Ο Strauch τονίζει πως η διάρθρωση του ελληνικού χρέους και το ευνοϊκό περιβάλλον επιτοκίων διασφαλίζουν πως οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος θα παραμείνουν χαμηλές, ωστόσο επισημαίνει πως αυτό δεν θα ισχύει για πάντα.
«Οι προσπάθειες της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους παρά τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις που παραμένουν» αναφέρει σε άρθρο του ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM.
Εμπιστοσύνη από τις αγορές
Σύμφωνα με τον Strauch, η Ελλάδα προχώρησε πολύ τη δεκαετία μετά την κρίση χρέους, αποκαθιστώντας τα δημόσια οικονομικά, ανακτώντας την εμπιστοσύνη των αγορών, ενισχύοντας τον τραπεζικό τομέα και βελτιώνοντας την οικονομική ανταγωνιστικότητα της.
«Αν και το οικονομικό βάρος της τρέχουσας πανδημίας αύξησε τα επίπεδα χρέους και τους μακροπρόθεσμους κινδύνους, δεν υφίσταται μία νέα κρίση χρέους» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Τόσο ο προϋπολογισμός όσο και το χρέος της Ελλάδας, προσθέτει ο Strauch, φαίνονται σήμερα να είναι άνετα διαχειρίσιμα τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο, προσθέτει, το χρέος ρίχνει μία μεγάλη σκιά.
«Τα μελλοντικά επιτόκια, η δημοσιονομική πίεση και μία αδύναμη ανάπτυξη μπορεί να οδηγήσουν σε ένα υψηλότερο βάρος εξυπηρέτησης του χρέους και μεγαλύτερες ανάγκες αναχρηματοδότησης.
Η διατήρηση της δημοσιονομικής ισχύος και, πρώτα και κύρια, η προώθηση της ανάπτυξης, είναι οι καλύτεροι τρόποι για να αντιμετωπίσει η Ελλάδα τις προκλήσεις αυτές» τονίζει ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM.
Πιο ανθεκτική η ελληνική οικονομία
Η Ελλάδα αναδύθηκε από την προηγούμενη κρίση χρέους πιο ανθεκτική, σημειώνει ο αξιωματούχος του ESM, καθώς υλοποίησε μία σειρά μεταρρυθμίσεων, όπως αυτές για τη μεγαλύτερη αποδοτικότητα της δημόσιας διοίκησης, την απλοποίηση των αδειοδοτήσεων, τη βελτίωση των διαδικασιών και τη διευκόλυνση του εμπορίου.
«Ως αποτέλεσμα, η ελληνική οικονομία ήταν διαρθρωτικά πιο ανθεκτική στην αρχή της πανδημίας σε σχέση με πριν από την προηγούμενη κρίση χρέους.
Οι προηγούμενες προσπάθειες προσαρμογής, αν και ήταν αρκετά επώδυνες, επέτρεψαν στη χώρα να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της τρέχουσας κρίσης με αντίμετρα που ανέρχονται περίπου στο 9,4% και το 6,5% του ΑΕΠ το 2020 και το 2021, αντίστοιχα» επισημαίνει στο άρθρο του.
Γιατί έχει βελτιωθεί η διάρθρωση του ελληνικού χρέους
Ο Strauch εξηγεί και τους λόγους για τους οποίους έχει βελτιωθεί πολύ η διάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Όπως αναφέρει, αυτό σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στον ESM και τους πολύ ευνοϊκούς όρους των δανείων του στην Ελλάδα, που αντιστοιχούν στο 55% του χρέους της, καθώς και στον μακροπρόθεσμο ορίζοντά τους με μέση διάρκεια τα 31 χρόνια.
Αναφέρεται ακόμη στη μακροχρόνια τάση μείωσης των επιτοκίων που οδηγεί σε πολύ ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης.
«Τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια έχουν μειώσει το βάρος εξυπηρέτησης του χρέους τόσο ως ποσοστό των συνολικών δημόσιων δαπανών όσο και των φορολογικών εσόδων.
Από πολλές απόψεις, πρόκειται για έναν νέο κόσμο αναλύσεων για τη βιωσιμότητα του χρέους», με το μέσο επιτόκιο του ελληνικού χρέους να έχει μειωθεί στο 1,5% το 2020 από 7,3% το 2000.
«Η Ελλάδα κλειδώνει τα σημερινά χαμηλά επιτόκια με την περαιτέρω επέκταση της ωρίμανσης των ομολόγων της και μέσω ανταλλαγών επιτοκίων (interest rate swaps)», σημειώνει.
Το πρόγραμμα της ΕΚΤ
Ο Strauch αναφέρεται και στην πρόσβαση της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγορών ομολόγων της ΕΚΤ αλλά και στο Ταμείο Ανάκαμψης, από όπου η Ελλάδα θα λάβει ένα μεγάλο μερίδιο που αντιστοιχεί στο 17,8% του ΑΕΠ της.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των αγορών ακόμα και εν μέσω λιγότερο ευνοϊκών μακροπρόθεσμα χρηματοδοτικών συνθηκών.
Όταν η ΕΚΤ προσαρμόσει τη νομισματική πολιτική της και οι αγορές ομολόγων είναι λιγότερο διαθέσιμες «το ρίσκο της χώρας θα έχει ξανά μεγαλύτερο ρόλο για το κόστος χρηματοδότησης.
Τα επιτόκια θα αυξηθούν από τα σημερινά επίπεδά τους», σημειώνει και γι' αυτό η Ελλάδα θα πρέπει να ανακτήσει τελικά «την ισχυρή δημοσιονομική θέση της και να δημιουργήσει δημοσιονομικά περιθώρια».
Ο Strauch σημειώνει σχετικά, ότι όταν η ανάκαμψη της οικονομίας απογειωθεί, η Ελλάδα πρέπει να επανέλθει «στον δημοσιονομικό στόχο που έχει συμφωνηθεί με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη, εφόσον η δημοσιονομική προσαρμογή δεν παγιώνει τα οικονομικά σημάδια της πανδημίας».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών