Ο κίνδυνος μία παρατεταμένης απουσίας από τις κεφαλαιαγορές της Ελλάδος έχει αρχίσει να προβληματίζει τα κέντρα των αποφάσεων στις Βρυξέλλες
Την «ατζέντα» με τα θέματα πάνω στα οποία θα κινηθεί η δεύτερη μετά το μνημόνιο αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος διαμόρφωσε με την χθεσινή του ομιλία στο συνέδριο της Capital Link ο επικεφαλής της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα Ντέκλαν Κοστέλο.
Ο Ιρλανδός τεχνοκράτης, παίρνοντας την σκυτάλη από τον πρόεδρο του Eurogroup Μάριο Σεντένο - ο οποίος πριν από μία εβδομάδα επιχείρησε να κινητοποιήσει την Αθήνα για τις μεταρρυθμίσεις που έχουν καθυστερήσει - συνέστησε στην ελληνική κυβέρνηση να δείξει ιδιαίτερη προσοχή: στα κόκκινα δάνεια, στο πλαίσιο που θα διαδεχθεί τον νόμο Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς, στην αύξηση του κατώτατου μισθού, στις μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με το Δημόσιο ( π.χ. στελέχωση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων) και στις αποκρατικοποιήσεις (περιφερειακά λιμάνια).
Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει ο Ιρλανδός. Έχει επαναληφθεί πολλάκις στο παρελθόν και σε στιγμές εφαρμογής των μνημονίων που οι δανειστές θεωρούσαν σκόπιμο να κορυφωθεί η πίεση προς την χώρα μας. Κάτι ανάλογο συνέβη και χθες από τη Νέα Υόρκη.
Ο Ντέκλαν Κοστέλο αξιοποίησε το βήμα του επενδυτικού συνεδρίου για να στείλει το μήνυμα των Βρυξελλών στην Αθήνα δείχνοντας έτσι στην ελληνική πλευρά ότι δεν φτάνουν μόνο τα υπερπλεονάσματα και οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης ( σ.σ. ακόμη βέβαια οι ταχύτητες στην ελληνική οικονομία παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα - ο στόχος για το 2019 είναι για 2,5%) είναι και το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων ή άλλες καίριες μεταρρυθμίσεις, όπως η περαιτέρω βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος ή η ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών που θα πρέπει να δοθεί έμφαση.
Η Κομισιόν θέλει να αφήσει πίσω το ελληνικό θέμα και να μην ασχοληθεί ποτέ ξανά με αυτό.
Για να μπορέσει όμως συμβεί θα πρέπει η Ελλάδα να αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, κάτι το οποίο δεν φαίνεται για την ώρα στον ορίζοντα.
Ο κίνδυνος μία παρατεταμένης απουσίας από τις κεφαλαιαγορές έχει αρχίσει να προβληματίζει τα κέντρα των αποφάσεων στις Βρυξέλλες που θεωρούν ότι το θέμα αυτό θα πρέπει οπωσδήποτε να συζητηθεί στην επόμενη κάθοδο των επικεφαλής στην Αθήνα (σ.σ. μετά τις 15 Ιανουαρίου) και ει δυνατόν να υπάρξουν νέες πιο αυστηρές συστάσεις για την απότομη μεταρρυθμιστική απραξία.
Η Ελλάδα μπορεί άνετα να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της επόμενης χρονιάς (11,74 δισ. ευρώ) από το «μαξιλάρι» των διαθεσίμων, που σήμερα ξεπερνά τα 26,6 δισ. ευρώ, το οποίο όμως δεν αποτελεί λύση για την πληρωμή χρέους που λήγει το 2019.Το πιο πιθανό σενάριο, από μία τέτοια κίνηση της ελληνικής δημοκρατίας, είναι οι αγορές να το εκλάβουν περισσότερο ως αδυναμία έκδοσης νέων ομολόγων για την αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους παρά για οτιδήποτε άλλο. Αυτό θα ανεβάσει απότομα τις αποδόσεις στους ελληνικούς τίτλους καθιστώντας απαγορευτικό τον δανεισμό για την Ελλάδα.
Κεντρική πολιτική των υπευθύνων του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους παραμένει η έκδοση ενός νέου ομολόγου με διάρκεια 5 έτη μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2019 εφόσον βέβαια οι συνθήκες κριθούν κατάλληλες.
Θα ακολουθήσει άλλη μια έκδοση που θα δώσει την δυνατότητα άντλησης 4-5 δισ. ευρώ από τις αγορές. Όλα αυτά τα σχέδια τελούν υπό την αίρεση ότι οι αγορές δεν θα είναι μόνιμα νευρικές.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Ο Ιρλανδός τεχνοκράτης, παίρνοντας την σκυτάλη από τον πρόεδρο του Eurogroup Μάριο Σεντένο - ο οποίος πριν από μία εβδομάδα επιχείρησε να κινητοποιήσει την Αθήνα για τις μεταρρυθμίσεις που έχουν καθυστερήσει - συνέστησε στην ελληνική κυβέρνηση να δείξει ιδιαίτερη προσοχή: στα κόκκινα δάνεια, στο πλαίσιο που θα διαδεχθεί τον νόμο Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς, στην αύξηση του κατώτατου μισθού, στις μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με το Δημόσιο ( π.χ. στελέχωση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων) και στις αποκρατικοποιήσεις (περιφερειακά λιμάνια).
Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει ο Ιρλανδός. Έχει επαναληφθεί πολλάκις στο παρελθόν και σε στιγμές εφαρμογής των μνημονίων που οι δανειστές θεωρούσαν σκόπιμο να κορυφωθεί η πίεση προς την χώρα μας. Κάτι ανάλογο συνέβη και χθες από τη Νέα Υόρκη.
Ο Ντέκλαν Κοστέλο αξιοποίησε το βήμα του επενδυτικού συνεδρίου για να στείλει το μήνυμα των Βρυξελλών στην Αθήνα δείχνοντας έτσι στην ελληνική πλευρά ότι δεν φτάνουν μόνο τα υπερπλεονάσματα και οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης ( σ.σ. ακόμη βέβαια οι ταχύτητες στην ελληνική οικονομία παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα - ο στόχος για το 2019 είναι για 2,5%) είναι και το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων ή άλλες καίριες μεταρρυθμίσεις, όπως η περαιτέρω βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος ή η ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών που θα πρέπει να δοθεί έμφαση.
Η Κομισιόν θέλει να αφήσει πίσω το ελληνικό θέμα και να μην ασχοληθεί ποτέ ξανά με αυτό.
Για να μπορέσει όμως συμβεί θα πρέπει η Ελλάδα να αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, κάτι το οποίο δεν φαίνεται για την ώρα στον ορίζοντα.
Ο κίνδυνος μία παρατεταμένης απουσίας από τις κεφαλαιαγορές έχει αρχίσει να προβληματίζει τα κέντρα των αποφάσεων στις Βρυξέλλες που θεωρούν ότι το θέμα αυτό θα πρέπει οπωσδήποτε να συζητηθεί στην επόμενη κάθοδο των επικεφαλής στην Αθήνα (σ.σ. μετά τις 15 Ιανουαρίου) και ει δυνατόν να υπάρξουν νέες πιο αυστηρές συστάσεις για την απότομη μεταρρυθμιστική απραξία.
Η Ελλάδα μπορεί άνετα να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της επόμενης χρονιάς (11,74 δισ. ευρώ) από το «μαξιλάρι» των διαθεσίμων, που σήμερα ξεπερνά τα 26,6 δισ. ευρώ, το οποίο όμως δεν αποτελεί λύση για την πληρωμή χρέους που λήγει το 2019.Το πιο πιθανό σενάριο, από μία τέτοια κίνηση της ελληνικής δημοκρατίας, είναι οι αγορές να το εκλάβουν περισσότερο ως αδυναμία έκδοσης νέων ομολόγων για την αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους παρά για οτιδήποτε άλλο. Αυτό θα ανεβάσει απότομα τις αποδόσεις στους ελληνικούς τίτλους καθιστώντας απαγορευτικό τον δανεισμό για την Ελλάδα.
Κεντρική πολιτική των υπευθύνων του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους παραμένει η έκδοση ενός νέου ομολόγου με διάρκεια 5 έτη μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2019 εφόσον βέβαια οι συνθήκες κριθούν κατάλληλες.
Θα ακολουθήσει άλλη μια έκδοση που θα δώσει την δυνατότητα άντλησης 4-5 δισ. ευρώ από τις αγορές. Όλα αυτά τα σχέδια τελούν υπό την αίρεση ότι οι αγορές δεν θα είναι μόνιμα νευρικές.
Μάριος Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών