Ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές που πέρασε από το ποδόσφαιρο τις δεκαετίες του 60’ και του 70’, αφήνει τον Ολυμπιακό στις αρχές του δεύτερου έτους για να αποτελέσει τον πρώτο Έλληνα ποδοσφαιριστή που θα αγωνιστεί στο εξωτερικό. Η επικείμενη αντίπαλος των Πειραιωτών, Αντβέρπ, τον εντάσσει στο ρόστερ της και ο Γιώργος Σιδέρης επιστρέφει δύο χρόνια αργότερα στην Ελλάδα και ολοκληρώνει μία απλησίαστη καριέρα που πέραν των γκολ, περιλαμβάνει τη… Σάντος, την Μπαρτσελόνα και την κορυφή της Ευρώπης.
Γράφει ο Δημήτρης Μανάκος
Επρόκειτο για έναν δεινό σκόρερ. Έναν επιθετικό με απίστευτη ευχέρεια στο σκοράρισμα. Είναι αυτός που άλλαξε εν πολλοίς την ιστορία του Ολυμπιακού. Εκεί άλλωστε μεγαλούργησε, πέτυχε αναρίθμητα ρεκόρ, και μέχρι και σήμερα αποτελεί ίσως τον καλύτερο ποδοσφαιριστή που βρέθηκε στην κορυφή της επίθεσης των Πειραιωτών.
Παρόλα αυτά, το ρητό «κάθε αρχή και δύσκολη» επιβεβαιώθηκε και στην περίπτωσή του. Η πρώτη του ομάδα άλλωστε ήταν ο Απόλλων Ρέντη. Μεταπήδησε στον Ατρόμητο Πειραιώς. Δοκιμάστηκε στον Ολυμπιακό, αλλά δεν «κέρδισε» την θέση του. Ξεκίνησε προπονήσεις στον Παναθηναϊκό, οι οποίες είχαν διάρκεια δύο ετών.
Όταν πλέον ήταν έτοιμος, ο Ολυμπιακός τον έκανε δικό του. Και κάπως έτσι ξεκίνησε μία ιστορία που «γράφτηκε» με χρυσά γράμματα και έχει ως τίτλο τη λέξη ΓΚΟΛ!
Γεννήθηκε στον Πειραιά και εντάχθηκε στο ρόστερ του Ολυμπιακού στην ηλικία των 21ος ετών. Τρία χρόνια αργότερα φόρεσε τη φανέλα της ιταλικής Λανερόσι σε φιλικούς αγώνες μετά από πρόσκληση της ιταλικής ομάδας, ενώ την ίδια σεζόν είχαν δείξει ενδιαφέρον για την απόκτησή του οι Ίντερ, Φιορεντίνα και Ατλέτικο Μαδρίτης.
Συνολικά με τη φανέλα του Ολυμπιακού (1959-1970, 1972) μέτρησε 284 συμμετοχές και 224 γκολ σε αγώνες της Α' Εθνικής, επίδοση που τον καθιστά πρώτο σκόρερ όλων των εποχών για τους «ερυθρόλευκους» και τέταρτο συνολικά στην ιστορία του θεσμού.
Με τη φανέλα του Ολυμπιακού κατέκτησε δύο πρωταθλήματα (1966, 1967) στην εποχή του Μάρτον Μπούκοβι αλλά και έξι Κύπελλα (1960, 1961, 1963, 1965, 1968), συμπεριλαμβανομένου και του Βαλκανικού Κυπέλλου το 1963.
Στην Ελλάδα και στην Α' Εθνική ήταν πρώτος σκόρερ τις σεζόν 1964-65 (29 γκολ), 1966-67 (24), 1968-69 (35), αλλά και ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του ελληνικού Κυπέλλου με 73 γκολ.
Το 1969 είχε καταταγεί 17ος στο «δημοψήφισμα» για τον καλύτερο παίκτη της Ευρώπης, με τον Ιταλό Τζιάνι Ριβέρα της Μίλαν να βρίσκεται στην κορυφή. Σκόραρε 35 γκολ, και ήταν ο δεύτερος σκόρερ σε ολόκληρη την Ευρώπη, με τον Πέταρ Ζέκοφ της ΤΣΣΚΑ Σόφιας, ο οποίος τον άφησε δεύτερο με μόλις ένα γκολ διαφορά.
Έναν χρόνο αργότερα κατέκτησε μία «πρωτιά» που όσα χρόνια και αν περάσουν, παραμένει αναλλοίωτη. Πήγε στο Βέλγιο για λογαριασμό της Αντβέρπ, όπου σκόραρε επτά φορές σε 25 αναμετρήσεις, και αποτέλεσε τον πρώτο Έλληνα ποδοσφαιριστή που πήρε μεταγραφή στο εξωτερικό. Η μεταγραφή του μάλιστα δεν ολοκληρώθηκε με τον καλύτερο τρόπο. Το Δ.Σ. του Ολυμπιακού συνεδρίασε για την επικείμενη μετακίνηση του Σιδέρη στο Βέλγιο, με την εντολή για την ολοκλήρωσή της να δίνεται εν τέλει από τον Γενικό Γραμματέα Αθλητισμού, Κωνσταντίνο Ασλανίδη.
Ο Σιδέρης άλλωστε είχε έρθει σε σύγκρουση με τον Στέφαν Μπόμπεκ, και κανένας δεν αναλάμβανε την ευθύνη. Εν τέλει η επιθυμία του παίκτη υλοποιήθηκε και η Αντβέρπ απέσπασε την υπογραφή του.
Τον Ιανουάριο του 1972 θα φορέσει ξανά την ερυθρόλευκη φανέλα για το φιλικό με την Αντμίρα στο Καραϊσκάκη. Το συγκεκριμένο ματς διεξήχθη υπό βροχή, αλλά είχε περισσότερους από 15.000 οπαδούς! Θα σκοράρει για τελευταία φορά στις 6 Φεβρουαρίου του 1972 στον αγώνα με την Παναχαϊκή, με το «Γ. Καραϊσκάκης» να έχει εκείνη τη μέρα, σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής, 42.000 κόσμο στις κερκίδες του. Ο Γιώργος Σιδέρης κάνει την επανεμφάνισή του, μετά την επιστροφή του από την Αντβέρπ, και σκοράρει δύο φορές. Αν και οι φιλοξενούμενοι προηγήθηκαν στο 1' με τον Δαβουρλή, ο Αργυρούδης ήταν αυτός που στο 7' ισοφάρισε.
Στο 34' και στο 80' «χτύπησε» ο Σιδέρης και το τελικό 3-2 διαμορφώθηκε στο 88' από τον Ιωακειμίδη. Σε εκείνο το ματς, ο Γουλανδρής και άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου αποχωρούν στο 67' από το γήπεδο εις ένδειξη διαμαρτυρίας για δύο πέναλτι που δεν είχαν δοθεί.
Το τελευταίο του παιχνίδι ήταν εκείνο με τον Παναθηναϊκό (0-0) στις 20/2 στο Καραϊσκάκη.
Μία απίστευτη καριέρα φτάνει στο τέλος της. Ο άνθρωπος που τέθηκε αντιμέτωπος με τη Σάντος του Πελέ το 1961 και που έκρινε την μοναδική νίκη του Ολυμπιακού επί της Μπαρτσελόνα μία χρονιά μετά, έστω και σε φιλική αναμέτρηση (1-0), "κρεμούσε" τα παπούτσια του.
Σχόλια αναγνωστών