χώρα.
Μπροστά σε όλες τις παραπάνω εξελίξεις, η Γαλλία είναι σε αναμονή των Αμερικανικών εκλογών τού Νοεμβρίου, προκειμένου να πάρει τις επόμενες αποφάσεις της.
Αν εκλεγεί ο Τραμπ και συνεχίσει την ίδια πολιτική, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ στην ουσία έχουν αναθέσει στην Τουρκία τον έλεγχο τής Ανατολικής Μεσογείου, τότε μια αποχώρηση τής Γαλλίας από το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να αποκλειστεί. {Κατά σύμπτωση, δυο μόνο χώρες έχουν αποχωρήσει και επανέλθει στο ΝΑΤΟ από την ίδρυσή του: η Γαλλία και η Ελλάδα.
Ο Ντε Γκωλ απέσυρε την Γαλλία το 1966 από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ λόγω διαφωνιών με τις ΗΠΑ σε σχέση με την διαχείριση των πυρηνικών όπλων τής Γαλλιας. Η Γαλλία επανήλθε το 2009.
Η Ελλάδα αποχώρησε κι εκείνη από το στρατιωτικό σκέλος τού ΝΑΤΟ το 1974, λόγω τής εισβολής τής Τουρκίας στην Κύπρο, και επανήλθε το 1980.}
Αν όμως αναλάβει ο Μπάιντεν με τους Δημοκρατικούς, οι οποίοι ξεκάθαρα πιστεύουν στην Στρατηγική Συνεργασία με την Ευρώπη και θα προσπαθήσουν να επουλώσουν τις πληγές των τελευταίων χρόνων, η Δύση και η Τουρκία θα καταλήξουν να έχουν μια πιο ειλικρινή σχέση για τους ρόλους και τις ευθύνες κάθε χώρας, και προφανώς το περιβάλλον θα είναι πιο ευνοϊκό για τα συμφέροντα της Ελλάδος. Στο μεταξύ, έχοντας αντιληφθεί το κενό εξουσίας στην περιοχή από τις ΗΠΑ, η Τουρκία προσπαθεί να παγιώσει τετελεσμένα αποτελέσματα, ώστε ακόμα και αν δεν εκλεγεί ο Τραμπ, να έχει ισχυρή διαπραγματευτική θέση.
Μόνο η Γαλλία δείχνει να αντιστέκεται σε αυτήν την στρατηγική τής Τουρκίας έως τώρα. Οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι και η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση σε σχέση με την επιθετικότητα της Τουρκίας.
Γιωργος Κοφινακος
Διευθύνων Σύμβουλος
StormHarbour London, UK
Επισκέπτης Καθηγητής
Rutgers Graduate School of Management New Jersey, USA
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών