Τελευταία Νέα
Ενέργεια

Μόνιμα ανάπηρη η ευρωπαϊκή βιομηχανία - 190.000 πτωχεύσεις και φυγή κολοσσών παρά την πτώση στο φυσικό αέριο

Μόνιμα ανάπηρη η ευρωπαϊκή βιομηχανία - 190.000 πτωχεύσεις και φυγή κολοσσών παρά την πτώση στο φυσικό αέριο
Η πολυετής περίοδος εξαιρετικά υψηλών τιμών ενέργειας δεν προκάλεσε απλώς μια κυκλική ύφεση στη βιομηχανική παραγωγή, αλλά οδήγησε σε βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές
Η αποκλιμάκωση στις τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη δεν αρκεί για να αναστρέψει τη θλιβερή πορεία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Παρά τη σημαντική πτώση του ενεργειακού κόστους σε σχέση με τα ιστορικά υψηλά του 2022, η βιομηχανική βάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν ανακάμπτει, καθώς μεγάλο μέρος της ανταγωνιστικότητάς της έχει ήδη χαθεί σε μόνιμη βάση.
Όπως επισημαίνει δημοσίευμα του Bloomberg, η πολυετής περίοδος εξαιρετικά υψηλών τιμών ενέργειας δεν προκάλεσε απλώς μια κυκλική ύφεση στη βιομηχανική παραγωγή, αλλά οδήγησε σε βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές.
Κλειστές μονάδες δεν επαναλειτουργούν, επενδύσεις ακυρώνονται ή μεταφέρονται εκτός Ευρώπης και η αποβιομηχάνιση παύει να είναι θεωρητικός κίνδυνος και μετατρέπεται σε πραγματικότητα.
Το σημείο καμπής ήταν η δραστική μείωση –και σε πολλές περιπτώσεις η πλήρης διακοπή– των ρωσικών προμηθειών φυσικού αερίου μέσω αγωγών.
Οι τιμές εκτοξεύθηκαν από περίπου 20 ευρώ ανά MWh στις αρχές του 2021, φτάνοντας στο ιστορικό υψηλό των 345 ευρώ ανά MWh το 2022.
Το σοκ αυτό αποδείχθηκε καταστροφικό για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, πλήττοντας καίρια τη διεθνή θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ακόμη και όταν οι τιμές άρχισαν να υποχωρούν, η ζημιά είχε ήδη γίνει.
Οι επιχειρήσεις είτε μείωσαν δραστικά την παραγωγή είτε ανέστειλαν πλήρως τη λειτουργία τους, ενώ οι στρατηγικές επενδυτικές αποφάσεις ελήφθησαν με γνώμονα τις μακροπρόθεσμες προοπτικές και όχι τη συγκυριακή αποκλιμάκωση των τιμών.

Κατηφόρα

Ενδεικτικές είναι οι κινήσεις μεγάλων βιομηχανικών ομίλων. Η BASF SE έχει ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο του 2024 το κλείσιμο βασικών τμημάτων παραγωγής στη Γερμανία.
Η Dow Inc. ανακοίνωσε ότι θα διακόψει τη λειτουργία τριών εργοστασίων στην ΕΕ έως το 2026, ενώ η Thyssenkrupp Electrical Steel προχώρησε πρόσφατα σε προσωρινό κλείσιμο δύο μονάδων στη Γερμανία και τη Γαλλία.
Οι αποφάσεις αυτές δεν αποτελούν μεμονωμένες εταιρικές επιλογές, αλλά αντανάκλαση μιας γενικευμένης τάσης: η Ευρώπη δεν θεωρείται πλέον ελκυστικός προορισμός για βιομηχανική παραγωγή.
Η κλίμακα της κρίσης αποτυπώνεται και στα στοιχεία για τις πτωχεύσεις.
Στη Δυτική Ευρώπη, οι εταιρικές πτωχεύσεις ανήλθαν πέρυσι σε 190.449, τον υψηλότερο αριθμό της τελευταίας δεκαετίας.
Η επιμονή υψηλών και ασταθών τιμών ενέργειας παραμένει βασικός μοχλός αυτής της εξέλιξης, υπονομεύοντας όχι μόνο μεμονωμένες επιχειρήσεις αλλά τη συνολική ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Παράλληλα, το ενεργειακό χάσμα μεταξύ Ευρώπης, ΗΠΑ και Κίνας παραμένει τεράστιο.
Οι Ευρωπαίοι παραγωγοί πληρώνουν περίπου τριπλάσιο κόστος ενέργειας σε σχέση με τους Αμερικανούς ανταγωνιστές τους, ενώ το κόστος συμμόρφωσης με το κανονιστικό πλαίσιο για τον άνθρακα επιβαρύνει περαιτέρω τη βιομηχανία.
Οι πληρωμές για δικαιώματα εκπομπών CO₂ στην ΕΕ είναι έως και πέντε φορές υψηλότερες σε σχέση με άλλες μεγάλες οικονομίες.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ακόμη και τεχνολογικά προηγμένες και μέχρι πρότινος ανταγωνιστικές επιχειρήσεις αμφισβητούν πλέον τη σκοπιμότητα διατήρησης παραγωγικών δραστηριοτήτων στην Ευρώπη.
Η απώλεια περισσότερων από 190.000 βιομηχανικών πελατών έχει οδηγήσει σε διαρθρωτική αποδυνάμωση της ενεργειακής ζήτησης.
Ακόμη και με τις τρέχουσες τιμές φυσικού αερίου κοντά στα 27 ευρώ ανά MWh, η ζήτηση δεν επανέρχεται.

Κατανάλωση

Σύμφωνα με την RBC Capital Markets, η κατανάλωση φυσικού αερίου παραμένει περίπου 20% χαμηλότερη από τα επίπεδα του 2021.
Την ίδια στιγμή, τα γερμανικά χημικά εργοστάσια λειτουργούσαν το 2025 μόλις στο 70% της δυναμικότητάς τους – το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών.
Τα δεδομένα αυτά υποδηλώνουν ότι το πρόβλημα δεν είναι πλέον η τιμή του φυσικού αερίου αυτή καθαυτή, αλλά η απώλεια της παραγωγικής βάσης.
Η ενεργειακή πολιτική της ΕΕ αναδεικνύεται ως στρατηγικά ασυντόνιστη.
Η επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης, η λήξη μακροπρόθεσμων συμβολαίων και η αντικατάσταση του φθηνότερου φυσικού αερίου αγωγών με ακριβότερο και πιο ασταθές υγροποιημένο φυσικό αέριο (ΥΦΑ) έχουν αυξήσει το κόστος χωρίς να δημιουργήσουν βιώσιμες εναλλακτικές.
Η αυξημένη εξάρτηση από το ΥΦΑ των ΗΠΑ έχει καταστήσει την Ευρώπη πιο ευάλωτη τόσο σε διακυμάνσεις τιμών όσο και σε γεωπολιτικές πιέσεις, καθώς η αγορά βασίζεται σε spot συναλλαγές και παγκόσμιο ανταγωνισμό για περιορισμένους όγκους.
Η ΕΕ καταλήγει έτσι να λειτουργεί ως αγοραστής έσχατης ανάγκης, αποδεχόμενη τους όρους των προμηθευτών.
Την ίδια στιγμή, η κλιματική πολιτική εφαρμόστηκε χωρίς ουσιαστικό συγχρονισμό με μια συνεκτική βιομηχανική στρατηγική.
Αντί για έναν σταδιακό μετασχηματισμό με προστασία κρίσιμων κλάδων, το κόστος της ενεργειακής μετάβασης μεταφέρθηκε στις επιχειρήσεις, χωρίς εξασφάλιση ισότιμων συνθηκών ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το αποτέλεσμα είναι μείωση επενδύσεων, μετεγκατάσταση παραγωγικών μονάδων και αυξανόμενη εξάρτηση από εισαγόμενα τελικά προϊόντα, γεγονός που υπονομεύει την οικονομική κυριαρχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συμπερασματικά, η πτώση των τιμών του φυσικού αερίου δεν αρκεί για να λειτουργήσει ως καταλύτης ανάκαμψης.
Η απώλεια ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας είναι συστημική και αποτελεί άμεση συνέπεια των ενεργειακών και κλιματικών επιλογών της ΕΕ – επιλογών που πλέον παράγουν μακροχρόνιες και δύσκολα αναστρέψιμες επιπτώσεις.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης