Πρωταθλητές της παραοικονομίας ανακηρύσσονται η Ελλάδα (21,9%) και η Ιταλία (21,6%)
Αυτό προκύπτει από πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Οικονομικών Ερευνών (IAW) στο Τύμπινγκεν της Γερμανίας σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Λιντς στην Αυστρία. Οι ειδικοί, που παρακολουθούν την πορεία της παραοικονομίας από το 2002, εκτιμούν ότι αυτή τη χρονιά ο τζίρος της θα αυξηθεί κατά 38 δισ. ευρώ. Είναι η πρώτη φορά μετά το 2021 που καταγράφεται και πάλι ανοδική τάση, σχολιάζει στο δημοσίευμά της η Deutsche Welle.
«Ακριβή στοιχεία δεν μπορούν να υπάρξουν βέβαια, κανείς δεν μπορεί να καταγράψει με ακρίβεια τη μαύρη εργασία», επισημαίνει o Φρίντριχ Σνάιντερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λιντς, στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa). Ωστόσο, οι ειδικοί προσπαθούν να συλλάβουν κατά προσέγγιση το συνολικό μέγεθος της παραοικονομίας, χρησιμοποιώντας μία σειρά από μεταβλητές, όπως οι καταγεγραμμένες περιπτώσεις φοροαποφυγής και τα στοιχεία για το οικονομικό έγκλημα, η ζήτηση για μετρητά, τα στοιχεία για την καταναλωτική δαπάνη, ακόμη και η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος.
Ανησυχεί η άνοδος του ΦΠΑ
Για το 2024 καταγράφονται δύο σημαντικές εξελίξεις με διαμετρικά αντίθετο αποτέλεσμα. Από τη μία πλευρά η αύξηση των επιδομάτων για τους οικονομικά ασθενέστερους αναμένεται να επιφέρει σημαντικό πλήγμα στην παραοικονομία, αυξάνοντας παράλληλα τον αριθμό των νοικοκυριών που δικαιούνται επιδόματα. Από την άλλη πλευρά, οι ειδικοί εκφράζουν την ανησυχία τους ότι η επαναφορά του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ 19% στην εστίαση από 1ης Ιανουαρίου ισοδυναμεί με κίνητρο για υψηλότερη φοροαποφυγή και παραοικονομία στον συγκεκριμένο κλάδο.
Η μελέτη επιχειρεί να καταγράψει όλα τα αδήλωτα εισοδήματα, από το εμπόριο λευκής σαρκός και άλλες δραστηριότητες του οργανωμένου εγκλήματος μέχρι το φαινομενικά αθώο χαρτζιλίκι για τον νεαρό που βοηθάει σε μικροδουλειές του σπιτιού ή κουρεύει το γκαζόν στον κήπο. Σύμφωνα με παλαιότερες έρευνες στη Γερμανία ιδιαίτερα επιρρεπής στην παραοικονομία είναι ο κατασκευαστικός κλάδος, ενώ ακολουθούν το χονδρικό και λιανικό εμπόριο και η εστίαση. Φαίνεται όμως ότι και η «παραοικονομία της διπλανής πόρτας» είναι διαδεδομένη.
Παράδειγμα: Σύμφωνα με στοιχεία του «Κοινωνικο-Οικονομικού Πάνελ» (SOEP), μίας τράπεζας δεδομένων για την καταναλωτική συμπεριφορά των νοικοκυριών που λειτουργεί από το 1984, περισσότερα από 4,3 εκατομμύρια νοικοκυριά στη Γερμανία απασχολούν σήμερα, έστω και περιστασιακά, οικιακή βοηθό ή άλλα πρόσωπα σε συναφείς δραστηριότητες. Ωστόσο, μόλις 45.800 άτομα έχουν δηλωθεί επισήμως ως οικιακοί βοηθοί με καθεστώς πλήρους απασχόλησης, ενώ άλλα 287.000 άτομα έχουν επίσης δηλωθεί, αλλά μόνο ως περιστασιακά εργαζόμενοι με μηνιαία αμοιβή κατ' αποκοπή (mini jobs). Αυτό σημαίνει ότι εννέα στους δέκα οικιακούς βοηθούς παραμένουν «άφαντοι» για την επίσημη στατιστική.
Καλό «πλασάρισμα» στην Ευρώπη
Αν πάντως υπολογίσουμε την παραοικονομία ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, η Γερμανία βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο των πλουσιότερων βιομηχανικών χωρών της Δύσης. Σύμφωνα με τη μελέτη που έχουν εκπονήσει το γερμανικό IAW και το Πανεπιστήμιο του Λιντς, το ποσοστό της «σκιώδους οικονομίας» στη Γερμανία δεν ξεπερνά το 11,3%. Τα πιο χαμηλά ποσοστά διεθνώς καταγράφονται στις ΗΠΑ (5,6%) και στην Ελβετία (7,1%).
Πρωταθλητές της παραοικονομίας ανακηρύσσονται η Ελλάδα (21,9%) και η Ιταλία (21,6%), ενώ ασυνήθιστα υψηλά είναι τα ποσοστά και στο Βέλγιο (17,4%), στην Ισπανία (17,2%) και στην Πορτογαλία (17,2%).
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών