γράφει : Χρήστος Σωτηρακόπουλος
Κάποιοι θα ισχυριστούν πως το κομβικό σημείο για την καριέρα του Ρομπέρτο Μπάτζιο ήταν εκείνο το άγγιγμα της μπάλας που την έστειλε πάνω από τα δοκάρια του Ταφαρέλ, σφραγίζοντας την τύχη του τελικού στο Παγκόσμιο Κύπελλο των Ηνωμένων Πολιτειών. Το ημερολόγιο έδειχνε 17 Ιουλίου 1994.
Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος
Εκείνα τα λίγα βήματα πριν φτάσει στην μπάλα, εκτελώντας το τελευταίο πέναλτι που θα μπορούσε να κρατήσει την Ιταλία στο παιχνίδι, έγιναν διαφημιστικό σποτ, ωστόσο η πικρή αλήθεια είναι ότι ποτέ άλλοτε κάποιος ποδοσφαιριστής δεν αισθανόταν τόσο μόνος σε μία τόσο μικρή διαδρομή! Αυτό που λησμονούν οι περισσότεροι, είναι πως και να είχε σκοράρει, η Βραζιλία είχε ένα ακόμα χτύπημα που θα της έδινε το τρόπαιο και μάλιστα με την εγγύηση των ποδιών του Ρομάριο ως εκτελεστή. Μπροστά όμως σε ένα κοινό μισού δισεκατομμυρίου θεατών που παρακολουθούσε το παιχνίδι, οι μοίρες διάλεξαν αυτόν για να του ρίξουν δίχτυα και μονομιάς οι πολλοί ξεχάσανε πως δίχως τη δική του ηγετική παρουσία η Ιταλία θα είχε αποκλειστεί από τους 16 ακόμα κόντρα στη Νιγηρία, ή από τον προημιτελικό με την Ισπανία.
Σε όλες αυτές τις φορές, το αεροπλάνο της αποστολής θαρρείς πως είχε βάλει μπροστά τις μηχανές και περιμένει τους ποδοσφαιριστές να επιβιβαστούν, με την Ιταλία σχεδόν αποκλεισμένη. Και ο Μπάτζιο πεισματικά σκόραρε κρίσιμα γκολ στο τέλος των αγώνων και χάριζε προκρίσεις. Και έλεγε σβήστε τις μηχανές δεν πάμε πουθενά! Στον ημιτελικό με την Βουλγαρία, τον οποίο έκρινε με δικές του προσωπικές προσπάθειες η αίσθηση ήταν πως η μοίρα είχε αποφασίσει να είναι το «δικό» του Παγκόσμιο κύπελλο!
Ποιος όμως γράφει το σενάριο της ζωής ώστε να αξίζει μία τόσο δύσκολη και επίπονη περιπέτεια ένας άνθρωπος που παραλίγο να χαρίσει το παγκόσμιο κύπελλο στη χώρα του και στο τέλος να μοιάζει και μοιραίος; Τα σπορ έχουν αυτή την καρμική επιρροή και πολλές φορές δεν παίρνει ο ήρωας το φινάλε που θα άξιζε.
Με τον Μπάτζιο συναντήθηκα ξανά το 2002 σε μια μεγάλη εκδήλωση στο Μόντε Κάρλο και τον ρώτησα για εκείνη την πολύ ζεστή μέρα στο Λος Άντζελες. Του θύμισα την συνέντευξη μας μια δεκαετία πίσω το 1993 στο Hilton της Αθήνας και με ξάφνιασε που θυμόταν το γεγονός πως ενώ ήταν με τη Γιουβέντους στην Ελλάδα, το είχε κανονίσει ως ραντεβού η εταιρεία Diadora και ο αείμνηστος Άρης Φόρνης που είχε στην Ελλάδα την αντιπροσωπεία της φίρμας που έντυνε την εθνική Ιταλίας. Μάλιστα του είχαμε κάνει δώρο μια συλλεκτική φόρμα!
«Είχαμε ένα μικρό πρόβλημα, με δεδομένο πως Γιουβέντους είχε συμφωνία με άλλη εταιρία, αλλά μεσολάβησε θυμάμαι ο προπονητής, ο Τζιοβάνι Τραπατόνι και δεν υπήρξε ζήτημα» θυμήθηκε και γέλασε. Τον ρώτησα λοιπόν για το πόσο εκείνο το πέναλτι καθορίζει ολόκληρη την καριέρα του και η απάντηση του ήταν υπέροχη: «Δεν έχω την παραμικρή αίσθηση πως μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Δεν λυπάμαι, δεν μετανιώνω έτσι είναι η ζωή ενός αθλητή. Ήμουν πολύ κουρασμένος και είχα ένα πρόβλημα τραυματισμού από τον ημιτελικό με την Βουλγαρία και οι γιατροί έλεγαν στον Αρίγκο Σάκι να μη με χρησιμοποιήσει. Δεν υπήρχε όμως περίπτωση να χάσω την ευκαιρία να παίξω στον τελικό του Μουντιάλ, ακόμα και με ένα πόδι!» ήταν τα λόγια του. «Θα ήταν υπέροχο να έχουμε πάρει τον τίτλο, αλλά δεν μπορώ να πω ότι η καριέρα μου με αφήσει παραπονεμένο. Όταν ξεκινούσα το ποδόσφαιρο, στα 15 μου χρόνια με την Βιτσέντζα ονειρευόμουν κάποια πράγματα και σχεδόν όλα τα πέτυχα. Είναι σημαντικό να μη μετανιώνεις για ότι έγινε, και εγώ χαίρομαι που έζησα αυτές τις στιγμές και έδινα τα πάντα μέσα στο γήπεδο». Και εκεί αναφέρθηκε σε αυτόν που θεωρεί τον κορυφαίο όλων, τον Μαραντόνα. «Μόνο ο Ντιέγκο μπορούσε να κερδίζει Μουντιάλ μόνος του, κανείς άλλος. Συνεπώς δεν έχασα εγώ τον τίτλο όλοι μας τον αφήσαμε να μας ξεφύγει!»
Όλες οι συνεντεύξεις που μου έδωσε, τόσο το 1993, όσο και το 2002, υπάρχουν μέσα στο βιβλίο μου το #FootballTalk που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2019 από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΠΟΣ.
Περισσότερο όμως από οποιαδήποτε ποδοσφαιρική του επιλογή, μια του 1988, εποχή που αγωνιζόταν στην Φιορεντίνα υπό τις οδηγίες ενός χαρισματικού προπονητή, όπως ο Σουηδός Σβεν Γκόραν Έρικσον, έμελλε να καθορίσει τη ζωή του. Ασπάστηκε τον βουδισμό και άλλαξε πλήρως φιλοσοφία! «Όποιος πιστεύει στον Βουδισμό προσπαθεί να φέρει την ατομική του ζωή σε μία αρμονία με την γενικότερη παρουσία του σύμπαντος και αυτή η εσωτερική αλλαγή ουσιαστικά φέρνει και έναν επαναπροσδιορισμό στην ύπαρξη μας. Αυτό το επέλεξα συνειδητά και είμαι γεμάτος θετική ενέργεια και σκέψη...», ήταν η απάντηση του στην ερώτηση μου, μόνο που αυτά τα λόγια δεν μεταδόθηκαν ποτέ προς μεγάλη μου έκπληξη, στη συνέντευξη εκείνη στο δελτίο ειδήσεων του MEGA τον Οκτώβριο του 1993… Και αυτό για μένα καθόριζε τον άνθρωπο περισσότερο από τον ποδοσφαιριστή!
Εκείνα τα λίγα βήματα πριν φτάσει στην μπάλα, εκτελώντας το τελευταίο πέναλτι που θα μπορούσε να κρατήσει την Ιταλία στο παιχνίδι, έγιναν διαφημιστικό σποτ, ωστόσο η πικρή αλήθεια είναι ότι ποτέ άλλοτε κάποιος ποδοσφαιριστής δεν αισθανόταν τόσο μόνος σε μία τόσο μικρή διαδρομή! Αυτό που λησμονούν οι περισσότεροι, είναι πως και να είχε σκοράρει, η Βραζιλία είχε ένα ακόμα χτύπημα που θα της έδινε το τρόπαιο και μάλιστα με την εγγύηση των ποδιών του Ρομάριο ως εκτελεστή. Μπροστά όμως σε ένα κοινό μισού δισεκατομμυρίου θεατών που παρακολουθούσε το παιχνίδι, οι μοίρες διάλεξαν αυτόν για να του ρίξουν δίχτυα και μονομιάς οι πολλοί ξεχάσανε πως δίχως τη δική του ηγετική παρουσία η Ιταλία θα είχε αποκλειστεί από τους 16 ακόμα κόντρα στη Νιγηρία, ή από τον προημιτελικό με την Ισπανία.
Σε όλες αυτές τις φορές, το αεροπλάνο της αποστολής θαρρείς πως είχε βάλει μπροστά τις μηχανές και περιμένει τους ποδοσφαιριστές να επιβιβαστούν, με την Ιταλία σχεδόν αποκλεισμένη. Και ο Μπάτζιο πεισματικά σκόραρε κρίσιμα γκολ στο τέλος των αγώνων και χάριζε προκρίσεις. Και έλεγε σβήστε τις μηχανές δεν πάμε πουθενά! Στον ημιτελικό με την Βουλγαρία, τον οποίο έκρινε με δικές του προσωπικές προσπάθειες η αίσθηση ήταν πως η μοίρα είχε αποφασίσει να είναι το «δικό» του Παγκόσμιο κύπελλο!
Ποιος όμως γράφει το σενάριο της ζωής ώστε να αξίζει μία τόσο δύσκολη και επίπονη περιπέτεια ένας άνθρωπος που παραλίγο να χαρίσει το παγκόσμιο κύπελλο στη χώρα του και στο τέλος να μοιάζει και μοιραίος; Τα σπορ έχουν αυτή την καρμική επιρροή και πολλές φορές δεν παίρνει ο ήρωας το φινάλε που θα άξιζε.
Με τον Μπάτζιο συναντήθηκα ξανά το 2002 σε μια μεγάλη εκδήλωση στο Μόντε Κάρλο και τον ρώτησα για εκείνη την πολύ ζεστή μέρα στο Λος Άντζελες. Του θύμισα την συνέντευξη μας μια δεκαετία πίσω το 1993 στο Hilton της Αθήνας και με ξάφνιασε που θυμόταν το γεγονός πως ενώ ήταν με τη Γιουβέντους στην Ελλάδα, το είχε κανονίσει ως ραντεβού η εταιρεία Diadora και ο αείμνηστος Άρης Φόρνης που είχε στην Ελλάδα την αντιπροσωπεία της φίρμας που έντυνε την εθνική Ιταλίας. Μάλιστα του είχαμε κάνει δώρο μια συλλεκτική φόρμα!
«Είχαμε ένα μικρό πρόβλημα, με δεδομένο πως Γιουβέντους είχε συμφωνία με άλλη εταιρία, αλλά μεσολάβησε θυμάμαι ο προπονητής, ο Τζιοβάνι Τραπατόνι και δεν υπήρξε ζήτημα» θυμήθηκε και γέλασε. Τον ρώτησα λοιπόν για το πόσο εκείνο το πέναλτι καθορίζει ολόκληρη την καριέρα του και η απάντηση του ήταν υπέροχη: «Δεν έχω την παραμικρή αίσθηση πως μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Δεν λυπάμαι, δεν μετανιώνω έτσι είναι η ζωή ενός αθλητή. Ήμουν πολύ κουρασμένος και είχα ένα πρόβλημα τραυματισμού από τον ημιτελικό με την Βουλγαρία και οι γιατροί έλεγαν στον Αρίγκο Σάκι να μη με χρησιμοποιήσει. Δεν υπήρχε όμως περίπτωση να χάσω την ευκαιρία να παίξω στον τελικό του Μουντιάλ, ακόμα και με ένα πόδι!» ήταν τα λόγια του. «Θα ήταν υπέροχο να έχουμε πάρει τον τίτλο, αλλά δεν μπορώ να πω ότι η καριέρα μου με αφήσει παραπονεμένο. Όταν ξεκινούσα το ποδόσφαιρο, στα 15 μου χρόνια με την Βιτσέντζα ονειρευόμουν κάποια πράγματα και σχεδόν όλα τα πέτυχα. Είναι σημαντικό να μη μετανιώνεις για ότι έγινε, και εγώ χαίρομαι που έζησα αυτές τις στιγμές και έδινα τα πάντα μέσα στο γήπεδο». Και εκεί αναφέρθηκε σε αυτόν που θεωρεί τον κορυφαίο όλων, τον Μαραντόνα. «Μόνο ο Ντιέγκο μπορούσε να κερδίζει Μουντιάλ μόνος του, κανείς άλλος. Συνεπώς δεν έχασα εγώ τον τίτλο όλοι μας τον αφήσαμε να μας ξεφύγει!»
Όλες οι συνεντεύξεις που μου έδωσε, τόσο το 1993, όσο και το 2002, υπάρχουν μέσα στο βιβλίο μου το #FootballTalk που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2019 από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΠΟΣ.
Περισσότερο όμως από οποιαδήποτε ποδοσφαιρική του επιλογή, μια του 1988, εποχή που αγωνιζόταν στην Φιορεντίνα υπό τις οδηγίες ενός χαρισματικού προπονητή, όπως ο Σουηδός Σβεν Γκόραν Έρικσον, έμελλε να καθορίσει τη ζωή του. Ασπάστηκε τον βουδισμό και άλλαξε πλήρως φιλοσοφία! «Όποιος πιστεύει στον Βουδισμό προσπαθεί να φέρει την ατομική του ζωή σε μία αρμονία με την γενικότερη παρουσία του σύμπαντος και αυτή η εσωτερική αλλαγή ουσιαστικά φέρνει και έναν επαναπροσδιορισμό στην ύπαρξη μας. Αυτό το επέλεξα συνειδητά και είμαι γεμάτος θετική ενέργεια και σκέψη...», ήταν η απάντηση του στην ερώτηση μου, μόνο που αυτά τα λόγια δεν μεταδόθηκαν ποτέ προς μεγάλη μου έκπληξη, στη συνέντευξη εκείνη στο δελτίο ειδήσεων του MEGA τον Οκτώβριο του 1993… Και αυτό για μένα καθόριζε τον άνθρωπο περισσότερο από τον ποδοσφαιριστή!
Σχόλια αναγνωστών