Ενδείξεις για ένα πολυεπίπεδο εταιρικό σχήμα, χωρίς εμφανή οικονομική ουσία, με κεφάλαια που εμφανίζονται λογιστικά αλλά δεν αποδεικνύεται ότι καταβλήθηκαν ποτέ
Μια νέα διάσταση παίρνει η υπόθεση του σκανδάλου εξαγοράς της ιστορικής βιομηχανίας μαρμάρων «Παυλίδης Μονοπρόσωπη Α.Ε. Μάρμαρα Γρανίτες», που παρουσιάστηκε από τον εμπνευστή της Χριστόφορο Παυλίδη, ως μια σύνθετη αλλά απολύτως θεσμική επενδυτική συναλλαγή διεθνούς βεληνεκούς.
Ωστόσο, η έκθεση τεχνικού εμπειρογνώμονα που βρίσκεται πλέον στα χέρια των δικαστικών αρχών – εξετάζει η εισαγγελία Δράμας την τέλεση ποινικών αδικημάτων - περιγράφει μια εντελώς διαφορετική εικόνα.
Ένα πολυεπίπεδο εταιρικό σχήμα, χωρίς εμφανή οικονομική ουσία, με κεφάλαια που εμφανίζονται λογιστικά αλλά δεν αποδεικνύεται ότι καταβλήθηκαν ποτέ.
Σύμφωνα με την έκθεση, για να υλοποιηθεί η εξαγορά δημιουργήθηκε ένα πλέγμα εταιρειών που εκτείνονταν σε τρεις χώρες. Την Σλοβενία (ECM Partners, Ariston Asset Management), την Κύπρο (Sivec Investments Ltd) και την Ελλάδα (Dolit Investments Μονοπρόσωπη Α.Ε.).

Η Sivec εμφανίζεται ως ο ενδιάμεσος «κόμβος» χρηματοδότησης, δηλώνοντας κεφάλαια ύψους 53,165 εκατ. ευρώ, τα οποία φέρονται να προήλθαν από τη σλοβενική Ariston.
Χωρίς τραπεζικό λογαριασμό
Το κρίσιμο όμως στοιχείο είναι ότι, όπως καταγράφεται ρητά, η Sivec δεν φαίνεται να διέθετε τραπεζικό λογαριασμό, ούτε να έχει δημοσιεύσει οικονομικές καταστάσεις στον Έφορο Εταιρειών Κύπρου, παρά την υποχρέωση που απορρέει από τη νομοθεσία.
Τα κεφάλαια των 53 εκατ. ευρώ εμφανίζονται μόνο ως λογιστικές εγγραφές «υπέρ το άρτιο», χωρίς αποδεικτικά πραγματικής ροής χρήματος.
Η έκθεση προχωρά ακόμη περισσότερο, θέτοντας ευθέως το ερώτημα.

Πώς είναι δυνατόν να πραγματοποιήθηκε ιδία συμμετοχή δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ χωρίς τραπεζικά ίχνη;
Το συμπέρασμα είναι σαφές και βαρύ, είτε τα κεφάλαια δεν υπήρξαν ποτέ, είτε πρόκειται για ποσά αμφίβολης προέλευσης που ουδέποτε κατατέθηκαν επίσημα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί και το γεγονός ότι, μετά την ολοκλήρωση των διασυνοριακών συγχωνεύσεων, οι επίμαχες λογιστικές εγγραφές «εξαφανίζονται» μέσω συμψηφισμών, ενώ το τραπεζικό δάνειο των 230 εκατ. ευρώ καταλήγει να βαραίνει την ίδια την εξαγοραζόμενη εταιρεία.
Η υπόθεση πλέον δεν αφορά μόνο μια εταιρική διαμάχη.
Αγγίζει ζητήματα τραπεζικής εποπτείας, διαφάνειας και πιθανής παραπλάνησης τόσο των μετόχων όσο και του πιστωτικού συστήματος.

www.bankingnews.gr
Ωστόσο, η έκθεση τεχνικού εμπειρογνώμονα που βρίσκεται πλέον στα χέρια των δικαστικών αρχών – εξετάζει η εισαγγελία Δράμας την τέλεση ποινικών αδικημάτων - περιγράφει μια εντελώς διαφορετική εικόνα.
Ένα πολυεπίπεδο εταιρικό σχήμα, χωρίς εμφανή οικονομική ουσία, με κεφάλαια που εμφανίζονται λογιστικά αλλά δεν αποδεικνύεται ότι καταβλήθηκαν ποτέ.
Σύμφωνα με την έκθεση, για να υλοποιηθεί η εξαγορά δημιουργήθηκε ένα πλέγμα εταιρειών που εκτείνονταν σε τρεις χώρες. Την Σλοβενία (ECM Partners, Ariston Asset Management), την Κύπρο (Sivec Investments Ltd) και την Ελλάδα (Dolit Investments Μονοπρόσωπη Α.Ε.).

Η Sivec εμφανίζεται ως ο ενδιάμεσος «κόμβος» χρηματοδότησης, δηλώνοντας κεφάλαια ύψους 53,165 εκατ. ευρώ, τα οποία φέρονται να προήλθαν από τη σλοβενική Ariston.
Χωρίς τραπεζικό λογαριασμό
Το κρίσιμο όμως στοιχείο είναι ότι, όπως καταγράφεται ρητά, η Sivec δεν φαίνεται να διέθετε τραπεζικό λογαριασμό, ούτε να έχει δημοσιεύσει οικονομικές καταστάσεις στον Έφορο Εταιρειών Κύπρου, παρά την υποχρέωση που απορρέει από τη νομοθεσία.
Τα κεφάλαια των 53 εκατ. ευρώ εμφανίζονται μόνο ως λογιστικές εγγραφές «υπέρ το άρτιο», χωρίς αποδεικτικά πραγματικής ροής χρήματος.
Η έκθεση προχωρά ακόμη περισσότερο, θέτοντας ευθέως το ερώτημα.

Πώς είναι δυνατόν να πραγματοποιήθηκε ιδία συμμετοχή δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ χωρίς τραπεζικά ίχνη;
Το συμπέρασμα είναι σαφές και βαρύ, είτε τα κεφάλαια δεν υπήρξαν ποτέ, είτε πρόκειται για ποσά αμφίβολης προέλευσης που ουδέποτε κατατέθηκαν επίσημα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί και το γεγονός ότι, μετά την ολοκλήρωση των διασυνοριακών συγχωνεύσεων, οι επίμαχες λογιστικές εγγραφές «εξαφανίζονται» μέσω συμψηφισμών, ενώ το τραπεζικό δάνειο των 230 εκατ. ευρώ καταλήγει να βαραίνει την ίδια την εξαγοραζόμενη εταιρεία.
Η υπόθεση πλέον δεν αφορά μόνο μια εταιρική διαμάχη.
Αγγίζει ζητήματα τραπεζικής εποπτείας, διαφάνειας και πιθανής παραπλάνησης τόσο των μετόχων όσο και του πιστωτικού συστήματος.

www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών