Η Bundesbank μπορεί να χρειαστεί ανακεφαλαιοποίηση για να καλύψει ζημίες από την αγορά ομολόγων, αποκαλύπτουν οι Financial Times
Η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας Bundesbank μπορεί να χρειαστεί πρόγραμμα διάσωσης για να καλύψει τις ζημιές που προκύπτουν από το σχέδιο αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με το ομοσπονδιακό ελεγκτικό γραφείο της Γερμανίας, όπως αποκαλύπτουν οι Financial Times.
«Οι πιθανές απώλειες της Bundesbank είναι σημαντικές και θα απαιτήσουν ανακεφαλαιοποίηση της [τράπεζας] με δημόσια κεφάλαια», ανέφερε η έκθεση του γραφείου ελέγχου, η Bundesrechnungshof.
Η αγορά τεράστιων ποσών ομολόγων για τη μείωση του κόστους δανεισμού, γνωστή ως ποσοτική χαλάρωση, αποτελεί εδώ και καιρό φλέγον ζήτημα στη Γερμανία.
Η Bundesbank τάχθηκε εναντίον της το 2015, όταν η κεντρική τράπεζα της ευρωζώνης ξεκίνησε την αγορά ομολόγων, ωστόσο υπερψηφίστηκε από τα άλλα μέλη της ΕΚΤ.
Σε αυτό το πλαίσιο, το πόρισμα του γραφείου ελέγχου είναι πιθανό να καταστήσει πιο δύσκολη την επανάληψη της πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης, συν το ότι πολλοί οικονομολόγοι κατηγορούν το QE για την υποκίνηση κυμάτων έντονων πληθωριστικών πιέσεων που πνίγουν την οικονομική δραστηριότητα.
Τον Μάρτιο, η γερμανική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε ότι είχε δεχτεί χτύπημα 1 δισ. ευρώ από τα ομόλογα που έχει στον ισολογισμό της, λόγω του αντίκτυπου των υψηλών επιτοκίων. Προειδοποίησε επίσης ότι μελλοντικές απώλειες θα εξαφάνιζαν τα «μαξιλάρια ασφαλείας» της, αν και αρνήθηκε ότι θα χρειαστεί κρατική διάσωση.
Η γερμανική κεντρική τράπεζα αγόρασε 666 δισ. ευρώ κρατικών γερμανικών ομολόγων, στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Όπως είχε προειδοποιήσει τον Μάρτιο, οι απώλειες που θα καταγράψει στο μέλλον πιθανότατα θα είναι μεγαλύτερες από τα 19,2 δισ. ευρώ προβλέψεων που έχει στην άκρη και τα 2,5 δισ. ευρώ κεφαλαίων.
Ωστόσο, η κεντρική τράπεζα έχει αποθέματα 170 δισ. ευρώ σε χρυσό και σε συνάλλαγμα.
Εκπρόσωπος της Bundesbank είπε ότι ο ισολογισμός της ήταν «καλός ακόμη και σε περίπτωση μεταφοράς ζημιών» επειδή είχε «σημαντικό ποσό καθαρών ιδίων κεφαλαίων».
Ωστόσο, τα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας θα συνεχίσουν να πλήττονται, καθώς η τράπεζα έχει σταματήσει να πληρώνει μερίσματα στην κυβέρνηση, στερώντας το Βερολίνο την τελευταία δεκαετία από μια ροή εισοδήματος ύψους 22 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η τράπεζα είπε ότι τα μερίσματα δεν αναμένεται να επαναληφθούν για «μεγάλη χρονική περίοδο».
Σε ανακοίνωσή του, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών είπε ότι είχε «διαφορετικές εκτιμήσεις» σε σχέση με το Bundesrechnungshof για τον προϋπολογισμό που προκύπτουν από τις ενέργειες της Bundesbank.
Η γερμανική κυβέρνηση πίστευε ότι ήταν «πολύ απίθανο» οι απώλειες από τις πράξεις νομισματικής πολιτικής της Bundesbank «να ασκήσουν πίεση στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό», ανέφερε το υπουργείο.
Υπενθυμίζεται πως, το 2020, το συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας κλυδώνισε τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες κρίνοντας ότι οι γερμανικές αρχές και οι ανώτατοι δικαστές της ΕΕ δεν κατάφεραν να ελέγξουν το πρόγραμμα PSPP, σε μια κίνηση που έθεσε την πολιτική σε αμφισβήτηση.
Η διαφωνία επιλύθηκε όταν η ΕΚΤ παρουσίασε μια «αξιολόγηση αναλογικότητας» που υποστηρίχθηκε από τη γερμανική κυβέρνηση και την Bundesbank, η οποία δικαιολογούσε την αγορά ομολόγων της, όπως είχαν ζητήσει οι δικαστές στην Καρλσρούη.
www.bankingnews.gr
«Οι πιθανές απώλειες της Bundesbank είναι σημαντικές και θα απαιτήσουν ανακεφαλαιοποίηση της [τράπεζας] με δημόσια κεφάλαια», ανέφερε η έκθεση του γραφείου ελέγχου, η Bundesrechnungshof.
Η αγορά τεράστιων ποσών ομολόγων για τη μείωση του κόστους δανεισμού, γνωστή ως ποσοτική χαλάρωση, αποτελεί εδώ και καιρό φλέγον ζήτημα στη Γερμανία.
Η Bundesbank τάχθηκε εναντίον της το 2015, όταν η κεντρική τράπεζα της ευρωζώνης ξεκίνησε την αγορά ομολόγων, ωστόσο υπερψηφίστηκε από τα άλλα μέλη της ΕΚΤ.
Σε αυτό το πλαίσιο, το πόρισμα του γραφείου ελέγχου είναι πιθανό να καταστήσει πιο δύσκολη την επανάληψη της πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης, συν το ότι πολλοί οικονομολόγοι κατηγορούν το QE για την υποκίνηση κυμάτων έντονων πληθωριστικών πιέσεων που πνίγουν την οικονομική δραστηριότητα.
Τον Μάρτιο, η γερμανική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε ότι είχε δεχτεί χτύπημα 1 δισ. ευρώ από τα ομόλογα που έχει στον ισολογισμό της, λόγω του αντίκτυπου των υψηλών επιτοκίων. Προειδοποίησε επίσης ότι μελλοντικές απώλειες θα εξαφάνιζαν τα «μαξιλάρια ασφαλείας» της, αν και αρνήθηκε ότι θα χρειαστεί κρατική διάσωση.
Η γερμανική κεντρική τράπεζα αγόρασε 666 δισ. ευρώ κρατικών γερμανικών ομολόγων, στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Όπως είχε προειδοποιήσει τον Μάρτιο, οι απώλειες που θα καταγράψει στο μέλλον πιθανότατα θα είναι μεγαλύτερες από τα 19,2 δισ. ευρώ προβλέψεων που έχει στην άκρη και τα 2,5 δισ. ευρώ κεφαλαίων.
Ωστόσο, η κεντρική τράπεζα έχει αποθέματα 170 δισ. ευρώ σε χρυσό και σε συνάλλαγμα.
Εκπρόσωπος της Bundesbank είπε ότι ο ισολογισμός της ήταν «καλός ακόμη και σε περίπτωση μεταφοράς ζημιών» επειδή είχε «σημαντικό ποσό καθαρών ιδίων κεφαλαίων».
Ωστόσο, τα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας θα συνεχίσουν να πλήττονται, καθώς η τράπεζα έχει σταματήσει να πληρώνει μερίσματα στην κυβέρνηση, στερώντας το Βερολίνο την τελευταία δεκαετία από μια ροή εισοδήματος ύψους 22 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η τράπεζα είπε ότι τα μερίσματα δεν αναμένεται να επαναληφθούν για «μεγάλη χρονική περίοδο».
Σε ανακοίνωσή του, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών είπε ότι είχε «διαφορετικές εκτιμήσεις» σε σχέση με το Bundesrechnungshof για τον προϋπολογισμό που προκύπτουν από τις ενέργειες της Bundesbank.
Η γερμανική κυβέρνηση πίστευε ότι ήταν «πολύ απίθανο» οι απώλειες από τις πράξεις νομισματικής πολιτικής της Bundesbank «να ασκήσουν πίεση στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό», ανέφερε το υπουργείο.
Υπενθυμίζεται πως, το 2020, το συνταγματικό δικαστήριο της Γερμανίας κλυδώνισε τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες κρίνοντας ότι οι γερμανικές αρχές και οι ανώτατοι δικαστές της ΕΕ δεν κατάφεραν να ελέγξουν το πρόγραμμα PSPP, σε μια κίνηση που έθεσε την πολιτική σε αμφισβήτηση.
Η διαφωνία επιλύθηκε όταν η ΕΚΤ παρουσίασε μια «αξιολόγηση αναλογικότητας» που υποστηρίχθηκε από τη γερμανική κυβέρνηση και την Bundesbank, η οποία δικαιολογούσε την αγορά ομολόγων της, όπως είχαν ζητήσει οι δικαστές στην Καρλσρούη.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών