Σήμερα τα απόνερα της εγχώριας οικονομικής κρίσης του 2008-2018 στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελούν παρελθόν.
Οι ελληνικές τράπεζες αφήνουν πίσω την αμυντική στρατηγική εξυγίανσης των ισολογισμών τους και υιοθετούν μια νέα, πιο επιθετική στρατηγική.
Είναι ήδη σε εξέλιξη η έντονη προσπάθεια ανάπτυξης των εργασιών τους, η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών τους, η εκπαίδευση του προσωπικού τους και ο ευρύτερος μετασχηματισμός της συνολικής λειτουργίας τους.
Μεσοπρόθεσμος στόχος η ανταγωνιστική προσφορά υπηρεσιών, η αμεσότερη επαφή, η γρήγορη και αποτελεσματική εξυπηρέτηση της πελατείας τους, η διεύρυνση των δραστηριοτήτων τους, η αύξηση της επαναλαμβανόμενης κερδοφορίας τους και η περαιτέρω ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης.
Τελικός στόχος είναι η ικανοποίηση των απαιτήσεων των μετόχων τους, των καταθετών τους, των δανειοληπτών τους, καθώς και όλων των φορέων της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Οι τράπεζες καλούνται να εφαρμόσουν τη νέα στρατηγική τους σε ένα περιοριστικό και ιδιαίτερα ευμετάβλητο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.
Μάλιστα σήμερα ο αυξημένος πληθωρισμός, καθώς και η ενεργειακή και γεωπολιτική κρίση δημιουργούν διαφορετικές προκλήσεις σε σχέση με την κρίση του κορωνοϊού.
Σε αντίθεση με την περίοδο της πανδημίας, όταν οι νομισματικές και δημοσιονομικές αρχές όλων των χωρών προέβησαν σε επεκτατική πολιτική, σήμερα η νομισματική πολιτική είναι περιοριστική. Αυτό οδηγεί σε περιορισμό της ρευστότητας, άνοδο των επιτοκίων και συρρίκνωση της ζήτησης για νέα δάνεια.
Συγχρόνως, η δημοσιονομική πολιτική δεν έχει τους βαθμούς ελευθερίας που είχε πριν 2-3 χρόνια.
Περιορίζεται από την πρόσφατη άνοδο του δημόσιου χρέους σε όλες τις χώρες. Και εξαιτίας του πληθωρισμού, τα νοικοκυριά αντιμετωπίζουν μείωση του πραγματικού τους εισοδήματος, γεγονός που μειώνει την ιδιωτική κατανάλωση, με αρνητικά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στις οικονομίες.
Μετά την πανδημία, η ελληνική οικονομία κατάφερε να ανακάμψει με αναπάντεχα ισχυρό ρυθμό, έχοντας τη μεγαλύτερη δημοσιονομική στήριξη στην ευρωζώνη. Σήμερα διατηρεί μια ισχυρή κεκτημένη δυναμική και υψηλά αποθέματα ρευστότητας τόσο στον ιδιωτικό όσο και τον δημόσιο τομέα, ενώ το Ταμείο Ανάκαμψης προσφέρει ένα αναπτυξιακό μαξιλάρι ασφάλειας. Σε σχέση με άλλες οικονομίες εμφανίζει μεγαλύτερη αντοχή απέναντι στην επερχόμενη διεθνή ύφεση καθώς η πολυετής κρίση στην Ελλάδα ήταν πολύ σκληρή δοκιμασία για τον ιδιωτικό τομέα.
Οδήγησε σε επώδυνες αναδιαρθρώσεις και έτσι οι επιχειρήσεις που παρέμειναν όρθιες είναι σήμερα πιο ισχυρές.
Βεβαίως, η ελληνική οικονομία δεν θα μείνει ανέπαφη από μια πιθανή σημαντική επιδείνωση των συνθηκών στην ευρωζώνη.
Η τροχιά της, όμως, είναι πιο προβλέψιμη και η επιβάρυνση είναι προσωρινή σε σύγκριση με οικονομίες που τώρα βιώνουν για πρώτη φορά μια σημαντική κρίση μετά το 2009.
Είναι ευτυχές ότι το τραπεζικό σύστημα, λειτουργώντας υπό στενές προθεσμίες και αίσθηση κατεπείγοντος τα προηγούμενα χρόνια, έχει αναδιαρθρωθεί ριζικά και έχει αποκτήσει μια εύρωστη θέση τόσο σε όρους εποπτικών κεφαλαίων όσο και ρευστότητας.
Η ευρωστία του υποστηρίζεται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων:
- Η συρρίκνωση του αποθέματος κόκκινων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό για πρώτη φορά από το 2009.
- Ο ιδιαίτερα χαμηλός λόγος ιδιωτικών δανείων προς καταθέσεις, μικρότερος του 60% και πολύ κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου του 105%, που φανερώνει τη δυνατότητα χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα.
- Η ήδη αξιοσημείωτη επιτάχυνση στη ροή πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα (€12 περίπου δις την τελευταία τριετία σε καθαρούς όρους εξαιρώντας τις αποπληρωμές) με το ποσοστό ετήσιας αύξησης των δανείων προς επιχειρήσεις (+12,5% ετησίως στο 9μηνο του 2022) να υπερβαίνει τον μ.ο. της ευρωζώνης για πρώτη φορά από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης.
- Ο ισχυρός ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών για αύξηση μεριδίων αγοράς, που δείχνει ότι είναι αποφασισμένες να συνδράμουν τον ιδιωτικό τομέα με ανταγωνιστικούς όρους.
- Το τελευταίο αποδεικνύεται ξεκάθαρα, μετά τις αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, από την πολύ πιο σταδιακή αναπροσαρμογή των δανειακών επιτοκίων σε σύγκριση με τον μ.ο. της ευρωζώνης τους προηγουμένους μήνες.
- Οι συνεργασίες τους με εταιρείες πληροφορικής και η προσπάθεια ψηφιοποίησης των εργασιών τους και αναβάθμισης των δικών τους συστημάτων πληροφορικής.
- Το γεγονός ότι ακολουθούν διαφανείς και αμερόληπτους κανόνες σύγχρονης εταιρικής διακυβέρνησης.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν οικοδομήσει όλα τα προηγούμενα χρόνια συστήματα και μηχανισμούς ελέγχου της φερεγγυότητας και διαχείρισης του κινδύνου, που τις καθιστούν πλέον πολύ πιο αποτελεσματικές και αποφασιστικές στη λειτουργία τους ακόμη και υπό συνθήκες υψηλής μεταβλητότητας.
Παράλληλα, γίνονται αρωγοί στην αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης ως σύμβουλοι αλλά και ως πάροχοι δανείων, με τον τραπεζικό δανεισμό να προσεγγίζει τα €1,5 δις έως τα τέλη του 2023 και να υπερβαίνει τα €4 δις για απορρόφηση όλων των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Οι τράπεζες ωρίμασαν μέσα από διαδοχικές κρίσεις και είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες ανάγκες των πελάτων τους και της οικονομίας.
Η ριζική αναθεώρηση της φιλοσοφίας και της στρατηγικής προσέγγισης του πελάτη, η ψηφιακή αναβάθμιση, ο εμπλουτισμός και η πελατοκεντρική προσαρμογή των υπηρεσιών, καθώς και η προτεραιοποίηση των αρχών εταιρικής διακυβέρνησης, κλιματικής ευθύνης και ενεργειακής αποτελεσματικότητας, έχουν άμεσο αντίκτυπο στον ρόλο τους κατά την τρέχουσα συγκυρία.
Βοηθούν την οικονομία να γίνει πιο ανταγωνιστική και να αποκτήσει ισχυρή και βιώσιμη αναπτυξιακή τροχιά με ορίζοντα δεκαετίας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών