Πιο συγκεκριμένα, ο αμερικανικός οίκος επιβεβαιώνει την αξιολόγηση CCC+ στη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα, θέτοντας παράλληλα το outlook σε θετικό, ως απόρροια τόσο της εταιρικής αναδιάρθρωσης όσο και της συνέχισης των τιτλοποιήσεων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs).
Υπενθυμίζεται ότι η ελληνική τράπεζα προσφάτως προχώρησε στην απόσχιση του τραπεζικού τομέα και στην ίδρυση νέας εταιρείας, προκειμένου να αποφευχθεί ένα dilution από την αναγνώριση του κόστους των τιτλοποιήσεων.
Σύμφωνα με τον Fitch, η εν λόγω κίνηση συμβάλλει σημαντικά στη θωράκιση του Ομίλου, παρότι η αξιολόγηση CCC+ εξακολουθεί να αντανακλά την αδύναμη ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων (assets) και το υψηλό κεφαλαιακό βάρος από τα «κόκκινα» δάνεια.
Από την άλλη πλευρα, το θετικό outlook αντικατοπτρίζει την εκτίμηση για αισθητή βελτίωση της ποιότητας των assets αλλά και ελάφρυνση των βαρών από τα NPEs κατά τη διάρκεια του 2021 και του 2022.
Η Alpha Bank, εξάλλου, ανακοίνωσε τον Φεβρουάριο την τιτλοποίηση χαρτοφυλακίου NPEs, λογιστικής αξίας 10,8 δισ. ευρώ, εξέλιξη η οποία θα περιορίσει στο 26,5% τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) από 43% που βρισκόταν στα τέλη του 2020.
Στόχος δε, είναι εντός του 2021 ο δείκτης NPLs να διαμορφωθεί στο 18% και εντός του 2022 στο 10%.
Σ’ αυτά, μάλιστα, συμπεριλαμβάνεται και η εκτίμηση για τη δημιουργία νέων «κόκκινων»δανείων, ύψους 1 δισ. ευρώ, από το μορατόριουμ που σχετίζεται με τα μέτρα στήριξης του κορωνοϊού.
Όσον αφορά την κερδοφορία του Ομίλου, τέλος, ο Fitch προσδοκά βελτίωση σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, χάρη στη βελτίωση της ποιότητας των assets, τις επιπλέον ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης και τις outsourcing υπηρεσίες δανείων.
DR και VR
Η Fitch αξιολογεί την Alpha Bank και τη μητρική της HoldCo σε ενοποιημένη βάση, καθώς η διαχείριση των τραπεζικών εργασιών γίνεται με πολύ ολοκληρωμένο τρόπο.
Τα IDR και η βαθμολογία βιωσιμότητας του HoldCo εξισώνονται με τα IDR και το VR της Alpha Bank, καθώς ο όμιλος ρυθμίζεται σε ενοποιημένη βάση και θεωρούμε ότι η ευελιξία του κεφαλαίου μεταξύ του HoldCo και της τράπεζας είναι υψηλή.
Αναμένουμε ότι η ρευστότητα και το κεφάλαιο θα διαχειρίζονται κεντρικά σε επίπεδο ομίλου και η διπλή μόχλευση θα παραμείνει κάτω από το 120%, ακόμη και λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο της τιτλοποίησης σε επίπεδο HoldCo.
Οι αξιολογήσεις που έχουν ανατεθεί στην Alpha Bank συνεχίζουν να αντικατοπτρίζουν την αδύναμη, αν και βελτιωμένη, ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων και ακόμη υψηλός κεφαλαιακός φόρτος από μη δεσμευμένα απομειωμένα δάνεια, τα οποία συγκρίνονται δυσμενώς με ορισμένους από τους εγχώριους συναδέλφους της.
Η θετική προοπτική αντικατοπτρίζει την αναμενόμενη σημαντική βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων και του κεφαλαίου του ομίλου κατά τα έτη 2021 και 2022 μετά τη σημαντική εκφόρτωση των απομειωμένων δανείων από τον ισολογισμό της.
Η Alpha Bank ανακοίνωσε τον Φεβρουάριο του 2021 ότι είχε εξασφαλίσει μια δεσμευτική συμφωνία με την Davidson Kempner για την πώληση μεριδίου 80% στον εξυπηρετητή δανείων και 51% των μεσαίων και κατώτερων χαρτονομισμάτων στην τιτλοποίηση Galaxy της.
Αυτό θα της επιτρέψει να αποεπενδύσει έως 10,8 δισεκατομμύρια ευρώ NPEs κατά την ολοκλήρωση της συναλλαγής το 2ο τρίμηνο του 21ου έτους. Υπολογίζουμε ότι αυτό θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά τον δείκτη NPEs του ομίλου στο 26,5% (συμπεριλαμβανομένων των ανώτερων τίτλων τιτλοποίησης) από 43% στα τέλη του 2020, όπως αναφέρεται από την οικονομική οντότητα (συμπεριλαμβανομένων των σταδίων 3 και των μη εξυπηρετούμενων δανείων POCI).
Ο συνδυασμένος αρνητικός αντίκτυπος του κεφαλαίου από τις συναλλαγές εκτιμάται ότι είναι περίπου 280bp, με αποτέλεσμα την αναλογία προ-forma κοινών ιδίων κεφαλαίων Tier 1 (CET1) 14,3% στα τέλη του 2020 (συμπεριλαμβανομένων των κερδών της περιόδου) έναντι κανονιστικής απαίτησης του 9,2 % (συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης κεφαλαίου και άλλων συστημικά σημαντικών ρυθμιστικών ιδρυμάτων).
Η εκτίμησή μας για τους συντελεστές κεφαλαιοποίησης της τράπεζας στην αναμενόμενη μείωση κεφαλαίου επιβαρύνθηκε με μη δεσμευμένα NPEs .
Η Fitch εκτιμά ότι τα ενοποιημένα μη NPEs του ομίλου αντιπροσώπευαν περίπου το 100% του CET1, συμπεριλαμβανομένης της επίδρασης από την τιτλοποίησης Galaxy και την πώληση του servicer (ο λόγος ήταν 144% στα τέλη του 2019).
Επιπλέον, η τράπεζα ανακοίνωσε μια σειρά πωλήσεων χαρτοφυλακίου NPEs που θα πραγματοποιηθούν το 2021, οι οποίες θα μπορούσαν να μειώσουν περαιτέρω τον δείκτη NPEs (συμπεριλαμβανομένων των τίτλων ανώτερης τιτλοποίησης) σε 18% έως το τέλος του 2021 και σε 10% έως το τέλος του 2022, ενώ διατηρώντας μια ρυθμιστική αναλογία CET1 σε περίπου 14%.
Η καθοδήγηση της τράπεζας για το 2021 περιλαμβάνει τις ακαθάριστες εισροές NPEs δανείων από τη σταδιακή κατάργηση του μορατόριου του δανείου στην Ελλάδα περίπου 1 δισεκατομμυρίου ευρώ ή το 18% των εγχώριων δανείων με αναστολή.
Κατά την άποψή μας, οι κίνδυνοι εκτέλεσης για την εφαρμογή της εκκαθάρισης ποιότητας περιουσιακών στοιχείων παραμένουν υψηλοί, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας οι διάφορες συναλλαγές να μην ολοκληρωθούν κατά τη διάρκεια του ορίζοντα αξιολόγησης 18 έως 24 μηνών ή ότι οι νέες εισροές απομειωμένων δανείων είναι μεγαλύτερες από ό, τι σήμερα αναμενόμενος.
Ωστόσο, η πιθανή επέκταση του HAPS το 2021 θα μετριάσει αυτούς τους κινδύνους και θα υποστηρίξει το σχέδιο της τράπεζας να επιταχύνει τον καθαρισμό ποιότητας περιουσιακών στοιχείων το 2021-2022.
Αναμένουμε επίσης ότι τα κέρδη θα επωφεληθούν τελικά από τις χαμηλότερες απαιτήσεις πρόβλεψης μεσοπρόθεσμα λόγω της καλύτερης ποιότητας του ενεργητικού και παρά τον αρνητικό αντίκτυπο στα καθαρά έσοδα από τόκους από την αποσυγκέντρωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων εξυπηρέτησης δανείων θα συμβάλει επίσης στη βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας της τράπεζας μεσοπρόθεσμα, μαζί με άλλες πρωτοβουλίες αναδιάρθρωσης.
Όπως και άλλες ελληνικές τράπεζες, το συνολικό χρηματοοικονομικό προφίλ της Alpha Bank είναι ευαίσθητο στο λειτουργικό περιβάλλον της Ελλάδας, το οποίο παραμένει ευαίσθητο στην πανδημία Covid-19 και τις επιπτώσεις της στην ελληνική οικονομία.
Η χρηματοδότηση και η ρευστότητα της τράπεζας εξακολούθησαν να ενισχύονται το 2020, υποστηριζόμενες από εισροές καταθέσεων και υποστηρικτικά μέτρα από την ΕΚΤ.
Ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας έχει επίσης αποκατασταθεί πολύ πάνω από το κατώτατο όριο (151% στα τέλη του 2020).
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών